Η κυβέρνηση και τα εξαγορασμένα μέσα παραπληροφόρησης φροντίζουν σε καθημερινή βάση να αναδεικνύουν «επιτυχίες» της κυβέρνησης στον οικονομικό τομέα. Τα καυτά προβλήματα, όταν εμφανίζονται, είναι με «ψιλά γράμματα» και ταυτόχρονα με ένα σωρό από δικαιολογίες και διαστρεβλώσεις για να «βγει λάδι» η κυβέρνηση από τις τεράστιες ευθύνες της. Ένα τέτοιο θέμα που καίει τη συντριπτική πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων, κοινώς του συνολικού πληθυσμού της χώρας, είναι το κόστος στέγασης, που αφορά όχι μόνο το οικιστικό πρόβλημα αλλά και τις συνοδευτικές δαπάνες στέγασης (ρεύμα, θέρμανση κ.λπ.).
Το πρόβλημα του κόστους της στέγασης δεν είναι μονομερές, δεν αφορά μόνο την πλευρά του ποιο είναι το κόστος που για οποιουσδήποτε λόγους μπορεί να είναι υψηλό. Είναι άρρηκτα δεμένο και οξύνεται στο έπακρο λόγω: α) της συνεχούς συρρίκνωσης του πραγματικού λαϊκού εισοδήματος με πολλαπλούς τρόπους, β) του μοντέλου ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με την εξάρτηση από τον επεκτατικό τουρισμό, γ) της άκριτης νεοφιλελεύθερης πολιτικής της κυβέρνησης, διανθισμένης με εξυπηρετήσεις των «δικών» της ανθρώπων, «λοβιτούρες» και σκάνδαλα, και δ) της πλήρους ανεπάρκειας οποιουδήποτε μέτρου που εφαρμόζει η κυβέρνηση στον τομέα αυτό, καθώς τα όποια μέτρα είναι για επικοινωνιακούς σκοπούς και για την εξυπηρέτηση ουσιαστικά άλλων, παράλληλων συμφερόντων.
Συνοπτικά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η λαϊκή οικογένεια στο θέμα του κόστους στέγασης είναι τα ακόλουθα:
1 Το ποσοστό ιδιοκατοίκησης μειώνεται συνεχώς τα τελευταία 20 χρόνια: Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, την περίοδο 2005-2023 η μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα ήταν δραματική. Από 84,6% το 2005 (δηλαδή ενοικίαση το 15,4%) έφτασε το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στο 69,6% (μείωση κατά 15 εκατοστιαίες μονάδες σε 18 χρόνια), με ανάλογη αύξηση στην ενοικίαση, που έφτασε το 30,4%. Ειδικά μάλιστα στην Αθήνα το ποσοστό ιδιοκατοίκησης το 2023 έπεσε στο 64%! Από τη γενική μείωση, πάνω από το ένα τρίτο (το 5,8%) σημειώθηκε στην εποχή της παρούσας κυβέρνησης Μητσοτάκη-Ν.Δ. (2019-2024): από 74,4% έπεσε στο 69,6%.
Η Ελλάδα σε σχέση με τις λοιπές χώρες της Ε.Ε. συνεχώς υποχωρεί στην κατάταξη. Συγκριτικά με το μέσο όρο της Ευρώπης, η Ελλάδα βρίσκεται το 2023 στην 20ή θέση, από την 17η που ήταν το 2019 σε σύνολο 33 χωρών. Η μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερη από εκείνη στο μέσο ευρωπαϊκό όρο των 33 χωρών. Από τις 33 εξεταζόμενες χώρες της Ευρώπης για την περίοδο 2019-2023: οι 15 σημείωσαν αύξηση στο ποσοστό ιδιοκατοίκησης (η μεγαλύτερη αύξηση στη Σερβία με 8,35%), οι 14 σημείωσαν μείωση (η μεγαλύτερη στην Ελλάδα με 5,8% και ακολουθεί η Μάλτα με 5,1%), ενώ 6 χώρες δεν έχουν πλήρη στοιχεία για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Συγκριτικά με άλλες χώρες που πέρασαν μνημόνια στην περίοδο 2019-2023, η Ελλάδα είχε μείωση 5,8% στην ιδιοκατοίκηση όταν η Ιρλανδία είχε αύξηση 0,7%, η Κύπρος 0,9% και η Πορτογαλία 2,1%. Μείωση είχε η Ισπανία (μόνο 0,9%). Η Ελλάδα που είχε δημοσιονομικό πρόβλημα υπέστη τη μεγαλύτερη ζημιά στην ιδιοκατοίκηση από τις άλλες χώρες, που το πρόβλημα που τις οδήγησε σε μνημονιακές καταστάσεις και πολιτικές ήταν τραπεζικό και συνεπώς άμεσα συνδεδεμένο με τα δάνεια κατοικίας και τη λήψη σχετικών μέτρων.
-
Ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα στο 69,6% (μείωση κατά 15 εκατοστιαίες μονάδες σε 18 χρόνια)
-
Ο μέσος Έλληνας δαπανά το 35,2 του πραγματικού διαθέσιμου μηνιαίου εισοδήματός του για τη στέγαση
-
Οι αυξήσεις στα ενοίκια την περίοδο 2019-2024 στην Αθήνα ανά περιοχή ξεκινούν από το 16,8% στο κέντρο της πόλης και έχουν φτάσει στο 49% (!) στα ανατολικά προάστια
2 Το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για τη σωστή κάλυψη των σχετικών αναγκών στέγασης: Αυτό εκφράζεται από το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι πρώτη στο κόστος στέγασης-οίκησης στην Ε.Ε. των 27. Ο μέσος Ευρωπαίος δαπανά το 19,7% του πραγματικού διαθέσιμου μηνιαίου εισοδήματός του για τη στέγαση. Το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο στην Ελλάδα, και ανέρχεται σε 35,2%. Δηλαδή ο μέσος έλληνας δαπανά πάνω από το 1/3 του μηνιαίου εισοδήματός του για τη στέγαση της οικογένειάς του. Για τις αδύναμες οικονομικά οικογένειες που ζουν στο ενοίκιο τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα, καθώς στο 80% των περιπτώσεων το κόστος στέγασης ξεπερνά σημαντικά το 40% του μηνιαίου οικογενειακού εισοδήματος.
Οι αιτίες δεν αφορούν μόνο την εκτόξευση του κόστους με τις αυξήσεις στις αξίες των ακινήτων και κατ’ επέκταση στα ενοίκια. Σημαντικά στην αύξηση του κόστους οίκησης συμβάλλει και το καρτέλ ενέργειας, που έχει οδηγήσει τις τιμές θέρμανσης και ρεύματος στα ύψη, φυσικά πάντοτε με τη βοήθεια των πολιτικών της κυβέρνησης. Στις αιτίες του προβλήματος υψηλού κόστους στέγασης περιλαμβάνονται και οι συνειδητές αποφάσεις της κυβέρνησης να κρατά τους μισθούς και τις συντάξεις κάτω από το ύψος του πληθωρισμού και πολύ περισσότερο του πραγματικού πληθωρισμού, που αφορά τη λαϊκή οικογένεια με τις ανάγκες της. Συνεπώς το άμεσο κόστος οίκησης εκτοξεύεται πολλαπλάσια από τον πληθωρισμό, ενώ οι όποιες αυξήσεις δίνονται σε μέσο επίπεδο στο σύνολο του λαού υπολείπονται σημαντικά του πληθωρισμού. Με αυτά τα δεδομένα κάθε μήνα ένα μέσο νοικοκυριό χρειάζεται να δαπανήσει μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός του. Αυτό, μαζί με άλλες ανάλογες καταστάσεις για τις λοιπές δαπάνες του, οδηγεί στα γεγονότα: α) το εισόδημα να μην φτάνει μετά την 20ή κάθε μήνα «να βγει» το υπόλοιπο διάστημα μέχρι το τέλος του, β) το 46,7% των νοικοκυριών να έχει καθυστερήσεις (ανεξόφλητες οφειλές) σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια, λογαριασμούς κοινής ωφέλειας κ.λπ.
3 Το κόστος στέγασης έχει εκτοξευτεί στα ύψη: Μετά από μια περίοδο με την έναρξη της μνημονιακής κρίσης στην Ελλάδα που διαρκεί μέχρι και το 2015, κατά την οποία το κόστος στέγασης παρέμενε σε λογικά επίπεδα και ακολουθούσε συγκριτικά τα εισοδήματα, η κατάσταση άρχισε να επιδεινώνεται εξαιτίας των κυβερνητικών πολιτικών. Το κόστος στέγασης άρχισε να αυξάνεται σταδιακά χωρίς τα εισοδήματα να ακολουθούν. Οι τιμές των ακινήτων επιταχύνουν τους ρυθμούς αύξησης και μετά το 2023 ξεπέρασαν τα προ κρίσης υψηλότερα επίπεδα του 2008. Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης είναι ο εκτροχιασμός στις αυξήσεις του κόστους στέγασης στην περίοδο κυρίως 2019 έως σήμερα της κυβέρνησης Μητσοτάκη-Ν.Δ. Σε αυτό το πλαίσιο οι αυξήσεις στα ενοίκια την περίοδο 2019-2024 στην Αθήνα ανά περιοχή ξεκινούν από το 16,8% στο κέντρο της πόλης και έχουν φτάσει στο 49% (!) στα ανατολικά προάστια. Παράλληλα με τα ενοίκια αυξήθηκαν υπέρμετρα και τα λοιπά στοιχεία του κόστους στέγασης (ρεύμα, θέρμανση κ.λπ.), με αποτέλεσμα το συνολικό κόστος στέγασης σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ την περίοδο 2020-2024 να έχει αυξηθεί κατά 21,6%, όταν ο γενικός πληθωρισμός (ΔΤΚ) ήταν στο 18%. Φυσικά αυτή η μέση αύξηση του κόστους στέγασης δεν δείχνει τις διαφοροποιήσεις από περιοχή σε περιοχή ανά την επικράτεια, όπου υπάρχουν αυξήσεις στη συγκεκριμένη περίοδο πολύ μεγαλύτερες. Με αυτά τα δεδομένα δημιουργούνται οξυμένες καταστάσεις με απλήρωτους λογαριασμούς που συνεχώς αυξάνονται, είτε αφορούν ενοίκια είτε λογαριασμούς ρεύμα, θέρμανση κ.λπ. Τα απλήρωτα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 23% σύμφωνα με τις φορολογικές δηλώσεις εισοδημάτων έτους 2023 συγκριτικά με το 2022.
4 Το μοντέλο «ανάπτυξης» της Ελλάδας είναι πολλαπλά αυτοκαταστροφικό: Αντί να αντιμετωπίσει το οικιστικό πρόβλημα, το επιδεινώνει, με ανεξέλεγκτες παρενέργειες. Η αύξηση του τουρισμού χωρίς σχέδιο, με μοναδικό κριτήριο μέτρησης τον αριθμό των αφίξεων, είναι μοντέλο χωρίς μέλλον. Σύμφωνα με τις στατιστικές, διαχρονικά έχουμε αύξηση του αριθμού των τουριστών αλλά μείωση της μέσης κατά κεφαλή δαπάνης. Αυτό εκτός των άλλων οικονομικά σημαίνει αύξηση αναγκών για προσωρινή στέγαση και αύξηση αριθμού απασχολουμένου ανειδίκευτου προσωπικού για εποχιακή εργασία. Και τα δύο δίνουν ένα αποτέλεσμα: α) χαμηλού εισοδήματος σε συνθήκες υπερεκμετάλλευσης της εργασίας με ανεξέλεγκτα, απλήρωτα ωράρια, άθλιες συνθήκες εργασίας, ζωής και στέγασης των εργαζόμενων στον τουριστικό τομέα, και β) μείωση αριθμού κατοικιών για διαμονή του μόνιμου πληθυσμού. Τα φαινόμενα με τους γιατρούς στις τουριστικές περιοχές, κυρίως τα νησιά, που παραιτούνται λόγω και έλλειψης στέγης, και των δασκάλων και καθηγητών που διαμένουν ακόμα και στα αυτοκίνητά τους, είναι η κορυφή του παγόβουνου αυτού του αδιέξοδου μοντέλου «ανάπτυξης». Ένα μοντέλο που εξασφαλίζει την κερδοφορία στις μεγάλες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τους tour operators και βυθίζει στην ανέχεια και τα αδιέξοδα μια ολόκληρη κοινωνία. Παράλληλα η λογική της ανάπτυξης του real estate με την εισαγωγή κεφαλαίων και την αγορά ακινήτων για εκμετάλλευση στην Ελλάδα από τα ήδη υπάρχοντα, ή έστω και η μερική επέκταση του κατασκευαστικού τομέα, υπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα που συνδέονται με κατασκευαστικές, τράπεζες, μεσάζοντες, ξένο κεφάλαιο και ντόπια μεγάλα συμφέροντα. Φυσικά δεν δημιουργούν ούτε παραγωγή ούτε εισοδήματα για το λαό.
Οι βασικές αιτίες του προβλήματος
Βασικές αιτίες που επιδεινώνουν τα προβλήματα στο θέμα του κόστους οίκησης: Οι αιτίες που επιδεινώνουν την οικονομική διάσταση του προβλήματος στέγασης οφείλονται στις αποφάσεις των κυβερνήσεων διαχρονικά, τις οποίες εφαρμόζει με όρους επιδείνωσης η παρούσα, που συμβάλουν στην εκτόξευση των τιμών στα ενοίκια. Ενδεικτικά απαριθμούμε:
α) Την ανεξέλεγκτη επέκταση του AirBnB στο πλαίσιο της κερδοσκοπίας στα ακίνητα, παρά τις όποιες υποσχέσεις της κυβέρνησης το τελευταίο διάστημα, που έμειναν χωρίς αντίκρισμα.
β) Τη ραγδαία επέκταση των ξένων κερδοσκοπικών κεφαλαίων στα ακίνητα κοντά σε τουριστικά αξιοθέατα. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση το κέντρο της Αθήνας και η συνεχής δέσμευση μεγάλων πολυκατοικιών/συγκροτημάτων και η δημιουργία ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων για τουριστική χρήση. Αυτές οι «αρπαχτές» εκ του ασφαλούς ονομάζονται εμπιστοσύνη του ξένου κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία, και ανάπτυξη καθώς τα οικήματα αυτά ανακαινίζονται και αλλάζουν χρήση.
γ) Την εξαίρεση των νέων κατοικιών (άδειες από την 1/1/2006). Τα νέα ακίνητα δεν μπορούν να τύχουν των ευεργετημάτων του προγράμματος «Σπίτι μου 2» όπως ανάλογα είχε γίνει και με το «Σπίτι μου 1».
δ) Την ανεξέλεγκτη χρήση της «χρυσής βίζας» από κατοίκους εκτός Ε.Ε. Εδώ η ελληνική κυβέρνηση για να «πουλά» τη βίζα εντός της Ε.Ε. παρέδωσε τα ακίνητα στα κυκλώματα που λυμαίνονται το όλο θέμα με την πώληση των συνδεδεμένων ακινήτων που είναι απαραίτητα για να λάβει κάποιος τη διεθνή βίζα εντός Ε.Ε. Έτσι με τα λίγα διαθέσιμα ακίνητα αυξάνονται δραματικά οι τιμές.
ε) Τις συνεχείς κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς στο πλαίσιο της ανεξέλεγκτης διαχείρισης των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες, τα funds και τους servicers.
Οι διάφορες κυβερνητικές αποφάσεις διαχρονικά, από τις προηγούμενες αλλά βασικά από την παρούσα κυβέρνηση, οδηγούν σε ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία, αύξηση των τιμών των ακινήτων και επιδείνωση μιας σειράς κοινωνικών προβλημάτων και δεικτών. Πώς να δημιουργήσουν οι νέοι οικογένεια με μισθούς πείνας και κόστος στέγασης στα ύψη; Έτσι στην Ελλάδα οι νέοι πλέον εγκαταλείπουν το πατρικό σπίτι μετά την ηλικία των 30,6 ετών, όταν στην Ε.Ε. ο αντίστοιχος μέσος όρος είναι 26,4 έτη. Φυσικά πώς να κάνουν παιδιά με αυτές τις οικονομικές καταστάσεις; Έτσι φτάσαμε μετά από συνεχή, σταδιακή μείωση στις 1,26 γεννήσεις ανά γυναίκα, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό ιστορικά για την Ελλάδα και κάτω από το 1,38 που είναι στην Ε.Ε. των 27 χωρών.
Ποιο είναι το συμπέρασμα;
Η Ελλάδα την εποχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη-Ν.Δ. επειδή όλα πάνε καλά στην οικονομία (!): i) έχει τη μεγαλύτερη μείωση στην Ευρώπη και την Ε.Ε. στο ποσοστό ιδιοκατοίκησης, ii) έχει το υψηλότερο στεγαστικό κόστος σε όλη την Ευρώπη, iii) έχει συνεχώς αυξανόμενο κόστος στέγασης χωρίς τα εισοδήματα να ακολουθούν, iv) το σύνολο των πολιτικών της επιδεινώνει την κατάσταση στο όνομα της ενίσχυσης της κερδοφορίας των ολίγων, v) σύμφωνα με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας όχι μόνο δεν φαίνεται προοπτική βελτίωσης αυτής της κατάστασης αλλά αντίθετα επιδεινώνεται, και vi) όλα αυτά οδηγούν σε μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες για τις προοπτικές της χώρας, με πρώτο θέμα δημογραφικό.