του Ηλία Φιλιππίδη*
1. Η θεωρία του καιρού
Πρόκειται για την αρχαιότερη πολιτική, γεωπολιτική και ιστορική θεωρία του δυτικού κόσμου, η οποία γεννήθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο πριν από το 1.000 π.Χ. Μινωίτες, Μυκηναίοι και Φοίνικες ναυτικοί έπρεπε να μπορούν να διαβάζουν τρείς «χάρτες»: την γεωγραφία του δρομολογίου τους, τον έναστρο ουρανό και «τα σημεία των καιρών».
Ο τρίτος «χάρτης» ήταν ο δυσκολότερος. Απαιτούσε τα μεγαλύτερα αποθέματα πείρας, μνήμης και αντιλήψεως, όχι απλώς στο επίπεδο της γνώσεως αλλά πολύ περισσότερο στο επίπεδο της προβλέψεως.
Στον Όμηρο, στους Στωικούς φιλοσόφους και στον Ιησού Χριστό οφείλουμε, το ότι ο πανάρχαιος αυτός τρόπος συλλογικής σκέψεως έφθασε μέχρι τις ημέρες μας. Ο γερμανός θεολόγος Paul Tillich καθιέρωσε αυτόν τον τρόπο σκέψεως στην θεολογία ως «θεωρία του καιρού». Το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών διέδωσε διεθνώς την καιρική σκέψη στην δεκαετία του ‘80 ως σφαιρική αξιολόγηση του δυτικού πολιτισμού και κριτική της σχέσεώς του με τον Τρίτο Κόσμο. Αιχμή του δόρατος ήταν τα ρατσιστικά και αποικιοκρατικά καθεστώτα στην Αφρική. Η καιρική σκέψη (καιρικότητα) πέρασε και στην πολιτική-γεωπολιτική ανάλυση π.χ. Κ. Καστοριάδης.
Ο καιρισμός ως σφαιρική κριτική θεώρηση της πραγματικότητας εκτείνεται σε δύο χρονικά επίπεδα: α) στο παρόν και το παρελθόν ως κατάσταση συμπυκνώσεως και ως απολογισμό με βάση κάποιες σταθερές αναφορές και προσδοκίες και β) ως κριτική πρόβλεψη του μέλλοντος. Ο καιρισμός συνδυάζει την κριτική και εποπτική θεώρηση της πραγματικότητας με τον επαναπροσδιορισμό και την επιβεβαίωση των σταθερών και διαχρονικών επιλογών, όπως ο ανθρωποκεντρισμός, η ελευθερία και η δικαιοσύνη και τέλος με την οραματικότητα υπό την διπλή μορφή της, ως ουτοπία και ως δυστοπία.
2. Εγκλωβισμός, Ρηγματισμός και Κιβωτισμός
Εάν σαρώσουμε την ελλαδική πραγματικότητα με τα διαχρονικά ποιοτικά κριτήρια της καιρικής σκέψεως, ενώνεται το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, διαλύονται τα σχήματα της συγκυρίας που εγκλωβίζουν το πολιτικό γίγνεσθαι μέσα στα όρια του παροντικού ορίζοντα και αποκαλύπτεται γυμνή η φλέβα της πολιτικής πραγματικότητας ως καταστάσεως και ως προοπτικής. Ο Καιρισμός είναι σκέψη τριών διαστάσεων.
Με αυτήν την έννοια οι ελλαδικοί πολιτικοί σχηματισμοί δίνουν μία άλλη εικόνα και μας επιτρέπουν να τους διακρίνουμε σε τέσσερις κατηγορίες: τους Εγκλωβισμένους, τους Ρηγματιστές, τους Κιβωτιστές και τους Ιδρυτιστές.
Οι Εγκλωβισμένοι είναι αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες έχουν αποδεχθεί το ευρω-ατλαντικό πλαίσιο κυριαρχίας και την παγκοσμιοποίηση είτε ως εξελικτικό στάδιο του δυτικού πολιτισμού είτε ως τρέχουσα μορφή διεθνούς καταμερισμού ισχύος και οικονομικών σχέσεων, μέσα στην οποία εντάσσεται και η Ελλάδα, είτε το θέλει είτε όχι. Μ’ αυτά τα κριτήρια μετρούν την «κανονικότητα» της χώρας μας. Κι οι δύο εκδοχές αποδέχονται την κατάστασή μας ως μονόδρομο.
Εάν σαρώσουμε την ελλαδική πραγματικότητα με τα διαχρονικά ποιοτικά κριτήρια της καιρικής σκέψεως οι πολιτικοί σχηματισμοί δίνουν μία άλλη εικόνα και μας επιτρέπουν να τους διακρίνουμε σε τέσσερις κατηγορίες: τους Εγκλωβισμένους, τους Ρηγματιστές, τους Κιβωτιστές και τους Ιδρυτιστές
Η Ν.Δ., ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝ.ΑΛ. δέχονται την παρούσα κατάσταση ως πρόκληση για την «κανονικότητα» της χώρας. Αντιθέτως μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον Βελόπουλο και τον Βαρουφάκη ως ρηγματιστές με την έννοια, ότι επιδιώκουν συγκεκριμένες ρηγματώσεις στο γενικότερο πλαίσιο εγκλωβισμού της χώρας μας. Ο μεν Βελόπουλος ταλαντεύεται αφενός μεταξύ της γεωπολιτικής και γεω-οικονομικής ρήξεως και αφετέρου της αποδοχής της προκλήσεως με μία αναπτυξιακή έκρηξη της Ελλάδας, με πρωτοπορία τον πρωτογενή τομέα. Ο δε Βαρουφάκης καταγγέλλει την κατάσταση της χρεοδουλοπαροικίας της Ελλάδας και επικεντρώνει την πολιτική του στην επαναδιαπραγμάτευση του χρέους. Παράλληλα προτείνει την παραίτηση εκμεταλλεύσεως των υδρογονανθράκων, κάνοντας άνοιγμα προς τους Γερμανούς Πράσινους. Συμβιβάζεται προκλητικά μ’ όλα τα άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Προφανώς η εντολή που έχει πάρει, είναι να παίξει έναν πανευρωπαϊκό ρόλο, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα ως εφαλτήριο. Παρά την πληθωρική ρητορική τους θα ήταν λάθος να τους χαρακτηρίσουμε ως δημαγωγούς. Η εμφάνισή τους έχει να κάνει και με τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ-Γερμανίας-Ρωσίας για τον έλεγχο της Ελλάδας. Τίθενται υπό παρακολούθησιν.
Το κοινό σημείο μεταξύ Βελόπουλου και Βαρουφάκη δεν είναι μόνο η υπέρμετρη φιλοδοξία τους αλλά και η τακτική τους. Και οι δύο έχουν επιλέξει μία έξυπνη εναρκτήρια στρατηγική των επιλεγμένων προγραμματικών ρηγματώσεων και της επιθετικής κοινοβουλευτικής τακτικής προς όλες τις κατευθύνσεις.
Πάντως ένα θετικό στοιχείο της νέας Βουλής είναι, ότι δεν θα πλήττουμε και θα ακούμε έναν καλύτερο και ουσιαστικότερο πολιτικό λόγο σε σχέση με το επίπεδο της αγραμματοσύνης και της λούμπεν ρητορικής που είχε επιβάλει η κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ.
Πιο δύσκολος είναι βέβαια ο προσδιορισμός του πολιτικού ρόλου του ΚΚΕ. Στο κόμμα του Περισσού νομίζουμε, ότι ταιριάζει καλύτερα ο όρος του Κιβωτισμού. Το ΚΚΕ δίνει την εντύπωση, ότι έχει ως πρότυπο την Κιβωτό του Νώε. Ούτως ή άλλως ο μαρξισμός έχει παράδοση με τα παλαιοδιαθηκικά πρότυπα. Αλλά και ο Λένιν θα εύρισκε κοινά σημεία, όπως και διαφορές με το ΚΚΕ. Το κοινό τους σημείο είναι, ότι δεν πιστεύουν στον λαό. Για τον Λένιν και τον Περισσό ο λαός από πολιτικής πλευράς είναι ένα αδρανές υλικό, ακόμη και αν υποφέρει. Γι’ αυτό το ΚΚΕ δεν ενδιαφέρεται για το ποιά εικόνα δείχνει στον λαό, όπως ακριβώς και ο Νώε δεν έδινε σημασία για τις απορίες και τις λοιδορίες των συμπολιτών του, όταν έφτιαχνε την Κιβωτό. Ο Νώε είχε πάρει την εντολή από τον Θεό, το ΚΚΕ αισθάνεται, ότι εντολέας του είναι η ιστορία.
Η διαφορά αφορά το εργαλείο της επαναστάσεως. Ο Λένιν λειτουργούσε με μία εξίσωση τεσσάρων παραγόντων: ιστορία-κόμμα-επανάσταση-κατάληψη κράτους. Το ΚΚΕ δεν φαίνεται να πιστεύει στην επανάσταση πλέον, αποδέχεται στην πράξη, ότι αυτό δεν είναι πλέον εφικτό. Δεν πιστεύει ούτε σε μία πολιτική ανατροπή, αφού αυτή δεν πρόκειται να επιβιώσει ως μονάδα κράτους. Δεν πιστεύει ούτε στις πολιτικές συμμαχίες. Αυτό που θέλει είναι μόνο ο εγκιβωτισμός των οπαδών του ως μίας ξεχωριστής σέκτας πολιτικής μεταφυσικής και να κερδίσει χρόνο περιμένοντας με στωικότητα το κάλεσμα της ιστορίας, όταν θα έλθει ο μεγάλος κατακλυσμός με την κατάρρευση του παγκοσμίου οικονομικού συστήματος.
Το ΚΚΕ αντιλαμβάνεται τον μαρξισμό ως αναλλοίωτη ιστορική παρακαταθήκη, ως ένα ιερό κείμενο μεταφυσικής αλήθειας, όπως ο Μαρξ διαμόρφωσε την θεωρία του ως την εκκοσμίκευση του μεγάλου Σχεδίου του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου-ανθρωπότητας. Αν ο Μαρξ προβάλλει ως δεύτερος Μωυσής, που πήρε τις Εντολές από τον ίδιο τον Θεό πάνω στο Όρος Σινά, το ΚΚΕ προσθέτει στην ιστορική του αποστολή και το Όρος Αραράτ, όπου θα καθίσει η Κιβωτός του Κόμματος, όταν η ιστορία θα έχει τιμωρήσει με καταστροφή την ανθρωπότητα για την αμαρτωλή περίοδο του καπιταλισμού. Όταν θα ανοίξει η καταπακτή του Κόμματος-Κιβωτού εκείνη την ευλογημένη ημέρα, θα βγουν «έτοιμα από καιρό» όλα τα ομοιογενή αντίτυπα του Homo Socialisticus, για να δημιουργήσουν την νέα σοσιαλιστική ανθρωπότητα, αμετάκλητα πλέον χωρίς πισωγυρίσματα που φέρνουν απογοήτευση και αμφιβολίες.
Χωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε, ότι το ΚΚΕ έχει ξεκινήσει ένα πείραμα πολιτικής βιολογίας, δημιουργώντας ένα νέο κλάδο, της ιδεολογικής μεταγγίσεως. Πιστεύει, ότι θα διαμορφώσει τον απαραίτητο αριθμό γενεών για την δημιουργία του ολοκληρωμένου αλλά κυρίως ανθεκτικού σοσιαλιστικού ανθρώπου μέσα σε συνθήκες ανοικτού ανταγωνισμού. Το λάθος του Λένιν και της Σοβιετικής Ενώσεως ήταν η πεποίθησή τους, ότι το σύστημα διαμορφώνει τους πολίτες και επομένως η εξουσία είναι κατ’ ουσίαν η προϋπόθεση της συνειδήσεως. Το ΚΚΕ θέλει να διορθώσει τις ελλείψεις του Σοβιετικού πειράματος και να αποκτήσει το ανθρωπολογικό πλεονέκτημα, πριν από την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών. Το ΚΚΕ αποτελεί την τελευταία ελπίδα του Μαρξ για την πρακτική ολοκλήρωση της θεωρίας του. Ο ίδιος δεν μπόρεσε να βρει λύση στο καίριο θέμα συνειδήσεως-συνθηκών παραγωγής. Αυτό παραμένει το αδύνατο σημείο του. Γι’ αυτό μην απορείτε, αν το Κόμμα δεν δίνει σημασία στα εκλογικά αποτελέσματα.
3. Οι Ιδρυτιστές
Το πολιτικό δράμα της Ελλάδας ολοκληρώνεται με τους Ιδρυτιστές. Πρόκειται για όλες εκείνες τις μικρές πολιτικές δυνάμεις που στοχεύουν στην ανατροπή είτε του καθεστώτος των Μνημονίων και της λιτότητας είτε ακόμη και στην έξοδο από το ευρώ, την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ. Πέρα από την κρίση αναζητούν και τις αιτίες που την δημιούργησαν.
Εκεί που επικρατεί σύγχυση και διαφορές είναι η στάση τους απέναντι στα ιδιαίτερα προβλήματα της Ελλάδας, όπως οι σχέσεις μας με την Τουρκία, το μεταναστευτικό και το δημογραφικό πρόβλημα, η έννοια της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού συμφέροντος σε σχέση με την παγκοσμιοποίηση, τον διεθνισμό και το κοινωνικό πρόβλημα. Πάντως όλες αυτές οι δυνάμεις επιδιώκουν την επανίδρυση του πολιτικού μας συστήματος.
Σήμερα στην Ελλάδα ανταγωνίζονται τρείς βασικές προτάσεις:
α) Της αβλαβούς απολυτότητας, που εκφράζουν οι Κιβωτιστές. β) της κανονικότητας, που εκφράζουν οι Εγκλωβισμένοι και γ) της ανατροπής, που εκφράζουν οι Ιδρυτιστές. Βέβαια τα όρια μεταξύ των Ιδρυτιστών και των Ρηγματιστών δεν είναι τελείως στεγανά. Απλώς οι Ρηγματιστές για λόγους σκοπιμότητας επιλέγουν εκ των προτέρων τις ρηγματώσεις τους.
Σήμερα η Αριστερά έχει χάσει όλα τα βασικά της στοιχεία: το ηθικό της πλεονέκτημα, το ανώτερο κατά μέσον όρο μορφωτικό της επίπεδο, την ταυτότητά και την πολιτική της νομιμοποίηση. Με απλά λόγια, ο λαός δεν ξέρει σε τι χρησιμεύει, όταν δεν την έχει απαξιώσει πλήρως
Οι Ιδρυτιστές, προερχόμενοι ιδεολογικά από το Κίνημα των Αγανακτισμένων και την κίνηση Σπίθες του Μίκη Θεοδωράκη, «πολεμούν» σήμερα με την πλάτη στον τοίχο. Στην πραγματικότητα είναι αυτοί οι μεγάλοι ηττημένοι των εκλογών της 7ης Ιουλίου. Εξασφάλισαν μόνο το 2,41% των ψήφων, έναντι του μειωμένου ποσοστού 5,30% του ΚΚΕ και 81,71% των Εγκλωβισμένων. Βέβαια ένα υπολογίσιμο ποσοστό των Ιδρυτιστών δεν πήγε καν να ψηφίσει.
Οι λόγοι της αποτυχίας μας είναι: α) δεν γνωρίζουμε, αν αγωνιζόμαστε ως εμπροσθοφυλακή, ως προπομποί του μέλλοντος ή ως οπισθοφυλακή για να διασώσουμε, ό,τι μπορούμε από το παρελθόν μας. Β) Πάντα θα υπάρχει μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε κάποια αριστερά και σε κάποια δεξιά. Όμως σήμερα η Αριστερά έχει χάσει όλα τα βασικά της στοιχεία: το ηθικό της πλεονέκτημα, το ανώτερο κατά μέσον όρο μορφωτικό της επίπεδο, την ταυτότητά και την πολιτική της νομιμοποίηση. Με απλά λόγια, ο λαός δεν ξέρει σε τι χρησιμεύει, όταν δεν την έχει απαξιώσει πλήρως. Το συμπέρασμα είναι, ότι η Αριστερά σήμερα έχει και πρόβλημα ονομασίας και πρόβλημα πολιτικού περιεχομένου. Έχει μόνο παρελθόν, που και αυτό έχει κηλίδες, αλλά πάντως δεν φθάνει για μία πορεία προς το μέλλον. γ) Οι Ιδρυτιστές αυτοαπατώμαστε ότι ζούμε στον αστερισμό του ιδρυτισμού. Γι’ αυτό οι διάφοροι ηγετίσκοι του χώρου έχουν βάλει τον αυτόματο πιλότο, με πρώτη την Ζωή Κωνσταντοπούλου, νομίζοντας ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ μας. Στην πραγματικότητα ο λαός μας έχει κουραστεί από πειράματα, θεωρίες και υποσχέσεις, γι’ αυτό και ο χρόνος μας φθείρει. δ) Ο χώρος του ιδρυτισμού πάσχει από το σύνδρομο του ηγετισμού με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό του. Ο καταποντισμός των κομματιδίων του ιδρυτισμού έχει και τον χαρακτήρα της τιμωρίας. Ο λαός δεν τιμώρησε μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, τιμώρησε και τα κομματίδια της ανατροπής για τον βεντετισμό των αρχηγών τους, την αρχομανία τους και τον κατακερματισμό τους.
4. Επίλογος
Ο μόνος αστερισμός που προβάλλει, αφορά την ανασύσταση του πολιτικού φάσματος, αυτή την φορά μέσα στο κοινοβούλιο και όχι στην πλατεία Συντάγματος. Η νέα περίοδος θα κυριαρχείται από την αγωνία της Ν.Δ. να ανασυγκροτήσει το διαλυμένο κράτος και να το θέσει σε αναπτυξιακή τροχιά καθώς και από την προσωπική βεντέτα μεταξύ του Βαρουφάκη και του Τσίπρα. Η αποστολή του Γιάνη είναι η εκτόπιση του ΣΥΡΙΖΑ και η ανάληψη του ρόλου του αριστερού πόλου του νέου δικομματισμού από το ΜέΡΑ25. Ο αριστερός πόλος μπαίνει σε φάση μεγάλης αστάθειας, λόγω και των εσωτερικών συγκρούσεων του ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που θα συσπειρώνει τον δεξιό πόλο.
Το πρόβλημα με τον ιδρυτισμό είναι, ότι για το προβλεπτό μέλλον δεν μπορεί να αναδείξει μία αναμφισβήτητη ηγετική προσωπικότητα. Μπορούμε να κάνουμε κάτι ως ορκισμένοι ιδρυτιστές, ακόμη και χωρίς ηγεσία;
α) Να μη παρασυρόμαστε από τις σειρήνες και τις ερινύες του παρόντος και να δημιουργήσουμε πυρήνες ιδεολογικής συσπειρώσεως σε όλη την Ελλάδα στο πλαίσιο μιάς εκστρατείας για ένα Νέο Ελληνικό Διαφωτισμό, παράλληλα με τις όποιες διαβουλεύσεις σε επίπεδο συλλογικοτήτων.
β) Η διαφωτιστική εκστρατεία μπορεί να συνδυασθεί με την συζήτηση για την κατάρτιση ενός ελαχίστου πλαισίου συγκλίσεως και κοινής δράσεως.
γ) Να βρούμε μία ευρύτερη ονομασία, η οποία να καλύπτει τον χώρο και να δίνει το μήνυμα του ιδρυτισμού. Να κερδίσουμε πρώτ’ απ’ όλα το κριτήριο της ποιότητας και της ανιδιοτέλειας στην συνείδηση του λαού. Ο ήλιος του ιδρυτισμού έχει δύσει. Για να ανατείλει και πάλι, θα πρέπει εμείς να τον σηκώσουμε ψηλά, πάνω από τις μικροφιλοδοξίες μας. Ο ήλιος του ελληνικού μέλλοντος δεν είναι δικός μας, είναι του λαού!
Η ιστορία μας προσφέρει μία τελευταία ευκαιρία τεράστιου συμβολικού δυναμισμού για ένα νέο ξεκίνημα: τα 200 χρόνια της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας. Δεν πήρα την ιδέα από τον Κούλη και την Γιάννα. Από τον χειμώνα έγραφα σχετικά στα άρθρα μου στον Δρόμο της Αριστεράς αλλά και πριν, από το 2014 πρότεινα την καθιέρωση μιάς επταετίας, μέχρι το 2021, για την συνειδησιακή, κοινωνική και εθνική προετοιμασία του λαού μας. Εξάλλου οι κρατικές φιέστες και μάλιστα κάτω από τις καπελαδούρες της Γιάννας, έχουν μόνο βεγγαλικό χαρακτήρα. Όσο για την επομένη ημέρα, το σύνθημα θα είναι: Τους ζυγούς λύσατε και τα κεφάλια μέσα! Για μας το 2021 είναι μόνο η αφορμή. Το μέλλον αρχίζει από την επομένη ημέρα. Το 2021 ανήκει στον λαό. Η συνέχεια του ανήκει σε μας. Δεν θα αφήσουμε να χαθεί αυτή η ευκαιρία, όπως έγινε με τον εθελοντισμό μετά το 2004.
* Ο Ηλίας Φιλιππίδης έχει διατελέσει πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας και νομικός.