Φωτ.: Σοφία Παπασπυρίδωνος
του Θανάση Μπαξόπουλου
Με αφορμή δύο ειδήσεις. Οι ειδήσεις:
- Η Δήλος «υποδέχεται την τέχνη» πληροφορηθήκα με απορία αφού το νησί του Απόλλωνα είναι ολόκληρο τέχνη εξ ορισμού. Πρακτικά στα πλαίσια μιας πρωτότυπης (πολύ φοβάμαι πιλοτικής…) «σύμπραξης» ενός ιδιωτικού πολιτιστικού φορέα που ίδρυσε ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΒ και μεγάλος συλλέκτης σύγχρονης τέχνης και της αντίστοιχης Εφορείας Αρχαιοτήτων θα γίνει εντός του αρχαιολογικού χώρου έκθεση ενός σύγχρονου καλλιτέχνη με σκοπό ή να αναδειχθεί ο καλλιτέχνης και να ανέβει η αξία των έργων του και της συλλογής του ανωτέρω ή να αναδειχθεί η Δήλος, διαλέγετε την πιθανότερη εκδοχή.
- Στο Υπερταμείο μια περνάνε και μια δεν περνάνε ένας άγνωστος αριθμός αρχαιολογικών χώρων και μνημείων μαζί με τα υπόλοιπα ακίνητα του δημοσίου 10.000 και βάλε στο σύνολο. Μάλλον δεν περνάνε οι αρχαιολογικοί χώροι (όσο υπάρχει ακόμη Σύνταγμα που το απαγορεύει). Σίγουρα περνάνε τα νεότερα μνημεία αφού δεν υπάρχει νομοθεσία που να προστατεύει μνημεία νεότερα του 1830. Μάλλον περνάνε μνημεία και κτίρια μεταξύ 1453 και 1830. Σίγουρα περνάνε επίσης όλα τα δημόσια μουσεία της χώρας αφού κανένας δεν μιλάει γι’ αυτά (η εκτίμηση αντλείται από το άρθρο της καθ. Λίνας Μενδώνη πρώην γ.γ. του ΥΠΠΟ στην Καθημερινή). Εκτός από το ανήθικο και φυσικά απαράδεκτο –αλλά όχι χωρίς ιστορικό προηγούμενο για αποικίες– μέρος να χαθεί η κυριότητα από το Ελληνικό Δημόσιο υπάρχει το πρακτικό μέρος για τη χρήση όλων αυτών που δεν είναι καθόλου αμελητέο. Περισσότερο σημαντικό ίσως και από το σε ποιόν θα «ανήκουν» είναι ποιός, πώς και γιατί και με ποιούς όρους θα τα χρησιμοποιεί.
Η πίεση για την «αξιοποίηση» των αρχαιοτήτων και μνημείων είναι αντίστοιχη με την πίεση στο φυσικό περιβάλλον, δεν είναι κάτι καινούργιο, στην πιο πρωτόλεια μορφή της ντόπιοι αλλά και ξένοι έπαιρναν όποιο μάρμαρο και κολώνα ήθελαν και έχτιζαν ή ομόρφαιναν το σπίτι ή παλάτι τους, ειδικά η Δήλος για αιώνες υπήρξε κάτι σαν μάντρα οικοδομικών υλικών για όλο τον αιγαιακό χώρο. Η ίδια πίεση παίρνει σύγχρονες μορφές με την ένταξη μνημείων και χώρων σε «χαρτοφυλάκια» και «συμπράξεις» διαφόρων ειδών. Κάτι που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες δεν είναι αντίθετες με την «αξιοποίηση» αλλά συνήθως προωθούν την αξιοποίηση με σκοπό να προσποριστούν ίδιο όφελος. Δε φαίνεται να υπάρχει κάποιου είδους ισχυρό αντίδοτο εκτός ίσως από την πραγματική παιδεία αλλά αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση. Οι Μυκονιάτες «που έχουν παραδωθεί στον νεοπλουτισμό» αλλά και οι φτωχοί κάτοικοι της Σχοινούσας που λάτρευαν τους ευαίσθητους αρχαιοκαπήλους δείχνουν ότι είναι αρκετά εύκολο να έχεις με το μέρος σου την τοπική κοινωνία όταν σχεδιάζεις να εκμεταλλευτείς το ιστορικό πολιτιστικό της απόθεμα. Επίσης η κοινή γνώμη έχει κατάλληλα προετοιμαστεί εδώ και καιρό ώστε να θεωρεί την ιδιωτικοποίηση των πάντων ως απαλλαγή από τα «γραφειοκρατικά εμπόδια» αλλά και την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων ως «ευλογία για τον τόπο». Η μεγάλη εργολαβία του Τύπου για την κατασυκοφάντηση όσων είναι από επάγγελμα ταγμένοι στην προστασία και όχι στην «ανάδειξη» των αρχαιολογικών τόπων και μνημείων κορυφώθηκε επί «αριστερής διακυβέρνησης» μετά την εγκληματική πυρκαγιά στο Μάτι το καλοκαίρι του 2018 όταν μαζί αρχαιολόγοι και δασολόγοι υποδείχτηκαν κατά πρωτοφανή τρόπο από όλες σχεδόν τις εφημερίδες ως οι πραγματικοί εμπρηστές και αίτιοι της τραγωδίας!
Η πίεση για την «αξιοποίηση» των αρχαιοτήτων και μνημείων είναι αντίστοιχη με την πίεση στο φυσικό περιβάλλον, δεν είναι κάτι καινούργιο. Η ίδια πίεση παίρνει σύγχρονες μορφές με την ένταξη μνημείων και χώρων σε «χαρτοφυλάκια» και «συμπράξεις» διαφόρων ειδών
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ή ποιοί θα ‘πρεπε να είναι. Καταρχήν οι αρχαιολόγοι και όλοι οι φορείς τους αφού το πρόταγμα της επιστήμης τους είναι η διατήρηση του ιστορικού κατάλοιπου για την περαιτέρω διερεύνησή του στο μέλλον καταρχήν και δευτερευόντως για άλλη χρήση εκπαιδευτική με την ευρεία έννοια. Αντίθετα με ότι πολλοί πιστεύουν ο αρχαιολόγος μελετά και διασώζει το ιστορικό κατάλοιπο σαν επιστήμονας για την επιστήμη και για το μέλλον. Δεν ψάχνει αντικείμενα για προθήκες μουσείων ούτε αναστηλώνει ναούς και οικίες, αν το κάνει και αυτό είναι καταρχήν στα πλαίσια της διερεύνησης και της γνώσης για το πως ήταν οι ναοί και οι οικίες. Για αυτό το λόγο ο αρχαιολόγος είναι ένας «αντιπαθητικός» επιστήμονας γιατί είναι αυτός που πρέπει να προτείνει να παραχωθεί ένα πολύτιμο π.χ. μωσαϊκό και όχι να γίνει επισκέψιμο. Συνήθως η κοινή γνώμη δεν παίρνει υπόψη της το απλό δεδομένο ότι η επόμενη γενιά από εμάς θα έχει καλύτερη τεχνολογία για να μελετήσει χώρους και θραύσματα. Ήδη ανακαλύπτοντας κάτι, πόσο μάλλον «αναδεικνύοντας» και «αξιοποιώντας» τό, χαλάμε κάτι για τις μελλοντικές γενιές. Προφανώς ο αρχαιολόγος του 18ου αιώνα δεν είχε στη διάθεσή του μηχανήματα xray ούτε gps για την ακριβή θέση στην ανασκαφή. Αλλά και για τη διατήρηση των ευρημάτων λογικά η τεχνολογία θα παρέχει καλύτερες λύσεις αν σκεφτεί κανείς ότι οι πρώτες σπηλιές που βρέθηκαν με βραχογραφίες και άνοιξαν σε κοινό τώρα ή είναι κλειστές ή χωρίς βραχογραφίες. Πρέπει λοιπόν να μην αγγίζουμε καθόλου τα αρχαία; Εξαρτάται αλλά καλό είναι αυτά που είναι μοναδικά να μην τα πολυπειράζουμε…
Υπάρχουν και τα όργανα της Πολιτείας (δυστυχώς η λέξη ακούγεται χαριτωμένη πια). Οι Εφορείες Αρχαιοτήτων, το ΥΠΠΟ και το ΚΑΣ κανονικά θα έπρεπε να είναι απέναντι γιατί απαρτίζονται από επιστήμονες με επαγγελματική αποστολή την προστασία. Πλην όμως στην περίπτωση που πολιτική ηγεσία και επιχειρηματικά συμφέροντα διαπλέκονται ή ταυτίζονται είναι πολύ δύσκολο να υπηρετήσουν την επιστήμη τους και την κοινωνία μακροπρόθεσμα. Το ΚΑΣ ένας θεσμός παλαιότερος του Ελληνικού Κράτους, σίγουρα έχει μεγάλο κύρος αλλά δεν μπορεί μόνο του να αποτρέψει την «αξιοποίηση» όπως ένας δικαστικός σχηματισμός δεν μπορεί να σχίσει τα μνημόνια και ειδικά με την κοινωνία απέναντι. Θυμόμαστε την πολιτική και κοινωνική πίεση όταν οι άκαρδοι, στενόμυαλοι γραφειοκράτες δεν άφηναν έναν καλόκαρδο «καταξιωμένο» καλλιτέχνη να έρθει να βάλει ράγες και κινηματογραφικούς γερανούς μερικών τόνων πάνω στο ναό του Διονύσου στο Σούνιο για να τραβήξει μια σκηνή για την ταινία του ώστε να μας φέρει κι άλλους πολυπόθητους τουρίστες.
ΆΡΑ ΟΙ σκεπτόμενοι πολίτες θα πρέπει να στηρίξουν και να τον ελέγξουν τον επιστήμονα όχι για να του απονείμουν το προνόμιο της αυθεντίας αλλά γιατί είναι μια καλύτερη λύση από το ιδιωτικό συμφέρον. Με όποιο μανδύα και αν ενδύεται η «αξιοποίηση» θα αποδώσει όφελος σε λίγους και για λίγο. Δεν πρέπει να είναι εκτός συζήτησης η αποξένωση του ανθρώπου από το ίδιο του το παρελθόν μάλιστα στο βαθμό που φαίνεται να είναι μέσο για την πιο εύκολη χειραγώγηση του και σκοπός της παγκόσμιας απορρύθμισης.