«Η συμμετοχική δημοκρατία δουλεύει μόνο αν ο καθένας παραδεχτεί ένα ορισμένο πάρε δώσε, το σεβασμό για την εμπειρία του άλλου, τον πόθο και την ανάγκη να παραμείνει συνδεδεμένος. Αν υπάρχουν αυτό, μπορεί να δουλέψει πολύ καλά. Αν όχι, μπορεί να είναι μια τραυματική πορεία. Ζήσαμε αυτές τις δυσκολίες στην ιστορία των συνεδρίων του γυναικείου κινήματος και των συζητήσεων για το Εργαστηριακό Κέντρο και την πορεία της Μέρας της Γυναίκας. Παρά τις φανερές ανεπάρκειες, όμως, η “συμμετοχική δημοκρατία” διασφαλίζει όντως την ιδέα, ότι ο καθένας είναι ίσα υπεύθυνος κι ότι πρέπει να συμμετέχει. Δεν παραχωρεί κανένα νόμιμο σεβασμό για μόνιμους ηγέτες ή ομιλητές.

Τροποποιήθηκε στην πραχτική, στο γυναικείο κίνημα, από γυναίκες, που έφεραν άλλες αντιλήψεις για τον τρόπο οργάνωσης από εμπορικά συμβούλια, συνδικάτα ή απ’ το Εργατικό Κόμμα, το Κ.Κ. κι από Τροτσκιστικές και Μαοϊκές ομάδες. Μερικές φορές αυτές οι γυναίκες αντιμετώπιζαν μιαν αμυντική καχυποψία κι απορρίπτονταν απλά σαν ανδροκρατούμενες. Αλλά, όπου το γυναικείο κίνημα υπήρξε πιο δυνατό και πιο θαρρετό, μπορέσαμε ν’ αντικρούσουμε αυτές τις ιδέες και ν’ αναγνωρίσουμε την ισχύ μερικών απ’ τις κριτικές τους. …Καθώς οι γυναίκες συναντούν το φεμινισµό, μπορούν να φτιάξουν τα δικά-τους είδη οργάνωσης που θα εξαρτιέται απ’ τις ανάγκες-τους. Αυτή την ευλυγισία είναι εξαιρετικά σηµαντικό να διατηρήσουμε. Σημαίνει πως π.χ., ομάδες από καλλιτέχνισες ή οµάδες γυναικών που στήνουν έναν παιδικό σταθμό ή άλλες στην υποεπιτροπή ενός εμπορικού συμβούλιου μπορούν ν’ αποφασίσουν για τους εαυτούς τους, ποια δοµή είναι πιο χρήσιμη.

Αντιµετωπίζοντας την αντίθεση γυναικών και εργατών στο “Διαρκή Αγώνα”, μιαν ιταλική επαναστατική οργάνωση, ο Αντριάνο Σοφρί, ιδρυτής της κι αδιαφιλονίκητος ηγέτης, έκανε μιαν αυτοκριτική. Είπε ότι η δημοκρατία δεν περιέχει μόνο τυπικά αντικρουόμενες θεωρίες οργάνωσης, που άφησαν την πολιτική στους επαγγελματίες… Περιέχει διερεύνηση της ίδιας σου της εσωτερικής αίσθησης του να είσαι επαγγελματίας. …Δεν μπορούσε πια να βρίσκει καταφύγιο στην αντικειµενικότητα του σοσιαλιστή θεωρητικού. Ο πόθος του για εξουσία δεν µπορούσε πια να είναι πατριαρχικά νόμιμος με την έννοια της ευθύνης. Μια παράξενη αίσθηση της ιστορίας επαναλάμβανε τον εαυτό της. Σύγκρινε την αντιπαράθεση που είχε με τη δική του αντιπολίτευση, µε άλλες, προς την ηγεσία του Κ.Κ. το ’68. Δεν ήταν σύγκρουση για πολιτική γραμμή, αλλά µια σύγκρουση για το “περί τίνος πρόκειται” της πολιτικής.

Ο φεµινισμός έβαλε ξεκάθαρα θέμα της όλης ιδέας του επαγγελματία επαναστάτη, που είναι ξεκοµμένος απ’ τους άλλους, και της εκπαίδευσης επαναστατών, που υπήρξε χαρακτηριστικό του Λενινισμού και του Τροτσκισµού. Είναι φανερό, πως, αν η πολιτική πρέπει να είναι πεδίο επαγγελματιών, οι πιο πολλές γυναίκες θ’ αποκλειστούν…

Επίσης, το απελευθερωτικό κίνημα των γυναικών αναγνώρισε απ’ την αρχή τις απίθανες πιέσεις πάνω στη γυναίκα που δρα σαν άτομο. Οι γυναίκες σαν άτοµα µπορούσαν και ν’ απορροφηθούν σαν εξαιρέσεις και να καταβροχθιστούν σαν θύματα. Η αδελφοσύνη των γυναικών επεκτείνει την ιδέα της συλλογικότητας που είναι παρούσα στην αλληλεγγύη. Δεν είναι απλά η δημόσια πράξη του να είσαι μαζί συνειδητά, είναι η προσωπική φροντίδα κι αγάπη, χωρίς τις οποίες η ανάπτυξη κι η δημιουργικότητα είναι αδύνατες. Αναγνωρίζοντας αυτό, το γυναικείο κίνημα δεν ήταν μόνο τι έλεγες και τι έκανες, αλλά πώς έλεγες κι έκανες πράγματα, που εκδήλωναν την πολιτική σου και πλάταιναν το πεδίο πρακτικής.»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!