Ο Άχμεντ Σόκι, εκδότης της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Επιθεώρησης (ΗΠΑ) και στέλεχος της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Οργάνωσης, μίλησε στο Δρόμο και τον Γιώργο Σαπουνά για την εξέλιξη της κρίσης και για τα καθήκοντα της Αριστεράς, η οποία, όπως σημειώνει, δεν πρέπει να μένει στις παλιές αναγνώσεις, αλλά πρέπει να αντιληφθεί τις απαιτήσεις του σήμερα για να οικοδομήσει την προοπτική του αύριο.
Πώς βλέπεις την εξέλιξη της κρίσης; Πόσο «ελληνική» και πόσο «διεθνής» είναι;
Η ελληνική εργατική τάξη αντιμετωπίζει σήμερα την πιο έντονη και οξεία επίθεση του παγκόσμιου καπιταλισμού στην προσπάθειά του να επιλύσει ορισμένα από τα αποτελέσματα των δικών του οικονομικών ανισορροπιών της δικής του αρπακτικότητας.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν είναι μια κρίση της Ελλάδας, είναι μια κρίση του συστήματος, στο οποίο η Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος αυτή τη στιγμή και υπάρχουν τα επόμενα βήματα της κρίσης για τις άλλες χώρες. Εμείς αντιμετωπίζουμε ήδη στις ΗΠΑ, όχι βέβαια στην κλίμακα της Ευρώπης, παρόμοια είδη περικοπών και προγραμμάτων λιτότητας, που τείνουν να γίνουν, κεντρικές προεκλογικές εξαγγελίες στις πολιτικές καμπάνιες.
Η ελληνική εργατική τάξη αντιμετωπίζει σήμερα την πιο έντονη και οξεία επίθεση του παγκόσμιου καπιταλισμού στην προσπάθειά του να επιλύσει ορισμένα από τα αποτελέσματα των δικών του οικονομικών ανισορροπιών της δικής του αρπακτικότητας.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν είναι μια κρίση της Ελλάδας, είναι μια κρίση του συστήματος, στο οποίο η Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος αυτή τη στιγμή και υπάρχουν τα επόμενα βήματα της κρίσης για τις άλλες χώρες. Εμείς αντιμετωπίζουμε ήδη στις ΗΠΑ, όχι βέβαια στην κλίμακα της Ευρώπης, παρόμοια είδη περικοπών και προγραμμάτων λιτότητας, που τείνουν να γίνουν, κεντρικές προεκλογικές εξαγγελίες στις πολιτικές καμπάνιες.
Στις συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα στην Ελλάδα έχουμε από τη μια την εικόνα εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών να εκφράζουν μαζικά την οργή τους, και από την άλλη την Αριστερά να εμφανίζει τουλάχιστον αμηχανία απέναντι στις απαιτήσεις του λαού για αντίσταση και εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο. Χαρακτηριστική η συζήτηση που διεξάγεται εντός της ελληνικής Αριστεράς για την αντίθεση μεταξύ της «αντιϊμπεριαλιστικής γραμμής» και της «διεθνιστικής γραμμής».
Νομίζω ότι είναι μια κρίσιμη στιγμή όσον αφορά τον αγώνα, αλλά και από την άποψη του να τεθούν τα θεμέλια της αναδιοργάνωσης και της ανασύστασης της Αριστεράς. Μιλάμε πολλοί επί σειρά ετών για την επανάσταση, για την εργατική τάξη, για το πώς θα τα καταφέρουμε. Μπροστά σε αυτού του είδος την επίθεση, έχει γίνει εμφανές σε όλα τα ρεύματα της Αριστεράς, ότι πρέπει να βρουν τρόπους για να ξεπεραστούν ορισμένα από τα προβλήματα του παρελθόντος, προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα του παρόντος και να οικοδομήσουν το μέλλον. Και ότι η πολιτική σε τελική ανάλυση δεν εξαντλείται στην εκφώνηση μίας πολιτικής θέσης. Ιστορικά, το ζήτημα του ποιος λέει τι και πότε καθορίζει εάν το κίνημα θα προχωρήσει.Αυτή είναι η στιγμή να ξεκινήσουμε να διαμορφώνουμε τους αγώνες του σήμερα, αλλά και να διαμορφώσουμε τις οργανώσεις και τις δυνάμεις του μέλλοντος. Πάνω από όλα δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για σεχταριστικούς ελιγμούς και την αναπαραγωγή παλιών οραμάτων ή διαφορών που δεν έχουν πλέον καμία σημασία, προκειμένου να προσπαθήσουμε να βρούμε κοινό έδαφος.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Σημαίνει μία εις έπακρον προσπάθεια για την οικοδόμηση των οργανώσεων και των στρατηγικών που θα οδηγήσουν σε νίκη απέναντι στα προγράμματα λιτότητας. Αυτό μπορεί να συμβάλει στην κινητοποίηση, ενδυνάμωση και ενίσχυση των οργανώσεων της εργατικής τάξης, των φτωχών να φέρουν εις πέρας αυτή την προσπάθεια, κατά τη διάρκεια της οποίας κάποιοι από τους χθεσινούς συμμάχους θα υποχωρήσουν από τη θέση που είχαν. Είναι σαφές ότι θα υπάρξει μια αναδιοργάνωση, διότι ορισμένες από τις δυνάμεις που αντιτίθενται στο νεοφιλελευθερισμό πίστευαν σε κάποιο γνήσιο, αυθεντικό, καλύτερο καπιταλισμό. Πρέπει να πείσουμε αυτούς τους ανθρώπους ότι δεν υπάρχει τέτοιο είδος καπιταλισμού, πράγμα βέβαια που θα γίνει στον καιρό του. Κάποιοι άλλοι που είναι σοκαρισμένοι και έχουν άλλες καταβολές, για παράδειγμα την ιδέα ότι η Ελλάδα χάνει την ανεξαρτησία της ή ότι τα δικαιώματα του ελληνικού λαού ποδοπατούνται, θα φέρουν μαζί τους στον αγώνα γλώσσα και ιδέες που δεν τις έχουμε συνηθίσει στους αγώνες. Μιλώ εδώ ως τροτσκιστής και ως διεθνιστής, που στάθηκε πάντα υπέρ του διεθνισμού ενάντια στον εθνικισμό.
Ωστόσο, πρέπει να καταλάβουμε, όπως και ο Τρότσκι κατάλαβε και το κίνημα κατάλαβε, ότι άλλο είναι να εκφράζεις τον εθνικισμό ως καταπιεστής, και άλλο να μεταφέρεις ιδέες που αντιπροσωπεύουν μία πραγματικότητα εθνικής καταπίεσης. Με άλλα λόγια, όταν κάποιος λέει «Πού είναι τα δικαιώματά μου, και γιατί αποφασίζουν γι’ αυτά τράπεζες στη Γερμανία, θέλω να τα επιστρέψουν στην Ελλάδα», δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα, με κάποιον που φωνάζει «η Μακεδονία είναι ελληνική», και «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ». Αυτές είναι δύο διαφορετικές έννοιες, και εάν δεν μπορέσεις να καταλάβεις τη διαφορά μεταξύ τους, ο αγώνας δεν πρόκειται ποτέ να προχωρήσει. Πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να κινηθούν ενάντια σε αυτά που κάνουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, οι πολυεθνικές εταιρίες, καθώς και μεγάλα τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου, θα φέρουν μαζί τους ιδέες και αντιλήψεις που δεν τις έχουμε συνηθίσει, αλλά πρέπει να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε ποιοι είναι οι άξονες ή τα κύρια σημεία του αγώνα, και να καταλάβουμε τι οδηγεί τους ανθρώπους στην αντίσταση και με ποιο τρόπο θα ενωθούμε με αυτό το αίσθημα και θα δημιουργήσουμε μια σαφέστερη αντίληψη του μέλλοντος.
Νομίζω ότι είναι μια κρίσιμη στιγμή όσον αφορά τον αγώνα, αλλά και από την άποψη του να τεθούν τα θεμέλια της αναδιοργάνωσης και της ανασύστασης της Αριστεράς. Μιλάμε πολλοί επί σειρά ετών για την επανάσταση, για την εργατική τάξη, για το πώς θα τα καταφέρουμε. Μπροστά σε αυτού του είδος την επίθεση, έχει γίνει εμφανές σε όλα τα ρεύματα της Αριστεράς, ότι πρέπει να βρουν τρόπους για να ξεπεραστούν ορισμένα από τα προβλήματα του παρελθόντος, προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα του παρόντος και να οικοδομήσουν το μέλλον. Και ότι η πολιτική σε τελική ανάλυση δεν εξαντλείται στην εκφώνηση μίας πολιτικής θέσης. Ιστορικά, το ζήτημα του ποιος λέει τι και πότε καθορίζει εάν το κίνημα θα προχωρήσει.Αυτή είναι η στιγμή να ξεκινήσουμε να διαμορφώνουμε τους αγώνες του σήμερα, αλλά και να διαμορφώσουμε τις οργανώσεις και τις δυνάμεις του μέλλοντος. Πάνω από όλα δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για σεχταριστικούς ελιγμούς και την αναπαραγωγή παλιών οραμάτων ή διαφορών που δεν έχουν πλέον καμία σημασία, προκειμένου να προσπαθήσουμε να βρούμε κοινό έδαφος.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Σημαίνει μία εις έπακρον προσπάθεια για την οικοδόμηση των οργανώσεων και των στρατηγικών που θα οδηγήσουν σε νίκη απέναντι στα προγράμματα λιτότητας. Αυτό μπορεί να συμβάλει στην κινητοποίηση, ενδυνάμωση και ενίσχυση των οργανώσεων της εργατικής τάξης, των φτωχών να φέρουν εις πέρας αυτή την προσπάθεια, κατά τη διάρκεια της οποίας κάποιοι από τους χθεσινούς συμμάχους θα υποχωρήσουν από τη θέση που είχαν. Είναι σαφές ότι θα υπάρξει μια αναδιοργάνωση, διότι ορισμένες από τις δυνάμεις που αντιτίθενται στο νεοφιλελευθερισμό πίστευαν σε κάποιο γνήσιο, αυθεντικό, καλύτερο καπιταλισμό. Πρέπει να πείσουμε αυτούς τους ανθρώπους ότι δεν υπάρχει τέτοιο είδος καπιταλισμού, πράγμα βέβαια που θα γίνει στον καιρό του. Κάποιοι άλλοι που είναι σοκαρισμένοι και έχουν άλλες καταβολές, για παράδειγμα την ιδέα ότι η Ελλάδα χάνει την ανεξαρτησία της ή ότι τα δικαιώματα του ελληνικού λαού ποδοπατούνται, θα φέρουν μαζί τους στον αγώνα γλώσσα και ιδέες που δεν τις έχουμε συνηθίσει στους αγώνες. Μιλώ εδώ ως τροτσκιστής και ως διεθνιστής, που στάθηκε πάντα υπέρ του διεθνισμού ενάντια στον εθνικισμό.
Ωστόσο, πρέπει να καταλάβουμε, όπως και ο Τρότσκι κατάλαβε και το κίνημα κατάλαβε, ότι άλλο είναι να εκφράζεις τον εθνικισμό ως καταπιεστής, και άλλο να μεταφέρεις ιδέες που αντιπροσωπεύουν μία πραγματικότητα εθνικής καταπίεσης. Με άλλα λόγια, όταν κάποιος λέει «Πού είναι τα δικαιώματά μου, και γιατί αποφασίζουν γι’ αυτά τράπεζες στη Γερμανία, θέλω να τα επιστρέψουν στην Ελλάδα», δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα, με κάποιον που φωνάζει «η Μακεδονία είναι ελληνική», και «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ». Αυτές είναι δύο διαφορετικές έννοιες, και εάν δεν μπορέσεις να καταλάβεις τη διαφορά μεταξύ τους, ο αγώνας δεν πρόκειται ποτέ να προχωρήσει. Πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να κινηθούν ενάντια σε αυτά που κάνουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, οι πολυεθνικές εταιρίες, καθώς και μεγάλα τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου, θα φέρουν μαζί τους ιδέες και αντιλήψεις που δεν τις έχουμε συνηθίσει, αλλά πρέπει να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε ποιοι είναι οι άξονες ή τα κύρια σημεία του αγώνα, και να καταλάβουμε τι οδηγεί τους ανθρώπους στην αντίσταση και με ποιο τρόπο θα ενωθούμε με αυτό το αίσθημα και θα δημιουργήσουμε μια σαφέστερη αντίληψη του μέλλοντος.
Σχόλια