Τρία ρεύματα της Αριστεράς διαδραμάτισαν ρόλο στην εξέγερση και διαμόρφωσαν τελικά το ιδεολογικό και πολιτικό προφίλ της Κομμούνας. Οι μπλανκιστές, οι διεθνιστές και οι νεο-γιακωβίνοι. Ο ρόλος των (πολυάριθμων) ανεξάρτητων ήταν σημαντικός αλλά δεν συγκρότησαν ενιαία τάση.
Οι μπλανκιστές –οπαδοί του μεγάλου επαναστάτη Αύγουστου Μπλανκί – είχαν ένα απλό πολιτικό σχέδιο: μια ένοπλη συνωμοτική ομάδα, αποφασισμένων επαναστατών παίρνει την εξουσία και, μετά από μια μεταβατική περίοδο επαναστατικής δικτατορίας, οδηγεί τους εργάτες (πιθανώς αμέτοχους μέχρι τότε) σε μια κοινωνία, «χωρίς θεό και αφέντη». Ζητήματα όπως η οργάνωση και η εκπροσώπηση των εργατών, οι κοινωνικές συμμαχίες, η οργάνωση του νέου τρόπου παραγωγής ήταν έξω από την προβληματική τους. Το πολιτικό τους σχέδιο απαιτούσε ακραίο συγκεντρωτισμό στη δράση. Τρεις φορές ο Μπλανκί και οι οπαδοί του επεχείρησαν ένοπλες εξεγέρσεις που θα πυροδοτούσαν την επανάσταση. Όλες απέτυχαν. Η πρώτη το Μάη του 1839 και οι άλλες δύο τις παραμονές της Κομμούνας, το Γενάρη και τον Αύγουστο του 1870.
Κατά την προετοιμασία της εξέγερσης της Κομμούνας, οργανωμένοι κυρίως γύρω από τη Λέσχη «Η Πατρίδα σε κίνδυνο» (που εξέδιδε και την ομώνυμη εφημερίδα μέχρι το Δεκέμβρη) και άλλους παράνομους ή ημιπαράνομους ομίλους, όπως η Επιτροπή Επαγρύπνησης της Μονμάρτης, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα επιφανέστερα στελέχη τους (Ριγκώ, Φερέ, Βαγιάν, Ρανβιέ, Έντ, Φλουράνς κ.ά.) συμμετείχαν στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς και εκλέχτηκαν στο Συμβούλιο της Κομμούνας, αναλαμβάνοντας νευραλγικές θέσεις. Η γυναικεία ψυχή της Κομμούνας, η Λουίζ Μισέλ, ήταν μαχητική μπλανκίστρια.
Μαζί με τους νεο-γιακωβίνους και πολλούς ανεξάρτητους συγκρότησαν την πλειοψηφία του Συμβουλίου της Κομμούνας, που ψήφισε τη δημιουργία της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας, η οποία ουσιαστικά διεύθυνε την Κομμούνα από τις αρχές Μα¨ίου.
Το μαρξιστικό ρεύμα του εργατικού κινήματος, που διαμορφώθηκε μετά την Κομμούνα, άσκησε αυστηρή κριτική στον μπλανκισμό.
Ο Μάρξ, σε μια πολύ σκληρή αποστροφή του, τον χαρακτήρισε «το πρόβλημα της Κομμούνας». Ο Έγκελς έγραψε για τον Μπλανκί ότι είναι «ένας μεγάλος επαναστάτης που είναι σοσιαλιστής από συμπάθεια στις δυστυχίες του λαού, αλλά δεν έχει σοσιαλιστική θεωρία, ούτε στρατηγική κοινωνικού μετασχηματισμού». Κατά τον Τρότσκι, «το λάθος αρχής ήταν ότι (ο Μπλανκί) ταύτιζε την επανάσταση με την εξέγερση και το τεχνικό του λάθος ότι ταύτιζε την εξέγερση με το οδόφραγμα».
Διεθνιστές αποκαλούνταν τα μέλη της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών, γνωστή ως 1η Διεθνής, που είχε ιδρυθεί στο Λονδίνο το 1855 και είχε κάνει μέχρι το 1869 τα τέσσερα πρώτα συνέδριά της. Στην αρχή (και πιο έντονα το Γαλλικό τμήμα της) κυριαρχούνταν από τις ιδέες του Προυντόν (μουτουαλισμός). Εχθρικός προς την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, θεωρούσε κύτταρο της σοσιαλιστικής κοινωνίας τη μικρή αυτοδιαχειριζόμενη επιχείρηση. Ο έντονος «αντικρατισμός» του ήταν πολύ ελκτικός, σε μια περίοδο που οι εργάτες άρχιζαν να αντιλαμβάνονται το κράτος σαν συλλογικό εχθρό τους. Οι συντηρητικές έως αντιδραστικές πλευρές του προυντονισμού (επιφύλαξη και καχυποψία απέναντι στις εργατικές απεργίες, η γυναίκα στο σπίτι – βάση της οικογένειας) οδήγησαν στη βαθμιαία μείωση της επιρροής του στη Διεθνή προς όφελος, κατ’ αρχήν, των ιδεών του Μπακούνιν και, αργότερα, του Μαρξ.
Από το 1864 λειτουργεί στο Παρίσι το Γαλλικό Τμήμα της Διεθνούς, με ψυχή το νεαρό βιβλιοδέτη Ευγένιο Βαρλέν, ιδρυτή της Παρισινής Ομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων (προδρόμου της CGT). Ο Βαρλέν κάνει βήματα αποδέσμευσης από τις προυντονιστικές επιρροές προς όφελος ενός «κολλεκτιβισμού» και φαίνεται να προσεγγίζει τις (αδιαμόρφωτες ακόμα) ιδέες του Μαρξ. Οι μπλανκιστές γενικά δεν συμμετέχουν στη Διεθνή, καταλογίζοντάς της συμβιβαστική τακτική και αναβλητικότητα για την επανάσταση.
Τα στελέχη της Διεθνούς στο Παρίσι, εργάτες οι περισσότεροι, οργανώνουν πολλές απεργίες νόμιμες ή παράνομες (το 1868 το αυτοκρατορικό καθεστώς απαγορεύει τη δράση της Διεθνούς). Συμμετέχουν στη συγκρότηση της Εθνοφρουράς, στην εξέγερση και αρκετοί εκλέγονται στο Συμβούλιο της Κομμούνας. Η ομάδα τους (εκτός του Βαγιάν και του Φρένκελ) καταψηφίζει τη δημιουργία της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας και συγκροτεί μαζί με ανεξάρτητους τη μειοψηφία, στην οποία αργότερα προσχωρεί και ο Φρένκελ.
Από αυτούς που επέζησαν μετά τη συντριβή της Κομμούνας, οι Βαγιάν, Φρένκελ και Λονγκέ (γαμπρός του Μαρξ) υπήρξαν ιδρυτικά στελέχη της 2ης Διεθνούς. Οι Πεντύ και Μαλόν προσχώρησαν στη Μπακουνιστική τάση και αργότερα στο αναρχικό κίνημα.
Οι νεο-γιακωβίνοι εμπνέονται από το όραμα της ολοκλήρωσης των επαναστάσεων του 1789 και του 1792. Μαχητικοί αντιμοναρχικοί και αντικληρικοί, θεωρούν την εξέγερση στο Παρίσι το πρώτο βήμα για τη δημοκρατική ενοποίηση ολόκληρης της χώρας, υπό μια κεντρική γιακωβίνικη εξουσία. Με θολό κοινωνικό όραμα, είχαν σημαντική επιρροή στα μη προλεταριακά λαϊκά στρώματα του Παρισιού.
Τα πιο γνωστά στελέχη τους ήταν διανοούμενοι, κυρίως εκδότες ή δημοσιογράφοι παράνομων ή ημιπαράνομων εντύπων, με μακρόχρονη αντιμοναρχική δράση. Εμβληματική είναι η φυσιογνωμία του γερο-Ντελεκλύζ, Επίτροπου Πολέμου της Κομμούνας, που είχε γνωρίσει όλες τις αυτοκρατορικές φυλακές και τους τόπους εξορίας και τελικά έπεσε, μαχόμενος σε οδόφραγμα, 62 χρονών με το τουφέκι στο χέρι. Αποτελούσαν την πολυπληθέστερη (μετά τους ανεξάρτητους) ομάδα στο Συμβούλιο της Κομμούνας, συνεργαζόμενοι στενά με τους μπλανκιστές, με τους οποίους τους συνέδεε ο ακραίος συγκεντρωτισμός.
Κατά την προετοιμασία της εξέγερσης της Κομμούνας, οργανωμένοι κυρίως γύρω από τη Λέσχη «Η Πατρίδα σε κίνδυνο» (που εξέδιδε και την ομώνυμη εφημερίδα μέχρι το Δεκέμβρη) και άλλους παράνομους ή ημιπαράνομους ομίλους, όπως η Επιτροπή Επαγρύπνησης της Μονμάρτης, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα επιφανέστερα στελέχη τους (Ριγκώ, Φερέ, Βαγιάν, Ρανβιέ, Έντ, Φλουράνς κ.ά.) συμμετείχαν στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς και εκλέχτηκαν στο Συμβούλιο της Κομμούνας, αναλαμβάνοντας νευραλγικές θέσεις. Η γυναικεία ψυχή της Κομμούνας, η Λουίζ Μισέλ, ήταν μαχητική μπλανκίστρια.
Μαζί με τους νεο-γιακωβίνους και πολλούς ανεξάρτητους συγκρότησαν την πλειοψηφία του Συμβουλίου της Κομμούνας, που ψήφισε τη δημιουργία της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας, η οποία ουσιαστικά διεύθυνε την Κομμούνα από τις αρχές Μα¨ίου.
Το μαρξιστικό ρεύμα του εργατικού κινήματος, που διαμορφώθηκε μετά την Κομμούνα, άσκησε αυστηρή κριτική στον μπλανκισμό.
Ο Μάρξ, σε μια πολύ σκληρή αποστροφή του, τον χαρακτήρισε «το πρόβλημα της Κομμούνας». Ο Έγκελς έγραψε για τον Μπλανκί ότι είναι «ένας μεγάλος επαναστάτης που είναι σοσιαλιστής από συμπάθεια στις δυστυχίες του λαού, αλλά δεν έχει σοσιαλιστική θεωρία, ούτε στρατηγική κοινωνικού μετασχηματισμού». Κατά τον Τρότσκι, «το λάθος αρχής ήταν ότι (ο Μπλανκί) ταύτιζε την επανάσταση με την εξέγερση και το τεχνικό του λάθος ότι ταύτιζε την εξέγερση με το οδόφραγμα».
Διεθνιστές αποκαλούνταν τα μέλη της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών, γνωστή ως 1η Διεθνής, που είχε ιδρυθεί στο Λονδίνο το 1855 και είχε κάνει μέχρι το 1869 τα τέσσερα πρώτα συνέδριά της. Στην αρχή (και πιο έντονα το Γαλλικό τμήμα της) κυριαρχούνταν από τις ιδέες του Προυντόν (μουτουαλισμός). Εχθρικός προς την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, θεωρούσε κύτταρο της σοσιαλιστικής κοινωνίας τη μικρή αυτοδιαχειριζόμενη επιχείρηση. Ο έντονος «αντικρατισμός» του ήταν πολύ ελκτικός, σε μια περίοδο που οι εργάτες άρχιζαν να αντιλαμβάνονται το κράτος σαν συλλογικό εχθρό τους. Οι συντηρητικές έως αντιδραστικές πλευρές του προυντονισμού (επιφύλαξη και καχυποψία απέναντι στις εργατικές απεργίες, η γυναίκα στο σπίτι – βάση της οικογένειας) οδήγησαν στη βαθμιαία μείωση της επιρροής του στη Διεθνή προς όφελος, κατ’ αρχήν, των ιδεών του Μπακούνιν και, αργότερα, του Μαρξ.
Από το 1864 λειτουργεί στο Παρίσι το Γαλλικό Τμήμα της Διεθνούς, με ψυχή το νεαρό βιβλιοδέτη Ευγένιο Βαρλέν, ιδρυτή της Παρισινής Ομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων (προδρόμου της CGT). Ο Βαρλέν κάνει βήματα αποδέσμευσης από τις προυντονιστικές επιρροές προς όφελος ενός «κολλεκτιβισμού» και φαίνεται να προσεγγίζει τις (αδιαμόρφωτες ακόμα) ιδέες του Μαρξ. Οι μπλανκιστές γενικά δεν συμμετέχουν στη Διεθνή, καταλογίζοντάς της συμβιβαστική τακτική και αναβλητικότητα για την επανάσταση.
Τα στελέχη της Διεθνούς στο Παρίσι, εργάτες οι περισσότεροι, οργανώνουν πολλές απεργίες νόμιμες ή παράνομες (το 1868 το αυτοκρατορικό καθεστώς απαγορεύει τη δράση της Διεθνούς). Συμμετέχουν στη συγκρότηση της Εθνοφρουράς, στην εξέγερση και αρκετοί εκλέγονται στο Συμβούλιο της Κομμούνας. Η ομάδα τους (εκτός του Βαγιάν και του Φρένκελ) καταψηφίζει τη δημιουργία της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας και συγκροτεί μαζί με ανεξάρτητους τη μειοψηφία, στην οποία αργότερα προσχωρεί και ο Φρένκελ.
Από αυτούς που επέζησαν μετά τη συντριβή της Κομμούνας, οι Βαγιάν, Φρένκελ και Λονγκέ (γαμπρός του Μαρξ) υπήρξαν ιδρυτικά στελέχη της 2ης Διεθνούς. Οι Πεντύ και Μαλόν προσχώρησαν στη Μπακουνιστική τάση και αργότερα στο αναρχικό κίνημα.
Οι νεο-γιακωβίνοι εμπνέονται από το όραμα της ολοκλήρωσης των επαναστάσεων του 1789 και του 1792. Μαχητικοί αντιμοναρχικοί και αντικληρικοί, θεωρούν την εξέγερση στο Παρίσι το πρώτο βήμα για τη δημοκρατική ενοποίηση ολόκληρης της χώρας, υπό μια κεντρική γιακωβίνικη εξουσία. Με θολό κοινωνικό όραμα, είχαν σημαντική επιρροή στα μη προλεταριακά λαϊκά στρώματα του Παρισιού.
Τα πιο γνωστά στελέχη τους ήταν διανοούμενοι, κυρίως εκδότες ή δημοσιογράφοι παράνομων ή ημιπαράνομων εντύπων, με μακρόχρονη αντιμοναρχική δράση. Εμβληματική είναι η φυσιογνωμία του γερο-Ντελεκλύζ, Επίτροπου Πολέμου της Κομμούνας, που είχε γνωρίσει όλες τις αυτοκρατορικές φυλακές και τους τόπους εξορίας και τελικά έπεσε, μαχόμενος σε οδόφραγμα, 62 χρονών με το τουφέκι στο χέρι. Αποτελούσαν την πολυπληθέστερη (μετά τους ανεξάρτητους) ομάδα στο Συμβούλιο της Κομμούνας, συνεργαζόμενοι στενά με τους μπλανκιστές, με τους οποίους τους συνέδεε ο ακραίος συγκεντρωτισμός.
Σχόλια