Η σημασία της Μ. Ανατολής και ειδικότερα των χωρών του Περσικού Κόλπου στην παγκόσμια οικονομία είναι κοινός τόπος. Τα κράτη του ΣΣΚ διαθέτουν το 40-45% των γνωστών παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου και το 20% του φυσικού αερίου. Το πλεόνασμα κεφαλαίου που συσσωρεύεται στην περιοχή έχει παίξει καίριο ρόλο στη συνολική χρηματοπιστωτική αρχιτεκτονική του καπιταλισμού. Στη δεκαετία του 1970, η αγορά ευρωδολαρίων (αποθεματικά σε δολάρια εκτός των ΗΠΑ) συντέλεσε αποφασιστικά στην ηγεμονία του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος, η δε ταχεία χρηματιστικοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας –μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης του 2008– οφείλεται εν μέρει στην ενσωμάτωση του ΣΣΚ στην παγκόσμια αγορά και στα χρηματοπιστωτικά κυκλώματα.
Η ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς τις τελευταίες δεκαετίες, με τις σύνθετες παραγωγικές αλυσίδες που επεκτείνονται από την κατασκευή προϊόντων στις ζώνες χαμηλόμισθης εργασίας μέχρι την πώληση εμπορευμάτων στις αναπτυγμένες χώρες, στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην ενεργειακή παραγωγή και στα χρηματοπιστωτικά πλεονάσματα του Περσικού Κόλπου. Τις τελευταίες δεκαετίες, συνέβησαν επίσης θεμελιώδεις μεταβολές στη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική που ενίσχυσαν τον περιφερειακό οικονομικό και πολιτικό ρόλο του ΣΣΚ, γεγονός που ήλθε στην επιφάνεια έντονα με την έκρηξη της Αραβικής Άνοιξης.
Οι χώρες του Κόλπου στην κορυφή της ιεραρχίας ισχύος
Μία βασική μεταβολή συνοψίζεται στην πλήρη επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού στην περιοχή με δραστήρια παρέμβαση της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ και περιφερειακών οικονομικών οργανισμών, όπως το Αραβικό Επιχειρηματικό Συμβούλιο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (του Νταβός) και το Συμβούλιο για την Περιφερειακή Ατζέντα, καθώς και της USAID (αμερικανικής υπηρεσίας εξωτερικής βοήθειας). Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές οδήγησαν σε εκπτώχευση των πληθυσμών και σε ακραία συγκέντρωση του πλούτου, στην πρόκληση μεγάλων κυμάτων εσωτερικής (και εξωτερικής) μετανάστευσης λόγω αδυναμίας επιβίωσης από την αγροτική εργασία, ενώ η ενσωμάτωση των αραβικών χωρών στην παγκόσμια απορρυθμισμένη αγορά –που συνεπαγόταν εξωστρεφή οικονομία και κερδοσκοπική διακύμανση των τιμών στα τρόφιμα και τα καύσιμα– έπαιξε βασικό ρόλο στην έκθεσή τους στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 εις βάρος του πληθυσμού. Σε περιφερειακή κλίμακα, το ΣΣΚ ήταν ο κύριος ωφελημένος από την απορρύθμιση, την ιδιωτικοποίηση και το άνοιγμα της αγοράς.
Η διοχέτευση κεφαλαίου από τις χώρες του Κόλπου στη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική εντάθηκε στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο. Στην περίοδο 2008-2010, το ΣΣΚ ήταν η μεγαλύτερη πηγή άμεσων ξένων επενδύσεων στην Αίγυπτο, την Ιορδανία, το Λίβανο, τη Λιβύη, την Παλαιστίνη, την Τυνησία, την Αλγερία και δεύτερη στο Μαρόκο και τη Συρία. Και αυτές δεν περιλαμβάνουν τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου στα χρηματιστήρια της περιοχής ή άλλες μορφές «αναπτυξιακών δανείων» που ρέουν προς άλλες μεσανατολικές χώρες από τον Περσικό Κόλπο. Μεγάλο μέρος αυτών των κεφαλαίων δεν προέρχεται από τα κρατικά επενδυτικά ταμεία, αλλά από ιδιωτικά κεφάλαια που στοχεύουν σε ακίνητα, εμπορικά κέντρα, τράπεζες και τηλεπικοινωνίες. Η κρίση του 2008, παρά τις επιμέρους απώλειες, όπως π.χ. ενός υπερχρεωμένου πολυκλαδικού ομίλου στο Ντουμπάι, ενίσχυσε τη θέση των κυρίαρχων τάξεων του Κόλπου. Ο χαρακτήρας της ταξικής διάρθρωσης στις χώρες του ΣΣΚ επέτρεψε να μετακυλήσουν την κρίση στους μετανάστες εργάτες, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης και η παραμονή τους συνδέεται με συμβόλαια εργασίας, και επωφελούμενες από τις κρατικές χρηματοδοτήσεις προς τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους, οι ελίτ οχυρώθηκαν έναντι των συνεπειών της κρίσης. Αυτό είχε ως συνέπεια να διευρυνθεί το χάσμα ανάμεσα στις ελίτ του Κόλπου και σε άλλες χώρες της Μ. Ανατολής και να ενισχυθεί η θέση του ΣΣΚ σ’ όλη την περιοχή.
Γεωπολιτικές συνέπειες
Από γεωπολιτική άποψη, η σχετική παρακμή των ΗΠΑ και η ανάδειξη ενός πολυπολικού κόσμου καθιστούν τις χώρες του ΣΣΚ, και ευρύτερα τη Μ. Ανατολή έδαφος όπου εκδηλώνονται πιο έντονα οι αντιπαλότητες των καπιταλιστικών δυνάμεων. Οι ΗΠΑ διεξάγουν πολέμους επί δεκαετίες σ’ αυτή την περιοχή και τη χρησιμοποιούν ως εφαλτήριο για επιβολή ελέγχου στην Κ. Ασία – εξάλλου, η ίδια η ίδρυση του ΣΣΚ, το 1981, αντιπροσώπευε την σταθεροποίηση των αντιδραστικών μοναρχιών υπό αμερικανική ομπρέλα στο πλαίσιο του πολέμου Ιράν-Ιράκ. (Η αύξηση της εχθρότητας προς το Ιράν πρέπει να ιδωθεί στο ίδιο πλαίσιο.) Την τρέχουσα περίοδο, οι Αμερικανοί ήδη ανήγγειλαν τη μετακίνηση στρατευμάτων από το Ιράκ στις χώρες του Κόλπου, όπου σταθμεύει ο πέμπτος αμερικανικός στόλος (Μπαχρέιν). Επίσης προωθείται η εγκατάσταση της αμερικανικής κεντρικής διοίκησης (Κατάρ), που είναι υπεύθυνη για στρατιωτικές επιχειρήσεις σε 27 χώρες, από το Κέρας της Αφρικής μέχρι την Κεντρική Ασία. Ταυτόχρονα, με την ανάδυση των ανατολικο-ασιατικών οικονομιών, παρατηρείται μια σοβαρή μετατόπιση των εξαγωγών πετρελαίου των χωρών του Κόλπου προς την Κίνα κυρίως. Το 50% των συνολικών εξαγωγών τους κατευθύνεται προς ανατολάς, ενώ το 50% των εξαγωγών αργού της Σ. Αραβίας πηγαίνει στην Κίνα. Συνεπώς, οι ηγετικές καπιταλιστικές δυνάμεις –συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας και της Κίνας– αφενός ανταγωνίζονται για την προώθηση των συμφερόντων τους στην περιοχή και αφετέρου συνεργάζονται για να μην επιτρέψουν να διεκδικηθεί ο πλούτος της από τους εργαζόμενους πληθυσμούς, αλλά να παραμείνει στα χέρια των ελίτ και στη διάθεση της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας. Η πολιτική αντίδραση τόσο των χωρών του ΣΣΚ όσο και των ηγετικών ξένων δυνάμεων στις αραβικές εξεγέρσεις συναρτάται απόλυτα με τη διατήρηση αυτού του status quo.
Ο αντιδραστικός ρόλος κατά των αραβικών εξεγέρσεων
Στο πλαίσιο αυτό αναδύθηκε ο ισχυρός πολιτικός και στρατιωτικός ρόλος των αντιδραστικών μοναρχιών σε όλη την περιοχή, στο βαθμό που αυτό που εμφανίστηκε ως αγώνας μέσα σε μεμονωμένες χώρες αναπόφευκτα θα έλθει σε σύγκρουση με τις περιφερειακές ιεραρχίες ισχύος. Προς το παρόν, δεν εκφράζεται στα συνθήματα, αλλά είναι εγγενής στη λογική αυτών των εξεγέρσεων η αμφισβήτηση της περιφερειακής τάξης πραγμάτων, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο οι παγκόσμιες δυνάμεις, όσο και το Ισραήλ και οι μοναρχίες του Κόλπου. Οι δομές πολιτικής διακυβέρνησης στην Αίγυπτο, την Τυνησία και άλλες χώρες αποτελούν μέρος της συνολικής δομής που εγκαθιδρύθηκε στην περιοχή και του τρόπου που το ΣΣΚ τοποθετήθηκε στην κορυφή της ιεραρχίας της περιφερειακής αγοράς. Οι αγώνες ενάντια στις δικτατορίες συνυφαίνονται με τον τρόπο που αναπτύχθηκε ο καπιταλισμός στην περιοχή και η αντίστοιχη τάξη πραγμάτων. Αυτό εξηγεί τις μανιώδεις προσπάθειες του ΣΣΚ να αναχαιτίσει και να εκτροχιάσει τις εξεγέρσεις. Η εισβολή στη Λιβύη, όπου κύριο ρόλο έπαιξαν το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, είναι βασικό παράδειγμα. Και υπάρχει πλήθος άλλων: Η επέμβαση σαουδαραβικών στρατευμάτων στο Μπαχρέιν, η διοχέτευση δισ. δολαρίων στις αντιδραστικές δυνάμεις της Αιγύπτου και της Τυνησίας, η εισδοχή του Μαρόκου και της Ιορδανίας στο ΣΣΚ ως υποψηφίων μελών, η παρέμβαση και η προσπάθεια να κατευθύνουν τις εξεγέρσεις στην Υεμένη και τη Συρία και κυρίως η κλιμάκωση των απειλών κατά του Ιράν – θέμα στο οποίο ταυτίζονται πλήρως με το Ισραήλ. Ο ιμπεριαλισμός στην περιοχή συναρθρώνεται και διαμεσολαβείται από τα κράτη του Κόλπου, κάτι που δεν είναι βεβαίως καινούργιο, αλλά καθίσταται πιο σημαντικό λόγω της ενισχυμένης θέσης των κρατών αυτών το παγκόσμιο καπιταλιστικό γίγνεσθαι και του σημαντικού πολιτικού ρόλου που αυτή η θέση συνεπάγεται.
(Το άρθρο στηρίζεται στη συνέντευξη του Adam Hanieh, στο σάιτ New Left Project, με τίτλο «Class and Capitalism in the Gulf – The Political Economy of the GCC». Ο Hanieh είναι λέκτορας στο SOAS του Λονδίνου και μέλος της σύνταξης του Historical Materialism).