Πριν καλά-καλά προλάβουν να σβήσουν οι καταστροφικές πυρκαγιές σε Χίο και Παλαιά Φώκαια, γίναμε μάρτυρες νέων μεγάλων πυρκαγιών σε ένα καλοκαίρι που προμηνύεται δύσκολο από κάθε άποψη. Πρόκειται για την πυρκαγιά στο Λασίθι –με τις πρώτες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 12.000 καμένα στρέμματα–, καθώς και για τη φωτιά που ξέσπασε την Πέμπτη στη Ραφήνα και μέσα σε λίγες ώρες έκαψε υποδομές και κτίρια στην ευρύτερη περιοχή ‒ όπως και την Παρασκευή στο Κορωπί.

Μπορεί καθημερινά η Πυροσβεστική να ανακοινώνει ότι κατάφερε να ελέγξει τη μεγάλη πλειοψηφία των πυρκαγιών, όμως προκαλεί εύλογη απορία η αδυναμία ελέγχου της κατάστασης στην Αττική – ιδίως αν ληφθεί υπόψη η εγγύτητα των περιοχών αυτών προς την Αθήνα, όπου είναι αδιαμφισβήτητο ότι συγκεντρώνονται περισσότερα μέσα και προσωπικό. Αν δεν μπορεί να αποτραπεί ή να σβηστεί μία πυρκαγιά στην Αττική λίγες μόλις μέρες μετά από μια άλλη, και ενώ θεωρητικά επικρατεί κόκκινος συναγερμός, τι μπορεί να περιμένει κανείς για το Λασίθι ή τη Χίο; Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται υπό κατάρρευση, τη στιγμή που αδυνατεί να ανταποκριθεί ακόμη και σε καταστάσεις προβλέψιμες, σε περιοχές όπου ήταν σχεδόν βέβαιο ότι θα εμφανίζονταν πυρκαγιές. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι κάθε χρόνο καίγεται η Αττική, με τις φλόγες τα τελευταία χρόνια να φτάνουν μέχρι την πόλη;

Ήδη από την αρχή του καλοκαιριού είναι φανερό πως υπάρχει δομικό πρόβλημα τόσο στην πρόληψη όσο και στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Παρά το κυνήγι προστίμων από πλευράς κυβέρνησης για τον καθαρισμό οικοπέδων, το μέτρο δεν απέδωσε – όπως μαρτυρούν τα αποτελέσματα που ήδη βλέπουμε σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Όπως αποτυχημένα αποδεικνύονται και τα περισσότερα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί για τη δασοπροστασία, καθώς ο χαρακτήρας τους είναι κυρίως επικοινωνιακός.

Παράλληλα, αυτό που θα έπρεπε να έχει γίνει σαφές –τόσο από την περίπτωση της Χίου όσο και από του Λασιθίου– είναι ότι η αποτελεσματική πρόληψη και αντιμετώπιση των πυρκαγιών είναι αδύνατη χωρίς την οργανική και μόνιμη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Τα μέσα που διαθέτουν οι αγρότες, όπως και η γνώση της περιοχής από τους ίδιους τους κατοίκους, έχουν αποδειχθεί πολλές φορές ανεκτίμητα. Σε περιοχές όπου λειτουργούν εθελοντικά δασικές περιπολίες, τα χειρότερα έχουν μέχρι στιγμής αποτραπεί.

Η μονομερής επένδυση στα εναέρια μέσα –ειδικά όταν δεν συνοδεύεται από ουσιαστική ενίσχυση του προσωπικού της Πυροσβεστικής, μόνιμου και εποχικού– δεν μπορεί να δώσει λύσεις. Ούτε επαρκούν λύσεις τύπου «δασοκομάντος» σε μια χώρα με τη πολυμορφία και το ανάγλυφο της Ελλάδας. Είναι αναγκαίο να υπάρξει άμεσα αλλαγή στρατηγικής, καθώς οι καταστροφές που σημειώνονται κάθε χρόνο έχουν συσσωρευτικό χαρακτήρα και ο αντίκτυπος, σύντομα, θα είναι τεράστιος.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!