του Πέτρου Αβραμίδη
Είναι κοινό μυστικό για την ελληνική οικονομία ότι το τραπεζικό σύστημα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα, αν όχι το μεγαλύτερο. Από την έναρξη της κρίσης το τραπεζικό σύστημα, που μέχρι τότε εμφανιζόταν ως ναυαρχίδα της «ισχυρής Ελλάδας», καταγράφει μεγάλες απώλειες. Η ψεύτικη εικόνα της ελληνικής οικονομίας και της εξάπλωσής της στα Βαλκάνια καταγράφεται, στη μνημονιακή περίοδο, στην καθοδική πορεία και δραματική συρρίκνωση των τραπεζών. Οι τραπεζίτες, οι οποίοι το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2010 έκαναν περιοδείες και συγκεντρώσεις του επιχειρηματικού κόσμου ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό για να διαλαλήσουν τη στήριξή τους στον μονόδρομο του μνημονίου που θα έφερνε γρήγορη ανάκαμψη, καταγράφουν επί 8 χρόνια πάσης φύσεως απώλειες –χωρίς να μπορούν να προσδιορίσουν ακόμα τον «πάτο». Οι εγκληματικές μνημονιακές πολιτικές της εσωτερικής υποτίμησης, τις οποίες στήριξαν χωρίς σκέψη και στοιχειώδη ανάλυση (καθώς πίστεψαν ότι θα έχουν συνέπειες μόνο στα λαϊκά στρώματα και ότι αυτοί θα μείνουν αλώβητοι), αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αρνητικές και για τα δικά τους συμφέροντα.
Πορεία συρρίκνωσης
Συμπληρώσαμε 8 μνημονιακά χρόνια και η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, παρά τις όποιες δηλώσεις και υποσχέσεις πολιτικών και αναλυτών για κάτι καλύτερο, συνεχίζει να τρέχει στον κατήφορο χωρίς φρένα. Οι θυγατρικές στο εξωτερικό, που συνδέονταν με τη μεγάλη εξόρμηση του ελληνικού κεφαλαίου, ξεπουλήθηκαν όλες έναντι ευτελών τιμημάτων, σε σχέση με τις προσδοκίες που είχαν επενδυθεί σε αυτές. Οι ξένοι επενδυτές στο τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα έφυγαν τρέχοντας, αφήνοντας πίσω τους τράπεζες «ζόμπι». Σήμερα οι τράπεζες μπορεί να έχουν ξένους ιδιοκτήτες –όμως αυτά τα κοράκια (εξαιρείται η Eurobank) δεν έχουν έρθει για τις τραπεζικές εργασίες, αλλά για τις «υπεραξίες των υποθηκών» των δανείων.
H συρρίκνωση των τραπεζών όσον αφορά στον αριθμό τους, τα καταστήματα, το προσωπικό, τα μεγέθη συνεχίζεται, καταγράφοντας μια εικόνα σήψης. Οι τρεις μέχρι σήμερα ανακεφαλαιοποιήσεις, μετά τα τεστ οικονομικής αντοχής των τραπεζών (stress test), ανήλθαν στο ποσό των 65 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων 50 δισεκατομμύρια πλήρωσε ο ελληνικός λαός. Σήμερα η χρηματιστηριακή αξία των 4 συστημικών τραπεζών που έλαβαν αυτά τα ποσά κεφαλαιακής ενίσχυσης ανέρχεται σε μόλις 9,7 δισεκατομμύρια ευρώ, και η σωρευτική ζημία του Δημοσίου (όλων μας) ξεπερνά τα 45 δισεκατομμύρια. Επί 8 χρόνια οι ρυθμοί χορηγήσεων προς την οικονομία είναι αρνητικοί. Το σύνολο των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα, από 250 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος 2009, έπεσε στα 184 στο τέλος 2017 (-26,4%). Αντίστοιχα, οι καταθέσεις μειώθηκαν από 238 δισεκατομμύρια ευρώ σε 126 (-47%). Από το σύνολο των δανείων έχουν αναγνωριστεί ως μη εξυπηρετούμενα πάνω από 100 δισεκατομμύρια. Αλλά κι αυτό είναι μόνο η μερική εικόνα, καθώς τα κανονικά εξυπηρετούμενα δάνεια, χωρίς διαχρονικά προβλήματα, είναι λιγότερα από 30 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι τρεις μέχρι σήμερα ανακεφαλαιοποιήσεις των συστημικών τραπεζών ανήλθαν στο ποσό των 65 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων 50 πλήρωσε ο ελληνικός λαός. Σήμερα η χρηματιστηριακή αξία τους ανέρχεται σε μόλις 9,7 δισεκατομμύρια ευρώ…
Όμως ο κατήφορος δεν σταματά ούτε εδώ. Πέρα από το θέμα των πλειστηριασμών και το τι σημαίνουν για τις τράπεζες και την οικονομία, στην πρόσφατη συνάντηση των τραπεζιτών με τον ευρωπαϊκό εποπτικό μηχανισμό (SSM) οι εντολές που έλαβαν ήταν «ξεπουλήστε δάνεια και ακίνητα αγνοώντας τη ζημία». Η κα Νουί, επικεφαλής του SSM, απαίτησε: «Όταν έχεις 100 δισεκατομμύρια ευρώ προβληματικά δάνεια, δεν μπορείς να κάθεσαι και να τα κοιτάς. Πρέπει να ξεκινήσεις από τα… χαμηλά!». Παράλληλα, δόθηκαν εντολές για εξοικονόμηση κόστους, κάτι που ζητούν και οι μέτοχοι-αρπακτικά. Πρακτικά, ο κλάδος οδηγείται σε νέα συρρίκνωση, με ορίζοντα το 2020. Οι τραπεζοϋπάλληλοι, που μειώθηκαν από 54.000 στο τέλος 2013 σε 42.000 στο τέλος 2017, θα μειωθούν κατά 5.000 επιπλέον μέχρι το 2020. Τα δίκτυα καταστημάτων, που μειώθηκαν κατά 200 την ίδια περίοδο και σήμερα ανέρχονται σε 2.037, θα μειωθούν στα μισά.
Stress test και ανάγκη κεφαλαίων
Υπό αυτές τις αρνητικές συνθήκες ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τα stress test 2018. Προχθές ανακοινώθηκαν οι παραδοχές (οικονομικά μεγέθη) με βάση τα οποία θα εκτιμηθούν οι αντοχές των τραπεζών. Οι παραδοχές αφορούν ένα εύρος από το βασικό σενάριο έως το αρνητικό. Θα μπορούσαμε να πούμε αρκετά για αυτές, αλλά δεν υπάρχει ο διαθέσιμος χώρος. Απλά σημειώνουμε ότι οι αξίες των ακινήτων δεν φαίνεται να ακολουθούν κατ’ αναλογία τη μεταβολή του ΑΕΠ, γεγονός το οποίο προβληματίζει την «αγορά». Βέβαια, η αγορά θέλει πάντοτε να κάνει εκτιμήσεις με βάση το τι η ίδια επιθυμεί, και όχι με τη λογική. Στην παρούσα περίοδο, όπως έχουμε αναφέρει επανειλημμένα, οι μαζικοί πλειστηριασμοί θα επηρεάσουν αρνητικά την κτηματαγορά. Σε αυτή τη λογική κινείται και η σχετική παραδοχή του SSM η οποία, σε τελική ανάλυση, μπορεί να αποδειχθεί συντηρητική.
Σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, φαίνεται ότι μετά τα αποτελέσματα των stress test (Νοέμβριος 2018) οι τράπεζες θα οδηγηθούν, εκ των πραγμάτων, σε νέο κύκλο ανακεφαλαιοποίησης. Όμως πρέπει να λάβουμε υπόψη τη συγκυρία και το τι κρύβει. Τα αποτελέσματα για τις ελληνικές τράπεζες θα ανακοινωθούν τον Μάιο 2018, όχι το Νοέμβριο, όπως θα γίνει για όλες τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Ο λόγος είναι ότι η χώρα συνεχίζει να είναι σε πρόγραμμα (μνημόνιο). Με δεδομένο ότι εκείνη την περίοδο θα γίνεται η 4η αξιολόγηση του παρόντος μνημονίου και θα οδεύουμε προς τη λήξη του, ανεξάρτητα του τι θα ακολουθήσει, οι διατυπώσεις για τα αποτελέσματα των τραπεζών θα είναι ιδιαίτερα «προσεκτικές». Αν η κυβέρνηση ικανοποιήσει, όπως κάνει πάντοτε, τις απαιτήσεις των δανειστών, οι διατυπώσεις θα σηματοδοτούν μια εικόνα ότι οι τράπεζες περνούν μεν τα stress test, αλλά για να παίξουν το ρόλο τους απαιτείται κεφαλαιακή ενίσχυση για το 2019. Έτσι θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια να εμφανιστεί η κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών ως συνήθης αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, και όχι ως αναγκαστική ανακεφαλαιοποίηση.
Εκτιμήσεις αναφέρουν συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες 8-10 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μόνο από το πρότυπο IFRS 9 (εγγραφή προβλέψεων για αναμενόμενες ζημιές από δάνεια) οι ζημιές εκτιμώνται σε 5 και πλέον δισεκατομμύρια ευρώ, που θα αποσβεστούν σε μία 5ετία. Το τελικό ύψος των αυξήσεων κεφαλαίου, που θα είναι περίπου στα μισά (4-5 δισεκατομμύρια ευρώ), θα καθοριστεί στην πορεία – αφού πρώτα πουληθούν και τα τελευταία «ασημικά» των τραπεζών («αναδιάρθρωση ενεργητικού» είναι η προσφιλής έκφραση) για να περιοριστούν τα ζητούμενα ποσά. Σημειώνουμε εδώ ότι το ΔΝΤ επανειλημμένα έχει ζητήσει το αποθεματικό των 10 δισεκατομμυρίων που υπάρχει για τις τράπεζες από το παρόν πρόγραμμα να αξιοποιηθεί, πριν τη λήξη του προγράμματος, για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση.
Τέλος, προβάλλει το μεγάλο ερώτημα για τις αυξήσεις κεφαλαίου. Με δεδομένη την εφαρμογή της οδηγίας bail in για κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών κατά σειρά από τους μετόχους, τους ομολογιούχους και τους καταθέτες, σε ποιο βαθμό θα υπάρξει κίνδυνος εμπλοκής των καταθετών στη νέα σωτηρία των τραπεζών; Θα είναι διατεθειμένοι οι σημερινοί μέτοχοι, που ήρθαν ως αρπακτικά των υποθηκών, να βάλουν νέα χρήματα; Σε κάθε περίπτωση, οι ασκοί του Αιόλου που έχει ανοίξει η κυβέρνηση με τους μαζικούς πλειστηριασμούς, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο από πολλές πλευρές στις επικείμενες εξελίξεις – που δεν θα είναι μόνο τραπεζικές.