Δίπλα στο μεγάλο κυβερνητικό παραμύθι της «καθαρής εξόδου» από το μνημόνια αναπτύσσεται μια νέα ψευδαίσθηση, ακόμα πιο επικίνδυνη και οδυνηρή, που αφορά την εκτίμηση για την πραγματική θέση της χώρας σε μια υπό ανάφλεξη γεωγραφική περιοχή και τις συνέπειες από την περικύκλωσή της από πολλαπλές απειλές.
Στην Ελλάδα υπάρχει πάντα μια τάση λανθασμένης ανάγνωσης των μηνυμάτων των καιρών και υποτίμησης των πραγματικών δεδομένων. Ο επίσημος πολιτικός κόσμος κυριαρχείται από κάτι πολλαπλά χειρότερο. Ότι, δηλαδή, η προστασία της χώρας έναντι των απειλών εξασφαλίζεται από τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. και κυρίως από την ολοκληρωτική υπαγωγή της στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ και της εξυπηρέτησης όλων των «αιτημάτων» τους. Ακόμα και όταν διαπιστώνεται, όπως σε πρόσφατη ομιλία του υπ. Εξωτερικών Ν. Κοτζιά, στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων ( 14/12/17), ότι «υπάρχουν μεγάλες διεθνείς αλλαγές και ότι το διεθνές σύστημα είναι σε μεγάλη μετάλλαξη. Δυνάμεις, οι οποίες θεωρούσαν ότι μπορούν να μονοπωλούν μια περιοχή, μια περιφέρεια, βρίσκονται σε κάθοδο. Καινούργιες δυνάμεις αναδεικνύονται» προκαλεί κατάπληξη η αδυναμία χάραξης μιας πολιτικής με αυτά τα δεδομένα και η αποκλειστική προσκόλληση της χώρας ακριβώς στις δυνάμεις που βρίσκονται «σε κάθοδο» και δεν είναι σε θέση πια να επιβάλλουν τα σχέδιά τους στην περιοχή.
Δυστυχώς ο επίσημος πολιτικός κόσμος κυριαρχείται από το ιδεολόγημα ότι η προστασία της χώρας έναντι των απειλών εξασφαλίζεται από τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. και κυρίως από την ολοκληρωτική υπαγωγή της στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ και της εξυπηρέτησης όλων των «αιτημάτων» τους
Το ερώτημα δεν μπορεί να αποφευχθεί με τα «ευφυολογήματα» του ΥΠΕΞ ότι η Ελλάδα έχει «ζήτηση στις διεθνείς της σχέσεις» ως δήθεν «πυλώνας σταθερότητας και ειρήνης» στην περιοχή. Όλοι γνωρίζουν την οικονομική κατάρρευση της χώρας, την έλλειψη στοιχειώδους πολιτικής κυριαρχίας και κυρίως τη μετατροπή της σε υποχείριο της πολιτικής των ΗΠΑ. Με αυτή την έννοια μόνο «αυταρέσκεια» κρύβουν οι δηλώσεις του υπουργού ότι είναι υπέρ μιας «ανοικτής και ενεργητικής» πολιτικής και σε αντίθεση με «την αδράνεια και τον απομονωτισμό». Μια τέτοια πολιτική, γνωρίζει και ο Ν. Κοτζιάς, δεν μπορεί να ασκηθεί από μια χώρα που είναι δεδομένη και «ζυγισμένη» στη διεθνή σκακιέρα, με προβλέψιμες αντιδράσεις. Μια χώρα που με «άνεση» ψηφίζει, σε βάρος των συμφερόντων της, τη συνέχιση του εμπάργκο στη Ρωσία (Ε.Ε.) και τη μη επιβολή περιοριστικών μέτρων στους πυρηνικούς εξοπλισμούς (ΟΗΕ), για να αναφερθούμε σε δύο μόνο παραδείγματα .
Και αυτά θα είχαν δευτερεύουσα αξία αν δεν οδηγούσαν σε ορισμένη στάση έναντι των προκλητικών διεκδικήσεων της Τουρκίας.
Επικίνδυνες αμφισημίες, «λεονταρισμοί» και «δικαιωματισμός» για εσωτερική κατανάλωση
Μερικές μέρες μετά το τέλος της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα και την παρουσίαση με τον πιο επίσημο τρόπο του συνόλου των τουρκικών διεκδικήσεων σε Αιγαίο, Θράκη και Κύπρο ο Αλ. Τσίπρας έσπευσε, από τις Βρυξέλλες μάλιστα, να ανακοινώσει τον «από καιρού» δήθεν προγραμματισμό της κυβέρνησης για αλλαγή του τρόπου εκλογής του Μουφτή στη Θράκη σύμφωνα με τις υποδείξεις Ερντογάν. Είχαν προηγηθεί σχετικές δηλώσεις του «Φαναριώτη» υπουργού Παιδείας Γαβρόγλου ενώ ο Ν. Κοτζιάς τροποποίησε την αρχική του δήλωση (ότι η εκλογή Μουφτή δεν αποτελεί θέμα συζήτησης) σε παραδοχή ότι το θέμα είναι αρμοδιότητας του υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Τι δεν καταλαβαίνουν; Τι παριστάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν; Η πρόθεση του Ερντογάν, με πρόσχημα τον τρόπο εκλογής του μουφτή στη Θράκη, είναι η ανάδειξη ενός εκλεγμένου τοπικού πολιτικού- θρησκευτικού ηγέτη που θα λειτουργεί νόμιμα ως μια «δυαδική εξουσία» στην περιοχή. Σε αντίθεση με τις προβλέψεις της Λωζάννης και του συντάγματος, που δεν επιτρέπει εκλογή ανθρώπων που έχουν παράλληλα θρησκευτικές και δικαστικές αρμοδιότητες, η αποδοχή των απαιτήσεων του Ερντογάν ανοίγει το δρόμο της «Κυπροποίησης της Θράκης», της αναγνώρισης, δηλαδή, δικαιωμάτων άμεσης παρέμβασης της τουρκικής πολιτικής στην περιοχή με πρόσχημα την προστασία των «ομοεθνών της» και τη σταδιακή διεκδίκηση ιδιαίτερων «ελευθεριών» ή καθεστώτος αυτονομίας. Η ακραία τυχοδιωκτική πολιτική των Τσίπρα-Κοτζιά, δεν στερείται μόνο στοιχειώδους ιστορικού βάθους, δεν νομιμοποιεί απλά την τούρκικη πολιτική για «αναθεώρηση» ή «εκσυγχρονισμό», μικρή σημασία έχει για την τουρκική διπλωματία που ξέρει να κατοχυρώνει στην πράξη κάθε «μικρή» υποχώρηση, αλλά ανοίγει ένα νέο και εξαιρετικά επικίνδυνο μέτωπο διεκδικήσεων στη Δυτική Θράκη.
Και αυτά τη στιγμή που οι τουρκικές προκλήσεις συνεχίζονται και αυξάνουν αμέσως μετά το ταξίδι Ερντογάν. Οι συνεχείς παραβιάσεις και η δέσμευση του μισού Αιγαίου, οι στρατιωτικές ασκήσεις και η ανακοίνωση για έναρξη γεωτρήσεων στην ΑΟΖ της Κύπρου, οι προκλητικές δηλώσεις υπουργών και βουλευτών στη Βουλή για διεκδίκηση ελληνικών νησίδων σε Αιγαίο μέχρι νότια της Κρήτης δεν αντιμετωπίζονται ούτε με τους λεονταρισμούς του Π. Καμένου ούτε με την πολιτική «διπλωματικών επαφών» του Ν. Κοτζιά. Προϋπόθεση διαλόγου και αναγκαία βάση συζήτησης δεν είναι άλλος από τον σεβασμό των διεθνών συνθηκών, του διεθνούς δικαίου και της ειρήνης στην περιοχή. Και η Τουρκία, με λόγια και έργα, έχει δείξει ότι μπροστά στα γεωστρατηγικά συμφέροντά της δεν διστάζει. Αυτό το δεδομένο αδυνατεί να κατανοήσει η ελληνική πλευρά και κατά συνέπεια να αντιμετωπίσει σοβαρά με μια πολιτική αποφασιστικής προάσπισης της ειρήνης. Μέσω των συνεχών υποχωρήσεων ενισχύει τις τουρκικές βλέψεις και φέρνει πιο κοντά ένα θερμό επεισόδιο.
Το μόνο που μένει ακόμα να δούμε είναι μια νομοθετική ρύθμιση που να δίνει τη δυνατότητα επιστροφής των 8 Τούρκων στρατιωτικών που έχουν πάρει άσυλο από τον Άρειο Πάγο.
Τα συμβόλαια που έχουν υπογραφεί έχουν πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουν. Οι εκπλήξεις δεν δικαιολογούνται.