Πριν ένα χρόνο επισημαίναμε ότι η Νότια Αφρική, μια από τις χώρες που ασκούν μεγάλη και πολύμορφη επιρροή στη Μαύρη Ήπειρο (και μέλος των BRICS), έχει βυθιστεί σε μεγάλη οικονομική και πολιτική κρίση. Κι ότι η κυβέρνηση του προέδρου Τζέικομπ Ζούμα παραπαίει, ενώ το κυβερνών Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο (ANC) χάνει με γοργούς ρυθμούς την επιρροή του στον μαύρο πληθυσμό, καθώς η ηγεσία του έχει προ πολλού σπαταλήσει το κεφάλαιο που οικοδομήθηκε στις δεκαετίες των αγώνων ενάντια στο απαρτχάιντ*. Αυτή η κατάσταση διευκόλυνε τη συγκρότηση νέων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα το αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα «Μαχητές της Οικονομικής Ελευθερίας» (EFF) και νέα, ανεξάρτητα μαχητικά συνδικάτα (NUMSA, SAFTU).
Στο μεταξύ, η κυβέρνηση του ANC υπό τον Ζούμα συνέχισε την επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών και την καταβύθισή της σε μια άνευ προηγουμένου διαφθορά. Ώσπου τον περασμένο μήνα, σε μια προσπάθεια να περισώσουν ό,τι μπορούν, το ANC και ο ιστορικός σύμμαχός του, το Νοτιοαφρικανικό Κ.Κ., απέσυραν την υποστήριξή τους προς τον αντιδημοφιλή και διεφθαρμένο Ζούμα και τον εξανάγκασαν σε παραίτηση**. Τη μέρα της παραίτησής του, οι Μαχητές του EFF τόνιζαν ότι αποτελεί ιδιαίτερα θετικό στοιχείο το αριστερό και πληβειακό πρόσημο της κινητοποίησης που έφερε μια ανατροπή αδιανόητη πριν λίγα χρόνια, όταν κανείς δεν αμφισβητούσε στα σοβαρά την παντοκρατορία του «συστήματος» ANC.
Ακόμη και έρευνες όπως αυτή της Ένωσης Αγροτικής Βιομηχανίας, που κυριαρχείται από λευκούς μεγαλογαιοκτήμονες, αναγνωρίζουν ότι η λευκή μειοψηφία (το 8,4% του πληθυσμού της Νότιας Αφρικής) κατέχει το 73% των κερδοφόρων καλλιεργήσιμων γαιών
Κλονίζεται το συμβόλαιο της μετα-απαρτχάιντ εποχής
Αυτό που συμβαίνει τούτες τις μέρες στη Νότια Αφρική συνιστά πραγματικά ένα τέλος εποχής διότι, σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη της Μαύρης Ηπείρου, κλονίζεται το «βαθύ κράτος» της μετα-απαρτχάιντ εποχής. Μαζί του κλονίζεται και το συμβόλαιο που εγγυώνταν στη λευκή μειοψηφία ότι θα εξακολουθήσει να απολαμβάνει τον πλούτο που συσσώρευσε στα χρόνια της υποδούλωσης των μαύρων, παραχωρώντας βέβαια ένα τμήμα του στη νέα μαύρη ελίτ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Μαχητές του EFF, τη μέρα κιόλας της πτώσης του Ζούμα, όχι μόνο επανέφεραν τα πάγια αιτήματά τους για ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων των δημόσιων επιχειρήσεων και εθνικοποίηση των ορυχείων, αλλά έθεσαν εμφατικά και το αίτημα της απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών των λευκών υπέρ των μαύρων ακτημόνων, χωρίς αποζημίωση για τους μεγαλογαιοκτήμονες.
Πρόκειται για ένα πρόβλημα που έμεινε ανεπίλυτο από την εποχή της πτώσης του ρατσιστικού καθεστώτος σε μια χώρα όπου οι λευκοί αποτελούν το 8,4% του πληθυσμού αλλά κατέχουν το… 98% των γαιών, σύμφωνα με τους Μαχητές. Ακόμη και έρευνες όπως αυτή της Ένωσης Αγροτικής Βιομηχανίας Agri SA, που κυριαρχείται από λευκούς μεγαλογαιοκτήμονες, αναγνωρίζουν ότι η ισχνή λευκή μειοψηφία κατέχει το 73% των κερδοφόρων καλλιεργήσιμων γαιών… Έτσι, οι 25 βουλευτές των Μαχητών κατέθεσαν πρόταση νόμου για απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση. Και το ANC, υπό την ηγεσία του νέου Νοτιοαφρικανού προέδρου Σίριλ Ραμαφόζα, την υπερψήφισε, σε μια προσπάθεια ανάκτησης του χαμένου εδάφους ενόψει και των εκλογών του 2019 (αφού όμως προηγουμένως επέφερε τροποποιήσεις που θα καθυστερήσουν την υλοποίησή της). Για την ιστορία, η πρόταση του EFF εγκρίθηκε με 241 ψήφους υπέρ και 83 κατά.
Οι λευκοί ζητούν παρέμβαση ΗΠΑ και Ε.Ε.!
Θορυβημένη η λευκή ελίτ, απαίτησε από το ANC «να τηρήσει όσα συμφωνήθηκαν στη μετάβαση από το απαρτχάιντ σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, που εγγυάται τα δικαιώματα της μειοψηφίας και σέβεται την ατομική ιδιοκτησία»… Ταυτόχρονα, ξεκίνησε μια διεθνή καμπάνια απευθυνόμενη στις Δυτικές δυνάμεις, καλώντας τις να προστατέψουν τους «διωκόμενους λευκούς». Η γελοιότητα έφτασε στο βαθμό συλλογής υπογραφών κάτω από ένα αίτημα που απευθύνεται στον πρόεδρο Τραμπ και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους καλεί να παρέμβουν ώστε «να αποφευχθεί η πλήρης γενοκτονία του λευκού πληθυσμού της Νότιας Αφρικής»! Την ίδια στιγμή, ακροδεξιές οργανώσεις στις ΗΠΑ καλούν τον Τραμπ να δεχθεί ως πρόσφυγες στις ΗΠΑ τους λευκούς της Νότιας Αφρικής στη θέση των «απολίτιστων μαύρων και λατίνων»!
Η κυβέρνηση του Ραμαφόζα (που κι ο ίδιος είναι ένας από τους πλουσιότερους εκπροσώπους της νέας μαύρης ελίτ…) προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην επείγουσα ανάγκη να ξανακερδίσει τη χαμένη επιρροή της στη μαύρη πλειοψηφία, και στην παροχή διαβεβαιώσεων ότι «θα τηρηθούν όλες οι νόμιμες διαδικασίες και δεν θα υπάρξουν αιφνιδιασμοί». Ήδη, με τις τροπολογίες που επέφερε στην πρόταση των Μαχητών διασφάλισε ότι η ψηφοφορία δεν θα έχει καμιά πρακτική επίπτωση τουλάχιστον ως το φθινόπωρο. Από την πλευρά του ο Γιούλιους Μαλέμα, επικεφαλής του κόμματος EFF (και πρώην πρόεδρος της Νεολαίας του ANC, από το οποίο αποχώρησε το 2013), δήλωσε: «Ο καιρός της συμφιλίωσης παρήλθε. Τώρα έφτασε ο καιρός της δικαιοσύνης. Ήρθε η ώρα να αποκαταστήσουμε την αξιοπρέπεια του λαού μας, δίχως αποζημίωση για τους εγκληματίες που έκλεψαν τη γη μας».
* Βλ. φύλλα 354 (σελ. 25) και 358 (σελ. 28).
** Βλ. φύλλο 395, σελ. 15.
INFO
«Μαχητές της Οικονομικής Ελευθερίας» (EFF)
Ιστοσελίδα: www.effonline.org
Facebook: economicfreedomstruggle
Η ταυτότητα του νέου Νοτιοαφρικανού προέδρου
Ο 66χρονος σήμερα Σίριλ Ραμαφόζα είναι μια αντιφατική φιγούρα, αλλά πολύ πιο δημοφιλής από τον προκάτοχό του. Γέννημα-θρέμμα του Σοβέτο, της τεράστιας μαύρης παραγκούπολης του Γιοχάνεσμπουργκ με τη μεγάλη ιστορία αντίστασης και αιματηρής καταστολής, οργανώθηκε σε νεαρή ηλικία στο κίνημα ενάντια στο καθεστώς απαρτχάιντ. Φυλακίστηκε πολλές φορές ως «τρομοκράτης», αλλά κατάφερε να ολοκληρώσει τις νομικές σπουδές του και έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση του ισχυρού συνδικάτου των μαύρων εργατών ορυχείων (NUM) και, αργότερα, στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της λευκής μειοψηφίας για τη μετάβαση σε ένα δημοκρατικό καθεστώς.
Το 1991 εκλέχθηκε πρόεδρος του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC) και, μετά τις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1994, έγινε πρόεδρος της βουλής. Αν και θεωρούνταν διάδοχος του Νέλσον Μαντέλα, το 1997 ηττήθηκε στις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη του προεδρικού υποψηφίου του ANC από τον Τάμπο Μμπέκι, και αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική δράση. Ασχολούμενος σχεδόν αποκλειστικά πλέον με τις επιχειρήσεις, ο Ραμαφόζα αναδείχθηκε σε επιφανές μέλος της νέας μαύρης ελίτ, με περιουσία που σήμερα υπολογίζεται ότι ξεπερνά το μισό δισεκατομμύριο δολάρια. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αρνήθηκε όλες τις εκκλήσεις να επανενεργοποιηθεί πολιτικά.
Παρόλο τον πλούτο του, δεν θεωρήθηκε ποτέ από τη βάση του ANC ως ένας από τους διεφθαρμένους – αντίθετα, διατήρησε τη φήμη ενός ιστορικού στελέχους που τοποθετείται στην «αριστερή πτέρυγα» του ANC και θεωρείται θεματοφύλακας της παράδοσης του Μαντέλα. Λίγο πριν το θάνατο του τελευταίου, επέστρεψε στην ενεργό πολιτική και εκλέχθηκε με συντριπτική πλειοψηφία αντιπρόεδρος του ANC, και κατόπιν, επί Τζέικομπ Ζούμα, αντιπρόεδρος της Νότιας Αφρικής. Από τον περασμένο χρόνο άρχισε να ρίχνει βολές εναντίον της «καταστροφικής μετάλλαξης που φέρνει στο κίνημά μας η διαφθορά και η υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων μέτρων». Με αυτήν την κριτική στάση στα τέλη του 2017 εκλέχθηκε πρόεδρος του ANC, επικρατώντας της πρώην συζύγου του Ζούμα.
Ο Ραμαφόζα υποσχέθηκε «αποφασιστική καταπολέμηση της διαφθοράς και ριζοσπαστικές κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, με δωρεάν πανεπιστημιακή εκπαίδευση για τους φτωχούς, ελάχιστο εθνικό μισθό και απαλλοτρίωση των μεγάλων γαιοκτησιών». Ήταν τα προεόρτια της επιχείρησης απαλλαγής από τον Ζούμα, που ολοκληρώθηκε με την ανάδειξή του Ραμαφόζα ως προέδρου της Νότιας Αφρικής στα μέσα Φεβρουαρίου. Αμέσως μετά πραγματοποίησε ευρύ ανασχηματισμό της κυβέρνησης, εκδιώκοντας όλους τους υπουργούς που είχαν αναμειχθεί σε υποθέσεις διαφθοράς. Θεωρείται από τους λίγους ικανούς να ανακόψουν την ορμητική διείσδυση των ριζοσπαστών του EFF στη μαύρη φτωχολογιά.