Μια αιφνιδιαστική κίνηση έκανε η Ουάσινγκτον στο παρά πέντε πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, της ερχόμενης Τρίτης, 5 Νοεμβρίου. Προσκάλεσε τον πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Χριστοδουλίδη, για συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, στο Οβάλ Γραφείο στον Λευκό Οίκο. Τι σημαίνει αυτή η πρόσκληση, η οποία στάλθηκε το περασμένο Σάββατο και η συνάντηση έγινε την Τετάρτη 30 Οκτωβρίου; Τι είναι αυτό που οδήγησε την Ουάσινγκτον να προχωρήσει σε αυτή την κίνηση; Κυρίως όταν η Λευκωσία προσφέρει όσες διευκολύνσεις ζητήσουν οι ΗΠΑ, όπως κι άλλες χώρες.
Είναι σαφές πως από μια συνάντηση 40 περίπου λεπτών δεν αναμένονταν πολλά. Το ζητούμενο είναι τι προηγήθηκε και τι θα ακολουθήσει.
Προφανώς και ένας πρόεδρος μικρής χώρας, όπως είναι η Κύπρος, δύσκολα θα μπορούσε να αρνηθεί την πρόσκληση. Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι τι θέλουν οι Αμερικανοί. Διαχρονικά και με βάση τις εμπειρίες που έχουμε βιώσει ως Κύπρος, ως Ελληνισμός, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην αμερικανική πολιτική. Κι αυτό είναι πολιτική στάση, έχοντας αναλύσει τα γεωστρατηγικά δεδομένα, το πώς επιχειρεί να μοιράσει το παιχνίδι στην περιοχή η υπερδύναμη. Και στην περιοχή ο πόλεμος του Ισραήλ κατά πάντων, κυρίως κατά των Παλαιστινίων, μαίνεται και φαίνεται ότι θα αργήσει μάλλον να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Για τους Αμερικανούς, ωστόσο, είναι σαφές πως ο ένας πυλώνας ισχύος είναι η κατοχική δύναμη το Ισραήλ και ο δεύτερος πυλώνας είναι η άλλη κατοχική δύναμη, η Τουρκία, που αν και οι σχέσεις τους είναι… πληγωμένες, ωστόσο παραμένει βασικός σύμμαχος. Συνεπώς δεν υπάρχουν ψευδαισθήσεις ούτε γιατί γίνονται τα ανοίγματα από την Ουάσιγκτον ούτε ποια η σχέση τους με την Τουρκία.
Την ίδια ώρα, είναι επίσης γνωστό και αναφέρθηκε πολλές φορές ότι οι Αμερικανοί παρεμβαίνουν στην περιοχή, κάνουν συμφωνίες με την Κυπριακή Δημοκρατία και στο πεδίο της ασφάλειας με την άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κύπρο. Προ δεκαημέρου άρχισε και ο στρατηγικός διάλογος ΗΠΑ-Κύπρου, που αφορά περισσότερο τα διμερή θέματα.
Οι κινήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, έχουν βεβαίως να κάνουν πρωτίστως με την υλοποίηση των σχεδιασμών τους για έλεγχο της περιοχής, είτε ευθέως είτε διά αντιπροσώπων. Συνδέονται και με την ενίσχυση του Ισραήλ, εδραιώνοντας ταυτόχρονα το δικό τους στρατηγικό ρόλο. Το γεγονός ότι η Τουρκία είναι απέναντι στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ στον πόλεμο αυτό προφανώς και δεν υποβαθμίζεται. Αλλά ταυτόχρονα δεν αναδεικνύεται γιατί η Ουάσινγκτον θέλει να κρατήσει πάντα ανοικτά τα κανάλια επικοινωνίας με την Άγκυρα.
Η στάση της Λευκωσίας
Είναι σαφές πως η Λευκωσία έχοντας απέναντί της την κατοχική Τουρκία, την οποία αντιμετωπίζει σχεδόν μόνη, επιχειρεί να διαμορφώνει συμμαχίες, κανάλια επικοινωνίας με ισχυρούς παίκτες. Και στην περιοχή διατηρεί τα κανάλια τόσο με τους Άραβες όσο και με το Ισραήλ. Αρμοδίως αναφέρεται ότι η Κύπρος δεν είναι μέρος του προβλήματος, ούτε και προσφέρει διευκολύνσεις, πλην του ανθρωπιστικού θαλάσσιου διαδρόμου «Αμάλθεια» για μεταφορά βοήθειας προς τους Παλαιστίνιους της Γάζας. Αλλά και την εφαρμογή του σχεδίου «Εστία» για την μεταφορά και την υποδοχή αμάχων, που θέλουν να φύγουν από τις περιοχές των συγκρούσεων.
Άλλωστε οι στρατιωτικές διευκολύνσεις στις ΗΠΑ προσφέρονται κατά κύριο λόγο από τις βρετανικές βάσεις και το Λονδίνο δεν θα ήθελε να χάσει αυτό το «προνόμιο». Οι βρετανικές βάσεις διαχρονικά χρησιμοποιούνται από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Από τα όσα αναφέρθηκαν κατά τη συνάντηση Χριστοδουλίδη και Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, πέραν από τα τετριμμένα που ακούστηκαν, σημειώνεται εκείνο που είπε ο Κύπριος Πρόεδρος με τη διασύνδεση του ρόλου του νησιού στην περιοχή σε σχέση με το περιεχόμενο της λύσης: «Εκείνο, όμως, που κρατώ ιδιαίτερα είναι τη σύνδεση που έγινε από πλευράς των ΗΠΑ, του Αμερικανού Προέδρου, αλλά και του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, για την ανάγκη μέσα από τη λύση του Κυπριακού, ο ρόλος της Κυπριακής Δημοκρατίας στην περιοχή, όχι μόνο να διατηρηθεί αλλά να ενισχυθεί περισσότερο. Άρα, οι εξελίξεις στην περιοχή επηρεάζουν ή λαμβάνονται υπόψη και στην οπτική των ΗΠΑ σε σχέση με την ανάγκη επανέναρξης των συνομιλιών, αλλά και το περιεχόμενο της λύσης του Κυπριακού». Τι ήθελε να πει με αυτό; Ότι δεν θα είναι ο ίδιος στρατηγικός ρόλος της Κυπριακής Δημοκρατίας στην περιοχή εάν μέσα από μια συμφωνία για λύση, η χώρα θα έχει εξαρτήσεις από την Τουρκία. Εάν θα ελέγχεται, δηλαδή, από την Άγκυρα η Κυπριακή Δημοκρατία, μέσα από μια συμφωνία. Και είναι προφανές πως η Τουρκία θα είναι παρούσα και μετά από μια συμφωνία στο Κυπριακό και θα έχει ρόλο και έλεγχο εάν η βάση θα είναι, για παράδειγμα, η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Φιλανθρωπίες και διεθνείς σχέσεις
Είναι γνωστό ότι στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχει φιλανθρωπία. Στις διεθνείς σχέσεις υπάρχουν ενίοτε και παράπλευρες απώλειες, που συνήθως είναι η αδύνατη πλευρά. Αυτό, όμως, μπορεί να αποφευχθεί στην περίπτωση κατά την οποία επιλέγεται μικρό καλάθι αναφορικά με τις προθέσεις του ισχυρού και γίνονται προσεκτικά βήματα από την αδύνατη πλευρά, που θα πρέπει να είναι υποψιασμένη.
Στη Λευκωσία παραπέμπουν, συχνά-πυκνά, με όλα αυτά που συμβαίνουν στα όσα έλεγε προ 30ετίας ο Βάσος Λυσσαρίδης για αξιοποίηση των εμπλεκομένων συμφερόντων. Αυτό, όμως, γίνεται υπό προϋποθέσεις και έχοντας ξεκάθαρες στοχεύσεις. Και γνωρίζοντας τις προθέσεις και διαθέσεις των άλλων παικτών.
Είναι σαφές πως η υποταγή στους Αμερικανούς και στους σχεδιασμούς τους δεν διασφαλίζει οτιδήποτε από τις επιδιώξεις της κυπριακής πλευράς. Συνεπώς χρειάζονται προσεκτικά βήματα, μικρό καλάθι και σωστή ανάγνωση του γεωπολιτικού τοπίου.
Δεν τίθεται θέμα ένταξης στο ΝΑΤΟ
Θέμα ένταξης στο ΝΑΤΟ της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν τίθεται κι αυτό είναι ξεκάθαρο. Όχι μόνο επειδή η Τουρκία διά του βέτο θα σταματήσει όποια κίνηση γίνει προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και επειδή δεν υπάρχει τέτοια πρόθεση από τη Λευκωσία να αιτηθεί για ένταξη. Ούτε από την νυν κυβέρνηση ούτε και από τις προηγούμενες αυτή η πρόθεση υπήρχε. Άλλωστε ρεαλιστικά αναλύοντας το όλο θέμα δεν υπάρχει λόγος να γίνει οτιδήποτε όταν είναι προδιαγεγραμμένη η κατάληξη. Συνεπώς δεν έχει σημασία να γίνουν ενέργειες ακόμη κι εάν κάποιοι εθελοτυφλούντες πιστεύουν σε μια τέτοια συμμετοχή. Πλην του Δημοκρατικού Συναγερμού και κάποιων βαρόνων του, που υποστηρίζουν ένταξη στο ΝΑΤΟ, οι υπόλοιπες δυνάμεις δεν το επιθυμούν, ούτε και το συζητούν.
Η πλειοψηφία του πολιτικού συστήματος στο νησί βλέπει το παράδειγμα της στάσης του ΝΑΤΟ στα ελληνοτουρκικά, που ούτε καν ποντιοπιλατική δεν είναι. Είναι στάση ανοχής αλλά μέσα από αυτή ενθάρρυνσης της Άγκυρας να θέτει ακραίες και παράνομες διεκδικήσεις.
Την ίδια σε σχέση με το ΝΑΤΟ, είναι σαφές πως βλέπει την Κύπρο ως μια χώρα, στην οποία σταθμεύουν στρατεύματα από τρία μέλη του, τη Βρετανία, την Τουρκία, την Ελλάδα. Συνεπώς δεν έχει λόγο να θέλει και ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στον Οργανισμό κακοκαρδίζοντας την καλομαθημένη Άγκυρα.