«Εκτός κι αν η επιστήμη των δημοσκοπήσεων έχει τρελαθεί, ο Νετανιάχου και μαζί το σύνολο του ακροδεξιού, θρησκευτικού συνασπισμού έχουν εξασφαλίσει μια αποφασιστική νίκη», έγραφε πριν από λίγες μέρες η Χααρέτζ.
Λοιπόν, η επιστήμη τρελάθηκε. Οι εθνικο-θρησκευτικοί σιωνιστές και οι υπερορθόδοξοι ενισχύθηκαν μεν, αλλά η κοινή λίστα Νετανιάχου-Λίμπερμαν δεν άθροισε τη δύναμή τους χάνοντας 11 από τις 27+15 έδρες του 2009, ενώ η Ακροδεξιά ως σύνολο έπεσε 4,6% από 52,4% και με τις 60 έδρες χάνει οριακά την απόλυτη πλειοψηφία στις 120 της Κνεσέτ. Μεγάλος κερδισμένος των εκλογών, το αστραφτερό πρόσωπο των Media Γιαΐρ Λαπίντ με το νεοεμφανιζόμενο, κοσμικό, νεοφιλελεύθερο Υπάρχει Μέλλον. Απέσπασε μεγάλα ποσοστά στις πιο ευκατάστατες περιοχές και ανάμεσα στους απολίτικους νέους και δεν σάρωσε μόνο στην Κεντροδεξιά, αλλά «έκλεψε» τελικά σημαντικό τμήμα ψηφοφόρων που έκλιναν προς τον εκατομμυριούχο, high-tech επιχειρηματία, Ναφταλί Μπένετ που ηγήθηκε της κοινής καθόδου των θρησκευτικών σιωνιστών με τη φασίζουσα Εβραϊκή Εστία. Έτσι, ο Μπένετ που προαλειφόταν για το μεγάλο αστέρα των εκλογών, βγήκε μεν κερδισμένος, αλλά βρέθηκε πέμπτος, πίσω από τον Λαπίντ, τους Εργατικούς, το ΣΑΣ.
Σαν σε αντίποινα για την απροκάλυπτη παρέμβαση Νετανιάχου στις αμερικανικές εκλογές, η φράση «το Ισραήλ δεν γνωρίζει ποιο είναι το καλύτερο για το συμφέρον του» που αποδόθηκε στον Αμερικανό πρόεδρο, ήταν το «καρφάκι» Ομπάμα μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές. Ωστόσο, δεν ήταν η κύρια αιτία της πύρρειας νίκης Νετανιάχου. Η εκλογική συμμαχία με τον υπερεθνικιστή, αντικληρικαλικό Λίμπερμαν, ενώ στήθηκε για να ενισχύσει την κυριαρχία του Λικούντ, έστειλε έτσι τους πιο θρησκευόμενους προς τον Μπένετ και τους λιγότερο ακροδεξιούς προς τον Λαπίντ. Από τον περασμένο Μάιο, όταν ο κυβερνητικός συνασπισμός του Λικούντ ήλεγχε τις 94 από τις 120 έδρες της Κνεσέτ, ο Νετανιάχου κινδυνεύει τώρα αν χωρίσει με τον Λίμπερμαν, να μείνει με τόσες έδρες όσες και ο νεοφώτιστος Λαπίντ. Παρά τη φθορά, η Ακροδεξιά συνολικά δεν ηττήθηκε, έχει όμως υποστεί σημαντικό πλήγμα ο ισχυρός πόλος Λικούντ και Νετανιάχου στο εσωτερικό της.
Τα προβλήματα είναι μπροστά. Λόγω αριθμητικής ευθραυστότητας, η ανανέωση του συνασπισμού όλης της Ακροδεξιάς σε σύμπραξη με ένα-δυο από τα κόμματα της Κεντροδεξιάς, όπως η απερχόμενη κυβέρνηση, θα εξαρτάται πλέον για κάθε κίνηση από το «ok» του κάθε συμμετέχοντος, ενώ η συνέχιση της ακροδεξιάς επιθετικής τακτικής Νετανιάχου θα αντιμετωπίσει μεγαλύτερες διεθνείς αντιστάσεις.
Ο τελευταίος μπορεί να συγκροτήσει έναν «κοσμικό» συνασπισμό, πιο μετατοπισμένο προς την Κεντροδεξιά, από την Εβραϊκή Εστία μέχρι το Καντίμα και την Τζίπι Λίβνι. Με 69 έδρες θεωρείται η εναλλακτική λύση ως προς την ακροδεξιά επιλογή και θα μπορεί να ικανοποιήσει την απαίτηση για «ίσα βάρη», δηλ. τον περιορισμό των απαλλαγών από τη θητεία, που εν μέρει οδήγησε στις πρόωρες εκλογές. Αλλά η «προδοσία» των υπερορθόδοξων σταθερών συμμάχων του Λικούντ είναι πρόβλημα, και η κεντροδεξιά μετατόπιση θα δημιουργήσει πρόβλημα στο ίδιο το Λικούντ που όλοι οι βουλευτές του ανήκουν στην ακροδεξιά πτέρυγα. Όποια πλευρά κι αν επιλέξει να στηριχτεί, ο Νετανιάχου θα είναι εκτεθειμένος στην απέναντι. Τέλος, το σενάριο να αναλάβει η κεντροδεξιά σε συμμαχία με τα θρησκευτικά κόμματα ή και τον Μπένετ, συζητιέται μεν, ως απίθανο δε.
Κατά τα άλλα, στους κερδισμένους ανήκει και το Μέρετζ που η δέσμευσή του να μη συμμετέχει σε κυβέρνηση Νετανιάχου το επανέφερε μακριά από τη ζώνη κινδύνου. Αντίθετα, δεν ήταν εξίσου πειστική αντίστοιχη δήλωση της Γιακιμόβιτς είκοσι μόλις μέρες πριν τις εκλογές κι ενώ… συμμετείχε στην κυβέρνηση Νετανιάχου – και έτσι δεν ανέκαμψε το Εργατικό Κόμμα, που είναι ο μεγάλος χαμένος των εκλογών.