Στην Ευρώπη ψηφίσαμε για την ανανέωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σε πολλές χώρες, ξεκινώντας από την Ελλάδα, οι εκλογές βιώνονται ως εθνικές, γεγονός που ουσιαστικά δεν επιτρέπει στους ευρωπαίους πολίτες να έχουν αντίληψη για την ευρύτερη κατάσταση των προβλημάτων της Ε.Ε.

Μόλις έκλεισαν οι κάλπες, εμφανίστηκε το γνωστό πρόβλημα που ακούει στην επιλογή των προσώπων που θα στελεχώσουν τις βασικές θέσεις των ευρωπαϊκών θεσμών. Οι ηγέτες των 27 κρατών μελών και οι νεοεκλεγέντες ευρωπαίοι βουλευτές θα πρέπει να ασχοληθούν με το δύσκολο έργο να επιλέξουν το νέο(α) Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και τους επιτρόπους που θα τον (ην) πλαισιώσουν, συμπεριλαμβανομένου του Ύπατου Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας.

Πώς θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις για αυτές τις νέες θέσεις; Τι μπορούμε να περιμένουμε; Και ποιες είναι οι θέσεις των διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών σχετικά με τις τεράστιες προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την ψηφοφορία;

Αυτό είναι σημαντικό γιατί ο επόμενος (η) Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αφού διοριστεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, θα πρέπει να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων του Κοινοβουλίου (361 από τους 720).

Με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών μπορούμε να υποστηρίξουμε σχεδόν εκ του ασφαλούς ότι και η νέα πλειοψηφία του ΕΚ θα στηρίζεται στα τρία κόμματα: Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) το οποίο κατάφερε να αυξήσει τις έδρες του σε 186 κερδίζοντας 10 έδρες, στο κόμμα των Σοσιαλιστών-Δημοκρατών με 135 έδρες και απώλεια 4 εδρών, και στους Φιλελεύθερους με 79 έδρες και απώλεια 23 εδρών. Συνολικά τα τρία αυτά κόμματα έχουν πλειοψηφία 400 βουλευτών, παρά τις απώλειες 17 βουλευτών, ικανή να προχωρήσει στην εκλογή υποψηφίου που θα συμφωνήσουν.

ΑΠΟ ΤΙΣ πρώτες άμεσες εκλογές το 1979, και ειδικά όταν το Κοινοβούλιο απέκτησε μεγαλύτερες αρμοδιότητες και εξουσία λήψης αποφάσεων από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ένας «μεγάλος συνασπισμός» του κέντρου μεταξύ των σοσιαλιστών (S&D) και των λαϊκών (ΕΛΚ) ανέκαθεν επικράτησε στο Ε.Κ. Αυτή η πλειοψηφία, πρέπει να πούμε, δεν υπάρχει στα χαρτιά: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν συνδέεται με μια «κυβέρνηση της Ένωσης» με μια σχέση εμπιστοσύνης όπως αυτή που υπάρχει στις εθνικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Ωστόσο, απαιτείται πλειοψηφία (όπως αναφέρθηκε) τόσο για την εκλογή της νέας Επιτροπής όσο και για να αποτραπεί η συνεχής επιβράδυνση του κοινοβουλευτικού έργου με εξαντλητικές διαπραγματεύσεις και διασταυρούμενα βέτο. Αν και ασταθής και αποσπασματικός, ο μεγάλος συνασπισμός του κέντρου άντεξε μέχρι πριν από πέντε χρόνια, όταν η φθίνουσα ψήφος υπέρ των S&D και του ΕΛΚ κατέστησε απαραίτητη τη συμπερίληψη και των φιλελεύθερων (Ανανέωση της Ευρώπης) στην πλειοψηφία σε μόνιμη βάση.

Οι δύο σχηματισμοί που βρίσκονται στα δεξιά του ΕΛΚ, οι Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR) (με κύριο κορμό τους Fratelli di Italia της G. Meloni) αύξησαν τις έδρες τους κατά 4 και διαθέτουν 73 έδρες, ο δε σχηματισμός «Ταυτότητα και Δημοκρατία» (ID) (εδώ συμμετέχει το κόμμα της Le Pen) κατέχει 58 έδρες με αύξηση 9 εδρών. Οι δύο ακροδεξιοί σχηματισμοί –ECR και ID– μαζί με τους ψήφους του κόμματος του Όρμπαν αλλά και με την προσχώρηση διαφόρων μεμονωμένων βουλευτών ουσιαστικά αποτελούν το δεύτερο σχηματισμό σε έδρες στο νέο κοινοβούλιο κάτι που τους καθιστά σοβαρούς παίκτες όχι μόνο στην επιβολή των απόψεών τους σε διάφορα ψηφίσματα και αποφάσεις, αλλά και στο να θέσουν θέμα της συμμετοχής τους στη διακυβέρνηση της Ε.Ε. Είναι γνωστά τα σενάρια που αναπτύχθηκαν μετά την προσέγγιση της πρωθυπουργού της Ιταλίας Μελόνι και της νυν προέδρου της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Για τον επόμενο Πρόεδρο της Επιτροπής, ακόμη και ενώπιον του Κοινοβουλίου, θα χρειαστεί να ξεπεραστεί το εμπόδιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Οι ηγέτες των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συναντηθούν ανεπίσημα στις 17 Ιουνίου και στη συνέχεια επίσημα στις 27-28 Ιουνίου, για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για το όνομα του Προέδρου και των 26 Επιτρόπων.

Για τον διορισμό του Προέδρου της Επιτροπής απαιτείται ειδική πλειοψηφία, την ίδια που χρησιμοποιεί το Συμβούλιο της Ε.Ε. στη συνήθη νομοθετική διαδικασία: δηλαδή τη σύμφωνη γνώμη τουλάχιστον του 55% των ευρωπαϊκών χωρών (άρα τουλάχιστον 15 από 27) που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 65% των πολιτών της Ένωσης.

Με την πρώτη ματιά, οι συντηρητικοί ηγέτες που ανήκουν στο ΕΛΚ φαίνεται να έχουν ένα σαφές πλεονέκτημα: 12 στους 27 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων προέρχονται από κόμματα που ανήκουν στο ΕΛΚ, σε σύγκριση με 5 από τους σοσιαλιστές του S&D και άλλους 5 από οι φιλελεύθεροι της Renew Europe. Το κόμμα της Ιταλίδας πρωθυπουργού Giorgia Meloni ανήκει στην ομάδα ECR, όπως και αυτό του Τσέχου πρωθυπουργού Petr Fiala.

Ωστόσο, η απαιτούμενη διπλή πλειοψηφία περιπλέκει αυτούς τους υπολογισμούς. Παρά το γεγονός ότι οι σοσιαλιστές και οι φιλελεύθεροι, μαζί, μετρούν μόνο 10 ψήφους έναντι των 12 του ΕΛΚ, αντιπροσωπεύουν έως και το 55% των κατοίκων της Ένωσης, έναντι 27% του ΕΛΚ. Και πάλι, θα χρειαστούν λοιπόν επίπονες διαπραγματεύσεις για να βρεθεί ένα όνομα που θα απευθύνεται σε όλους τους ηγέτες που αποτελούν μέρος του παραδοσιακού «μεγάλου συνασπισμού». Από την άλλη πλευρά, αυτές οι τρεις ομάδες χωρών συγκεντρώνουν 22 ηγέτες που αντιπροσωπεύουν το 82% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.

ΌΜΩΣ, τα πράγματα είναι περισσότερο περίπλοκα γιατί στη σημερινή συγκυρία ο παραδοσιακός «νικητής» συνασπισμός εμφανίζεται όλο και πιο αμφιλεγόμενος και ασταθής, δεδομένου ότι οι πολιτικοί σχηματισμοί που στηρίζουν τις κυβερνήσεις των δύο χωρών που από την αρχή της δημιουργίας της Ε.Ε. κατέχουν το πηδάλιο, της Γερμανίας και της Γαλλίας υπέστησαν οδυνηρές ήττες δημιουργώντας εξ αυτού κύματα μεγάλων αβεβαιοτήτων. Μάλιστα η αβεβαιότητα οξύνεται περαιτέρω με την κίνηση του Μακρόν να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές την 30η Ιουνίου τις οποίες σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις είναι πολύ πιθανό να κερδίσει το κόμμα της Le Pen και να υπάρξει μια συνταρακτική αλλαγή όχι μόνο στην Γαλλία αλλά και στην Ε.Ε.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη για τις 27-28 Ιουνίου. Στα χαρτιά, το Λαϊκό Κόμμα σκοπεύει να προτείνει εκεί την Ούρσουλα και στη συνέχεια να την υποβάλει στην ψηφοφορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 17 Ιουλίου. Σε αυτή τη διαδικασία, ωστόσο, υπάρχουν κρυφές παγίδες.

Είναι πολύ δύσκολο ο Μακρόν να συμφωνήσει στην άμεση επιλογή της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που φαίνεται ότι θα προτείνει το ΕΛΚ, δεδομένου ότι μετά δύο μέρες θα έχει βουλευτικές εκλογές τις οποίες όπως είπαμε μπορεί να κερδίσει η Le Pen. Στη συνέχεια στις 7 Ιουλίου θα διεξαχθεί ο επαναληπτικός γύρος και στις 18 η εμπιστοσύνη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη γερμανική υποψηφιότητα με μυστική ψηφοφορία, επομένως απρόβλεπτη. Επομένως υπάρχει στον ορίζοντα ένα πιθανό «πάγωμα» των εξελίξεων.

Φυσικά, ένα «πάγωμα» δεν θα ήταν ανώδυνο. Στην πραγματικότητα, ελλείψει συμφωνίας στη σύνοδο κορυφής στις 27-28 Ιουνίου, θα υπήρχε μόνο μια υπολειπόμενη πιθανότητα να επιτευχθεί συμφωνία έως τον Ιούλιο και να αποφευχθεί η παραμονή της Ένωσης χωρίς πηδάλιο τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβριο, σε μια δραματική διεθνή φάση: μια έκτακτη σύνοδο κορυφής γύρω στις 10 Ιουλίου για να κλείσει μια πολύ δύσκολη συμφωνία σε λίγες ώρες. Είναι μια επιλογή που κυκλοφορεί.

Μάλιστα στο παιχνίδι πιθανότατα θα εισέλθει και η Giorgia Meloni η οποία καραδοκεί με βάση αυτές τις εξελίξεις να εκμεταλλευτεί την κατάσταση αφενός μεν υπέρ της Ιταλίας και αφετέρου υπέρ των ακροδεξιών ιδεών της στην Ευρώπη.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!