Ρύθμιση αλλά μόνο χωρίς επιδότηση
Αυτός είναι και ο λόγος που οι τράπεζες προχωρούν σε έναν στυγνό εκβιασμό εις βάρος των δανειοληπτών. Η επισφάλεια, ως προς τις επιδοτήσεις, οδήγησε σε κοινή γραμμή τις τράπεζες οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα «ευνοϊκής ρύθμισης» προς τους οφειλέτες, για το υπόλοιπο του δανείου. Με μία βασική προϋπόθεση ότι η νέα σύμβαση δεn θα προβλέπει καμία επιδότηση από κανέναν οργανισμό. Τόσο απλά.
Οι καταγγελίες το τελευταίο διάστημα πέφτουν βροχή και σχετική ανακοίνωση εξέδωσε η Ένωση Καταναλωτών-Ποιότητα Ζωής (ΕΚΠΟΙΖΩ) στην οποία αναφέρει πως η δυνατότητα εκβιασμού στην ουσία δίνεται από την ίδια την Υπουργική Απόφαση 2575/2012, σύμφωνα με την οποία ο (καταργημένος) Οργανισμός «δεν παρεμβάλλεται στις διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες και θα εξακολουθήσει να καταβάλλει την επιδότηση του επιτοκίου, με βάση τους προβλεπόμενους όρους στην αρχική σύμβαση, σύμφωνα με τους οποίους η επιδότηση από πλευράς του Οργανισμού δεν θα υπερβαίνει τα εννέα πρώτα χρόνια του συνολικού χρόνου αποπληρωμής του δανείου».
«Να γίνει υποχρεωτική»
«Οι τράπεζες εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι η απόφαση αυτή, αντί να καθιστά υποχρεωτική τη διατήρηση της επιδότησης, απλώς την προβλέπει, σε συνδυασμό με ενδεχόμενη ρύθμιση», τονίζει στην ανακοίνωσή της η Ένωση, και καταγράφει συγκεκριμένες καταγγελίες δανειοληπτών που πιέστηκαν από τις τράπεζες να υπογράψουν νέα σύμβαση χωρίς όμως καμία επιδότηση.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ καλεί τώρα την κυβέρνηση να καταστήσει με νόμο υποχρεωτική τη διατήρηση της επιδότησης του ΟΕΚ σε όλα τα δάνεια που τυγχάνουν επαναδιαπραγμάτευσης για καλύτερους όρους αποπληρωμής.
Σκληρή επιβεβαίωση
Το γεγονός είχε επισημάνει, ήδη από τον Φεβρουάριο, στον Δρόμο ο πρόεδρος των εργαζομένων στον ΟΕΚ Ηλίας Αθανασίου: «Υπάρχουν δικαιούχοι που έλαβαν σημείωμα από τις τράπεζές τους για αλλαγή των όρων αποπληρωμής. Ακόμα δεν πρόλαβαν να υπογραφούν οι αποφάσεις για την κατάργηση του ΟΕΚ και οι τράπεζες έσπευσαν να προστατευτούν. Αν δεν υπάρξει εναλλακτικός φορέας, οι άνθρωποι αυτοί θα μείνουν έρμαια στα νύχια του τραπεζικού συστήματος», έλεγε τότε ο κ. Αθανασίου.