Του Μάρκου Δεληγιάννη

 

Να ’μαστε πάλι εδώ κι η μνήμη η γυρίστρα, το μέλλον σαϊτεύει. Στων γεγονότων την καρδιά, άσφαλτα σημαδεύει. Στην οθόνη του νου μου, εμφανίζει μια ταινία παλιά, φτιαγμένη απ’ τα χέρια του Φεντερίκο Φελίνι. Εκείνου του μάγου της κινηματογραφικής εικόνας, με τον απαράμιλλο σουρεαλιστικό χρωστήρα και τον εξαίσιο ερωτικό λόγο. Σας μιλάω για την Πρόβα Ορχήστρας, ταινία όχι και τόσο γνωστή, μα τόσο πολυσυζητημένη. Μια σάτιρα καυστική. Ο σαρκασμός μπαινοβγαίνει απ’ τα σύνορα που χωρίζουν το κωμικό απ’ το τραγικό. Αποτελεί μια απεικόνιση ή, καλύτερα, μια μετονομασία της σύγχρονης κοινωνίας και κατ’ επέκταση της Αριστεράς που σήμερα έχει αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Το στόρι της ταινίας είναι το παρακάτω:

Σε μια παλιά εκκλησία του 13ου αιώνα συναθροίζονται εκεί, επαγγελματίες μουσικοί. Πρόκειται να προβάρουν ένα παλιό ορατόριο. Τα μέλη της ορχήστρας δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Η επικοινωνία σχεδόν ανύπαρκτη. Η πιανίστρια εντυπωσιακά όμορφη. Τα κρουστά τα ελέγχουν Ναπολιτάνοι. Το πρώτο βιολί, ένας ευγενικός κύριος, υποχόνδριος. Τον πειράζει η νοτερή ατμόσφαιρα, γι’ αυτό κουβαλάει ένα βαρόμετρο την υγρασία να ελέγχει. Μια κυρία, λίγο πριν ο χρόνος κηρύξει τη μεσήλικα κορμοστασιά της κατεδαφιστέα, με πάθος ερωτικό, την άρπα αγκαλιάζει. Ενώ μια άλλη, αρκετά νεότερη, με δέος ψηλαφίζει το φλάουτο. Πιο δίπλα το όμποε ξεχειλίζει από συναισθηματισμό. Στην άκρη το κλαρινέτο, την ραδιοφωνική μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα, κυριολεκτικά ρουφάει. Ο μαέστρος, ο διευθυντής της ορχήστρας, με παρέα την παρτιτούρα και την μπαγκέτα, δυσκολεύεται τη γερμανική του καταγωγή να κρύψει. Τον προδίδει η προφορά του. Ένα τηλεοπτικό συνεργείο στήνει τα μηχανήματα στην κατάλληλη θέση, έτσι ώστε η πρόβα -εικόνα και ήχος- να φτάσει όσο γίνεται καλύτερα στους δέκτες των αμετακίνητων θεατών. Η φωνή του ρεπόρτερ δίνει εντολές, χωρίς ο ίδιος να φαίνεται. Οι μουσικοί καταφθάνουν στην άδεια αίθουσα βαριεστημένοι. Σε λίγο ο χώρος θα γεμίσει, μα είναι κλειστός. Παράθυρο προς τον ουρανό, κανένα δεν υπάρχει. Η αυτοπαρουσίαση των μουσικών αρχίζει. Πρώτα μακριά απ’ την κάμερα. Ύστερα κάτω απ’ το αδιάκριτο μάτι της, όλοι θα ομολογήσουν το πάθος το ερωτικό που τρέφουν για το όργανο τους το μουσικό. Μα η εμφάνιση ενός ποντικού ένταση θα δημιουργήσει κι ο μαέστρος καλείται την τάξη να επιβάλει. Με χιούμορ καυστικό τα μέλη της ορχήστρας παρουσιάζει. Γίνεται διάλειμμα. Οι μουσικοί συρρέουν στο γειτονικό μπαρ κι εκεί τον ρόλο του μαέστρου αμφισβητούν. Η αγωνία της ανατροπής έκδηλη. Όταν οι μουσικοί επανέρχονται, διάφοροι θόρυβοι ακούγονται, περίεργοι, απειλητικοί. Τα φώτα σβήνουν. Το κτίριο καταρρέει κι ο μαέστρος πείθει τους μουσικούς του, όρθιοι να παίξουν μες στα χαλάσματα κι η ταινία τελειώνει τυλιγμένη στο μαύρο κι η φωνή του μαέστρου αναγγέλλει το τέλος της πρόβας.

Ο συμβολισμός προφανής. Τούτη τη Βδομάδα των Παθών που περνάμε προσμένοντας, όσο ποτέ άλλοτε, την Ανάσταση τις καρδιές μας να θερμάνει, σκέψεις πικρές το μυαλό τριβελίζουν. Είναι αδήριτος ανάγκη, όσοι σ’ αυτήν την ιδιότυπη ορχήστρα συμμετέχουν, σύμπνοια, συγκαταβατικότητα, συντροφικότητα, εργατικότητα, ειλικρίνεια, πρέπει να τους διακρίνει. Τα μάτια όλων στυλωμένα να είναι στου μαέστρου την μπαγκέτα. Κι αυτός σωστά τις νότες να ερμηνεύει, αυτές που είναι στην παρτιτούρα γραμμένες. Ποτέ ο μαέστρος και οι μουσικοί δεν πρέπει να ξεχνούν, πως της παρτιτούρας ο συνθέτης είναι ο λαός και είναι ο πιο ακριβοδίκαιος κριτικός. Με πίκρα περίσσια, σύντροφοι, θυμάμαι, τότε, που ανυπόμονοι νεκροθάφτες έτρεχαν στα οικεία ληξιαρχεία και ασθμαίνοντες ζητούσαν την έκδοση ληξιαρχικής πράξης θανάτου των συνιστωσών. Βαρύγδουποι ρήτορες μας διαβεβαίωναν πως έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ θα γινόταν ένα σύγχρονο, ενιαίο κόμμα, με μια φωνή. Μόνο που η ζωή άλλα δείχνει. Οι ομάδες, οι ομαδούλες, οι πάσης φύσεως φράξιες που κοσμούν την κυβερνώσα Αριστερά, αποσυντονίζουν πλήρως την ορχήστρα. Ο παραγόμενος ήχος πολλές φορές είναι παράτονος, άρρυθμος. Προσοχή, σύντροφοι, η πτώση απ’ της ορχήστρας τα έδρανα θα είναι ηχηρότατη και οδυνηρή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!