του Θανάση Μουσόπουλου*
Διαβάστε το Μέρος Α’
Η δεύτερη εκδήλωση που είναι η αφορμή τούτης της δημοσίευσης πραγματοποιήθηκε στο δημοτικό αμφιθέατρο Ξάνθης στις 8 Ιουλίου 2023 με τίτλο «50 χρόνια – Μετά Μουσικής Βασίλη Μπουζούρη». Έχει σχέση με την πεντηκονταετία παρουσίας στην πειρατική και ιδιωτική ραδιοφωνία του Βασίλη, στη συνέχεια στην οργάνωση συναυλιών και τη δράση του ως DJ. Δόθηκε η ευκαιρία να προσεγγίσω τον πολιτισμό από πολλές πλευρές.
Θα παρουσιάσω κάποια σημεία της προσέγγισής μου αυτής στο πρώτο μέρος του κειμένου μου.
***
Μια αναγκαία παραδοχή είναι ότι στον πολιτισμό παρατηρείται εξέλιξη και αλλαγή. Πολλά πράγματα που σήμερα είναι αυτονόητα τμήματα του πολιτισμού, παλιότερα ήταν απόντα ή ζητούμενα. Τιμώντας έναν πειρατή του ραδιοφώνου της δεκαετίας του ’70 στην Ξάνθη, εννοώ τον Βασίλη Μπουζούρη, τιμούμε όλους τους εργάτες όλες τις εργάτριες του πολιτισμού, κι όχι μόνο του λόγιου.
Έχουμε συνηθίσει να ταυτίζουμε τον πολιτισμό με τη λογοτεχνία και τις καλές λεγόμενες τέχνες. Αν όμως δεν υπήρχαν οι «άλλοι», τι θα γινόταν;
Ωραίο παράδειγμα αποτελεί το ραδιόφωνο και οι ασχολούμενοι με αυτό το μέσο, που άλλαξε το τοπίο σε πολλά επίπεδα. Ακολούθησε η τηλεόραση και τα επόμενα μέσα…
Μεταφερόμαστε στην Ξάνθη. Στις αρχές του 20ού αιώνα, επί Οθωμανοκρατίας ακόμη η περιοχή, λόγω του καπνού είχε ανάπτυξη σε όλους τους τομείς: οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτιστικά. Στην Ξάνθη υπήρχε θέατρο, πολλά κέντρα διασκέδασης και δύο κινηματογράφοι. Η περιοχή Ξάνθης και η υπόλοιπη νοτιοδυτική Θράκη ενώθηκε με την Ελλάδα το 1920.
Σε ένα ενδιαφέρον βιβλίο του Παναγιώτη Μουχτάρη «Η Ξάνθη του σήμερα και του χτες» (1979) διαβάζουμε σχετικά στοιχεία. Μου έκανε εντύπωση κάτι που σχετίζεται με το ραδιόφωνο.
«Το 1925 περίπου, όταν πρωτοβγήκαν τα ραδιόφωνα, στην αίθουσα του κινηματογράφου “Πάνθεον” με εισιτήριο 25 δραχμές πήγε πολύς κόσμος να ακούσει ραδιόφωνο. Το εγκατέστησαν επάνω στη σκηνή με μια περιστροφική ογκώδη αντένα πλάι στο ραδιόφωνο.
Ο κόσμος ανυπομονούσε ν’ ακούσει, κάθε τόσο αναγγέλλετο, “Tώρα θα ακούσετε το Λονδίνο, την Μόσχα κλπ” (τότε η Ελλάδα δεν είχε ραδιοφωνικό σταθμό), αντί όμως για φωνή ακουγόταν ένα γαρρ, γαρρ ώσπου ο κόσμος έφυγε χωρίς να ακούσει ούτε μία λέξη, αλλά με την βεβαιότητα ότι πολύ σύντομα θα το απολάμβαναν. Έτσι και έγινε. Μέσα σε λίγα χρόνια υπήρχαν πολλά και κάπως τελειοποιημένα ραδιόφωνα».
Φτάσαμε στα πειρατικά ραδιόφωνα και στην ιδιωτική αργότερα ραδιοφωνία – τη λεγόμενη «ελεύθερη» (sic).
Οι νεότεροι μπορεί να μην γνωρίζουν αυτή την περίοδο των ερτζιανών. Σε μικρά δωμάτια, σε απομονωμένους χώρους νέοι με στοιχειώδη μηχανήματα έφτιαχναν ένα ραδιοφωνικό σταθμό και εξέπεμπαν στα μεσαία κύματα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αποκτώντας φανατικούς ακροατές. Στην Ξάνθη ένας από αυτούς είναι ο Βασίλης, στην τελευταία τάξη τότε του δημοτικού, πριν πενήντα χρόνια, δώδεκα μόλις χρονών, ο Ανατόλια, το ραδιοπειρατικό του όνομα. Τον άκουγε μεγάλο μέρος της πόλης, τραγούδια και αφιερώσεις, μέσω τηλεφώνου – που βέβαια εκείνο τον καιρό ήταν λίγα.
Διαβάζουμε ότι ο αριθμός των ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών πολλαπλασιάστηκε τη δεκαετία του 1970 με τους απόφοιτους των ραδιοτεχνικών και ραδιοηλεκτρολογικών σχολών που πειραματίζονταν με αυτοσχέδιες ηλεκτρονικές κατασκευές και ιδιοκατασκευασμένους ραδιοφωνικούς πομπούς. Μεγάλο το κυνηγητό από τις αρχές, κατασχέσεις μηχανημάτων, δικαστήρια, ποινές.
Τώρα θυμάμαι τον ραδιοπομπό με το «Εδώ Πολυτεχνείο», τις μέρες εκείνες του Νοέμβρη, που υπηρετούσα τη θητεία μου στο Πεντάγωνο…
***
Επανέρχομαι στην Ξάνθη και στον Βασίλη Μπουζούρη – στον χώρο του disco. Η μουσική αυτή πρωτοεμφανίστηκε στην Αμερική το 1970. Ένα είδος χορευτικής μουσικής, που εμπεριέχει στοιχεία Funk, Soul, Pop και Salsa. Πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε παγκοσμίως τόσο ως μουσική όσο και ως είδος χορού, διασκέδασης, ντυσίματος και κυρίαρχης κουλτούρας.
Στις αρχές τις δεκαετίας του ’80 ήταν πλέον το κυρίαρχο είδος ακόμη και στη μικρή και μακρινή, για την εποχή, πόλη της Ξάνθης. Τα κέντρα διασκέδασης πολλαπλασιάστηκαν και οι νέοι της εποχής αγόραζαν μανιωδώς βινύλια για να πλουτίσουν τη δισκοθήκη τους. Το αποτέλεσμα ήταν να αποκτήσει η μικρή ακριτική Ξάνθη τους δικούς της Dj θρύλους με το δικό τους κοινό.
Πολλές οι ντίσκο της Ξάνθης. Είχε δημιουργηθεί το Πανεπιστήμιο Θράκης, με την Πολυτεχνική στην Ξάνθη, αλλά και το Δ΄ Σώμα Στρατού με πολλούς στρατιώτες. Ένας από τους Dj ο Βασίλης.
Συνεχίζοντας θα αξιοποιήσουμε το έργο του Ξανθιώτη Στέφανου Τσιτσόπουλου, που ασχολείται πολύπλευρα με την τέχνη του λόγου και τα μέσα επικοινωνίας, Ημερολόγιο 2014, Thessa love niki, εκδόσεις Ιανός. Μας περιγράφει πολύ παραστατικά την κατάσταση, το καλοκαίρι του ’78.
«Από Stones το μόνο που είχα ακούσει έως τότε ήταν το “Miss You”, που το έπαιζαν η Φωνή της Αμερικής, αφού βρισκόταν στο νούμερο ένα του Billboard, ο Πετρίδης, ο δίσκο-τζόκεϊ της τοπικής “Dancing Πήγασος” αλλά και ο πειρατικός σταθμός “Λευτέρης ο Σάιμον”, που εξέπεμπε στα μεσαία. Είχα διαβάσει και τα γράμματα των αναγνωστών στο περιοδικό Ποκ+Ροκ που ξίνισαν με τον ντίσκο ρυθμό του. Τι πουλημένους, τι ξεφτίλες, τι προδότες τους ακολουθούσαν οι ρόκερ της εποχής».
Και σε επόμενο σημείο γράφει ο Στέφανος: «Κάθε φορά που άκουγα τη διασκευή των Stones στο “Time is on My Side”ήξερα πως πήγαζα από την Ξάνθη, αλλά η εκβολή μου θα τερμάτιζε αλλού».
***
Κλείνοντας το κείμενό μας, θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε τον χαρακτήρα των πολιτιστικών εκδηλώσεων. Σύμφωνα με τον Joffre Dumazedıer τρεις είναι οι λειτουργίες του ελεύθερου χρόνου: ανάπαυση, ψυχαγωγία, δυνατότητες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας.
Τα συλλογικά παιχνίδια, οι αθλητικές εκδηλώσεις, αγώνες ποδοσφαίρου μπορούν να θεωρηθούν μορφές ψυχαγωγίας. Όταν όμως επικρατεί ο οικονομικός παράγοντας δύσκολα μπορούμε να τα κατατάξουμε στα αφιλοκερδή παιχνίδια.
Οι διακοπές, τα ταξίδια και ο τουρισμός δεν έχουν πάντοτε ως αποτέλεσμα την ανάπαυση. Όταν τα ταξίδια και οι εκδρομές οργανώνονται από εξειδικευμένους οργανισμούς, τουριστικές εταιρείες και ταξιδιωτικά γραφεία, έχουμε χαρακτηριστικό παράδειγμα εμπορευματοποίησης του ελεύθερου χρόνου.
Ο Ε. Π. Παπανούτσος σε άρθρο του στην περίφημη «Πρακτική Φιλοσοφία» αναφέρεται στη γνήσια και νόθη ψυχαγωγία: «Η νόθη ψυχαγωγία είναι απόπειρα φυγής, επιθυμία απόδρασης από τον κλοιό μιας ζωής που μόνο πληγές μας δίνει και απογοητεύσεις ή που μας έγινε αφόρητη από το αθεράπευτο κενό της. Απόπειρα φυγής, όχι φυγή. Επιθυμία απόδρασης, όχι απόδραση. Γιατί σε λίγο ξαναγυρίζουμε στην αρένα βαρύτερα πληγωμένοι, βρισκόμαστε και πάλι στο πηγάδι μας με μεγαλύτερο άγχος – η απελευθέρωση ήταν ψεύδος, τραγική αυταπάτη (…) Αντίθετα προς τη νόθη η γνήσια ψυχαγωγία ως ανάγκη γεννιέται από τη δύναμη και τη χαρά της ζωής, και εκείνο που προσφέρει είναι να συντηρεί και να ανανεώνει τη δύναμη και τη χαρά της ζωής».
Και καταλήγει: «Τη λύση, κατά τη γνώμη μου, θα δώσει στο πρόβλημα μόνο η μεγαλύτερη μόρφωση του λαού σε συνδυασμό με τη δικαιότερη οργάνωση της κοινωνίας».
* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής