Αυτή τη στιγμή οι μαθητικές καταλήψεις πλησιάζουν τις 800, και απλώνονται σε όλη την Ελλάδα. Είναι ένα κύμα που κατορθώνει σιγά-σιγά να φτάσει σε κάθε σχολείο.
Και πώς να μη φτάσει, όταν οι ελλείψεις είναι τόσο τραγικές και εξόφθαλμες, που μόνο εάν είσαι υπουργός μπορείς να μην τις καταλάβεις ή να τις αγνοείς. Μιας και ζει αυτό το κίνημα μέσα στη μνημονιακή Ελλάδα, είναι απολύτως λογικό να έχει και τις ιδιαιτερότητες της εποχής.
Πέρα δηλαδή από τα ανύπαρκτα βιβλία, τις ελλείψεις καθηγητών και τις συγχωνεύσεις, που εμφανίζονται σχεδόν σε όλα τα αιτήματα κάθε υπό κατάληψη σχολείου, υπάρχει και κάτι άλλο, νέο. Κάτω από αυτά βρίσκεται μια εκρηκτική αγανάκτηση. Όχι όμως «παλαιού» τύπου. Δε μας έρχεται από το παρελθόν, αλλά έρχεται απ’ το μέλλον. Ο γνήσια αγανακτισμένος μαθητής, είναι πιθανό να ψηφίζει «υπέρ» στη κατάληψη στο σχολείο του, αλλά να μην βρίσκεται εκεί καθημερινά.
Δεν έχει την εμφάνιση, το στυλ του κλασικού καταληψία περασμένων δεκαετιών. Βρίσκεται σε τεντωμένο σκοινί, της συνειδητοποίησης της αδικίας και του οργανωμένου αγώνα, του ξεσηκωμού. Βρίσκεται στο όριο του «αυτή η ζωή δεν είναι πλέον δικιά μου» και του «θα την κάνω δικιά μου». Από όλα τα αιτήματα που τοιχοκολλούνται έξω από τις πόρτες των κατειλημμένων σχολείων, οφείλει να προσέξει κανείς και ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο: Δεν μπορούμε μόνοι μας, αυτός ο αγώνας μας υπερβαίνει. Όχι ακριβώς από ηττοπάθεια ή μοιρολατρεία ή τουλάχιστον όχι μόνο. Προκύπτει και από την αναγνώριση του αντιπάλου, όχι στο πρόσωπο μιας ξεπουλημένης υπουργού ή του Οργανισμού Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων, αλλά σε κάτι πιο μεγάλο, πιο δύσκολο, σε ένα «σύστημα», που επηρεάζει από το μισθό των γονιών του καθενός μέχρι το εάν θα έχει βιβλία. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται και η ουσία ενός όλοι μαζί απέναντι σε ένα κοινό αντίπαλο. Με δίκτυα, με αλληλεγγύη, με αλληλοϋποστήριξη, με κοινό αγώνα, να οργανωθούμε με κάθε τρόπο.
Η ίδια η πραγματικότητα έχει ξεπεράσει περιχαρακώσεις και μικροκομματισμούς τύπου ΣΑΣ, που βλέπουν μόνο τον εαυτό τους, μέχρι τη μύτη τους και εκατοστό παραπέρα. Και σε όλες αυτές τις αδυναμίες να προκύψει το όλοι μαζί, μπορεί να αποδώσει κανείς τη δυσκολία να κατοχυρωθεί ένα κατειλημμένο σχολείο ως κέντρο αγώνα, ακόμη και για τους ίδιους τους μαθητές. Μέσα στα κατειλημμένα σχολεία, ακόμη και από τους λεγόμενους πρωτεργάτες της κατάληψης, ψιθυρίζεται το ζήτημα της συνέχειας μετά τις καταλήψεις. Με τον τρόπο που τις ξέρουμε, λένε, είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα τελειώσουν, ακόμη και αν τώρα είναι σε άνοδο. .Έτσι τίθεται το ερώτημα, πώς να σιγουρέψουμε ότι θα συνεχιστεί, με ποιό τρόπο θα συνεχιστεί. Από τώρα μέχρι να ξεμπερδεύουμε μαζί τους, ο αγώνας των μαθητών και ο αγώνας όλων μας. Είναι καλό να σκεφτόμαστε μακριά, και πέρα από συνήθειες.
Άρα μπορούμε και πρέπει να φωνάξουμε όλοι ότι η ζωή είναι δικιά μας, και δε θα αφήσουμε κανένα να της κάνει κουμάντο, να φωνάξουμε ότι είμαστε όλοι μαζί. Καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα δύσκολο και μακρύ δρόμο, και θα κριθούμε από το πόσο θα ανταπεξέλθουμε σε όλη την πορεία του.
Πέρα δηλαδή από τα ανύπαρκτα βιβλία, τις ελλείψεις καθηγητών και τις συγχωνεύσεις, που εμφανίζονται σχεδόν σε όλα τα αιτήματα κάθε υπό κατάληψη σχολείου, υπάρχει και κάτι άλλο, νέο. Κάτω από αυτά βρίσκεται μια εκρηκτική αγανάκτηση. Όχι όμως «παλαιού» τύπου. Δε μας έρχεται από το παρελθόν, αλλά έρχεται απ’ το μέλλον. Ο γνήσια αγανακτισμένος μαθητής, είναι πιθανό να ψηφίζει «υπέρ» στη κατάληψη στο σχολείο του, αλλά να μην βρίσκεται εκεί καθημερινά.
Δεν έχει την εμφάνιση, το στυλ του κλασικού καταληψία περασμένων δεκαετιών. Βρίσκεται σε τεντωμένο σκοινί, της συνειδητοποίησης της αδικίας και του οργανωμένου αγώνα, του ξεσηκωμού. Βρίσκεται στο όριο του «αυτή η ζωή δεν είναι πλέον δικιά μου» και του «θα την κάνω δικιά μου». Από όλα τα αιτήματα που τοιχοκολλούνται έξω από τις πόρτες των κατειλημμένων σχολείων, οφείλει να προσέξει κανείς και ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο: Δεν μπορούμε μόνοι μας, αυτός ο αγώνας μας υπερβαίνει. Όχι ακριβώς από ηττοπάθεια ή μοιρολατρεία ή τουλάχιστον όχι μόνο. Προκύπτει και από την αναγνώριση του αντιπάλου, όχι στο πρόσωπο μιας ξεπουλημένης υπουργού ή του Οργανισμού Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων, αλλά σε κάτι πιο μεγάλο, πιο δύσκολο, σε ένα «σύστημα», που επηρεάζει από το μισθό των γονιών του καθενός μέχρι το εάν θα έχει βιβλία. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται και η ουσία ενός όλοι μαζί απέναντι σε ένα κοινό αντίπαλο. Με δίκτυα, με αλληλεγγύη, με αλληλοϋποστήριξη, με κοινό αγώνα, να οργανωθούμε με κάθε τρόπο.
Η ίδια η πραγματικότητα έχει ξεπεράσει περιχαρακώσεις και μικροκομματισμούς τύπου ΣΑΣ, που βλέπουν μόνο τον εαυτό τους, μέχρι τη μύτη τους και εκατοστό παραπέρα. Και σε όλες αυτές τις αδυναμίες να προκύψει το όλοι μαζί, μπορεί να αποδώσει κανείς τη δυσκολία να κατοχυρωθεί ένα κατειλημμένο σχολείο ως κέντρο αγώνα, ακόμη και για τους ίδιους τους μαθητές. Μέσα στα κατειλημμένα σχολεία, ακόμη και από τους λεγόμενους πρωτεργάτες της κατάληψης, ψιθυρίζεται το ζήτημα της συνέχειας μετά τις καταλήψεις. Με τον τρόπο που τις ξέρουμε, λένε, είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα τελειώσουν, ακόμη και αν τώρα είναι σε άνοδο. .Έτσι τίθεται το ερώτημα, πώς να σιγουρέψουμε ότι θα συνεχιστεί, με ποιό τρόπο θα συνεχιστεί. Από τώρα μέχρι να ξεμπερδεύουμε μαζί τους, ο αγώνας των μαθητών και ο αγώνας όλων μας. Είναι καλό να σκεφτόμαστε μακριά, και πέρα από συνήθειες.
Άρα μπορούμε και πρέπει να φωνάξουμε όλοι ότι η ζωή είναι δικιά μας, και δε θα αφήσουμε κανένα να της κάνει κουμάντο, να φωνάξουμε ότι είμαστε όλοι μαζί. Καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα δύσκολο και μακρύ δρόμο, και θα κριθούμε από το πόσο θα ανταπεξέλθουμε σε όλη την πορεία του.
Βασίλης Καφετζόπουλος
Σχόλια