«Αν τους είχαν συλλάβει και είχα κάνει μήνυση, δεν ξέρω ποια θα ήταν η εργασιακή τους τύχη. Θα είχαν προβλήματα αν συλλαμβάνονταν να χτυπούν τον υπουργό. Ας κάτσουν στην άκρη να διαδηλώνουν. Την επόμενη φορά, όμως, που θα ασκηθεί βία από εργαζόμενο του ΕΣΥ θα εφαρμοσθεί ο νόμος. Θα υποβάλω κατευθείαν μήνυση».
Η δήλωση του Α. Γεωργιάδη έγινε μετά την επίσκεψή του στο Nοσοκομείο Αττικό και τις δυναμικές αντιδράσεις των εργαζόμενων εκεί. Η κυβέρνηση, για να καλύψει το φιάσκο της υπουργικής επίδειξης «ανοιχτού διαλόγου» για προαποφασισμένες πολιτικές, εξαπέλυσε πάλι το γνωστό μοτίβο: «Bία-καταδικάστε-δεν καταδικάζετε- άρα είστε υποκινητές». Όμως, όπως αποδεικνύεται με τις δηλώσεις Γεωργιάδη, και επιβεβαιώνεται με τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες που ακολούθησαν, εδώ επιχειρείται κάτι άλλο, βαθύτερο από τη δοκιμασμένη επικοινωνιακή μηχανή συκοφάντησης και εκφοβισμού. Τι ακριβώς δηλαδή; Οι ευθείες απειλές που εκτόξευσε ο υπ. Υγείας, νομιμοποιημένες από το κύρος της θέσης του, το ξεκαθαρίζουν. Λέει ο Α. Γεωργιάδης: «Eγώ έρχομαι για διάλογο, εσύ με εμποδίζεις ή εγώ αποφασίζω πως με εμποδίζεις, συλλαμβάνεσαι με ένα νεύμα μου στα ΜΑΤ που με συνοδεύουν, σου κάνω μήνυση, τελείωσες με βάση το Δίκαιο περί διαθεσιμότητας». Εννοείται πως οποιαδήποτε συνδικαλιστική εκδήλωση μπορεί να βαφτιστεί ως απείθεια και διατάραξη της εύρυθμης λειτουργίας της «υπηρεσίας». Στην εποχή της επιστράτευσης δεν βρισκόμαστε άλλωστε; Ήδη τέτοια κρούσματα έχουν καταγραφεί για πολιτική και συνδικαλιστική δράση σε εκπαιδευτικούς.
Κι επειδή πάντα η τρομοκράτηση συμβάδιζε αρμονικά με το εμπόριο ελπίδας και τον εκμαυλισμό, όλα στήνονται κατά πώς πρέπει. Ο εκβιασμός στην ΕΡΤ νομοθετείται με όπλο ακόμη και τη στέρηση της πλήρους αποζημίωσης και η εξαγορά είναι ωμή με αντάλλαγμα τη δίμηνη σύμβαση και τη μοριοδότηση για όσους εγκαταλείψουν τον κοινό αγώνα των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, ο υπ. Παιδείας εξήγγειλε την πρόσληψη «νέων» σχολικών φυλάκων μέσω του ΕΣΠΑ!
Κι έτσι επιστρέφουμε ακαριαία στο πιο σκοτεινό παρελθόν, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, τότε που η… υπηρεσία (η παγερή απρόσωπη ορολογία της εποχής, σημείο κατατεθέν του εμπεδωμένου αυταρχισμού της κρατικής εξουσίας) τύλιγε στην κυριολεξία σε μία κόλλα χαρτί τον δημόσιο υπάλληλο ανάλογα με τη «διαγωγή» του.
Αυτά φυσικά για όσους είχαν κατακτήσει το «προνόμιο» του διορισμού κι είχαν κατορθώσει να παρακάμψουν τον σκόπελο του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων που χώριζε τους πολίτες σε εθνικόφρονες, κομμουνιστές και «συνοδοιπόρους». Οι αναλογίες προφανώς δεν είναι συμπτωματικές, ούτε προϊόν της «καταραμένης» λαϊκιστικής διαστροφής. Πάνω στα ερείπια του Δημοσίου που διαλύεται, στήνεται η κρατική μηχανή της τόσο «Νέας Ελλάδας» του Σαμαρά.
Θητεία Τυμβωρύχου
εκτελεί η «σειρά» του ’69