Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη τα περιθώρια κέρδους της φαρμακοβιομηχανίας για το διάστημα 2000 ως 2018 ήταν 13,7% σε σχέση με 7,7% για τους υπόλοιπους κλάδους που εκπροσωπούνται στον δείκτη S&P500 – μια εντυπωσιακή διαφορά. Και όμως:
- Αν συνυπολογιστούν διάφοροι άλλοι παράγοντες, όπως έξοδα για έρευνα και τεχνολογία, δικαστικές διαμάχες για πατέντες και μέγεθος της εταιρείας τα περιθώρια κέρδους μειώνονται πολύ και εξισώνονται με τις υπόλοιπες τεχνολογικές εταιρείες.
- Ενώ τα περιθώρια κέρδους για τους υπόλοιπους μένουν χοντρικά σταθερά σε όλη αυτή την περίοδο, η φαρμακοβιομηχανία είδε τα δικά της περιθώρια κέρδους να μειώνονται σταθερά.
- Ειδικά προς το τέλος της περιόδου αυτής, από το 2014 μέχρι το 2018, τα καθαρά περιθώρια (net income margin) της φαρμακοβιομηχανίας υπολογίζονται στο 2,3%, ήτοι εντός του ορίου της στατιστικής αβεβαιότητας.
Με άλλα λόγια, η φαρμακοβιομηχανία ξεκίνησε τη δεκαετία του ’90 (ίσως και πιο πριν) με τεράστια περιθώρια κέρδους που οφείλονταν από τη μια στις αναδιαρθρώσεις των συστημάτων υγείας που επέτρεψαν μεγάλες ανατιμήσεις στην αγορά φαρμάκου και από την άλλη στην αναθεώρηση του καθεστώτος των πατεντών της δεκαετίας του ’80-’90. Πράγματι τότε, αρχίζοντας από τις σημαντικότατες αλλαγές της κυβέρνησης Ρήγκαν, ένα κύμα επιμήκυνσης και αυστηροποίησης των πατεντών στο φάρμακο σάρωσε τον αναπτυγμένο κόσμο, επιτρέποντας στις φαρμακοβιομηχανίες να εκμεταλλεύονται αποκλειστικά (και να πουλάνε πιο ακριβά) μια σειρά από βασικά φάρμακα που ανακαλύφθηκαν μέχρι την δεκαετία του ’70.
Έκτοτε, και παρά τη φιλολογία περί προόδου, δεν έχει υπάρξει ανακάλυψη ανάλογης σημασίας. Τα βασικά φάρμακα, αντιβιοτικά και εμβόλια που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι μικροπαραλλαγές παλιότερων φαρμάκων, των οποίων συχνά έχει πλέον λήξει η πατέντα. Αυτός είναι και ο λόγος που τώρα πλέον γίνεται κουβέντα για generics, φάρμακα αντίγραφα, των οποίων επιτρέπεται η αντιγραφή επειδή έχει λήξει η πατέντα, τα οποία προφανώς επειδή έχουν χαμηλή τιμή δεν έχουν και μεγάλα περιθώρια κέρδους. Οι φαρμακοβιομηχανίες αναμασούν τα ίδια και τα ίδια φάρμακα με μικρές αλλαγές στους χημικούς τύπους προκειμένου να επεκτείνουν τις πατέντες χωρίς σημαντικές όμως, μεγάλες προόδους. Επειδή τα μικρά αυτά βήματα κοστίζουν πολύ σε R&D, χωρίς αυτό να συνεπάγεται αντίστοιχη κερδοφορία, οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες σταδιακά βγαίνουν από τα φάρμακα. Η Novartis, εταιρεία που τσέπωσε δισεκατομμύρια ως αποτέλεσμα σκανδαλωδών συμβάσεων, εντούτοις αποσύρθηκε από τον χώρο των εμβολίων και δεν ξαναμπήκε ούτε με την Covid-19.
Δυστυχώς αυτή τη στασιμότητα την πληρώνουμε και με την πανδημία. Σε εποχές μεγάλης προόδου της τεχνολογίας (δεκαετία ’50), το εμβόλιο της πολιομυελίτιδας δεν πατενταρίστηκε. Ο Τζόνας Σαλκ που το ανακάλυψε είχε πει: «Μπορείς να πατεντάρεις τον ήλιο;». Μια τέτοια γενναιόδωρη στάση μπορούσε να δικαιολογηθεί τότε από την πληθώρα των ανακαλύψεων που άφηναν μεγάλα περιθώρια κέρδους, όχι όμως πλέον. Εξ ου και το αναδρομικό μίσος κατά του Σαλκ σε άρθρα που δημοσιεύονται σε πάντα έγκυρα και σε βάθος ενημερωμένα έντυπα, από αρθρογράφους που θεωρούν αυτή τη στάση κοινωνικά καταστρεπτική. Αν απεμποληθούν οι πατέντες, λένε, τι κίνητρο θα έχουν οι εφευρέτες για να έχουμε πρόοδο; Πώς η Pfizer θα κοστολογεί περίπου 40ευρώ τη δόση (και χρειάζονται δύο δόσεις) αν δεν υπάρχουν πατέντες; Τα άσχετα με το άμεσο κέρδος κίνητρα του Σαλκ δεν τα κατανοούν, τους τρομοκρατούν, τα εξορκίζουν ως ανατρεπτικά και καταστρεπτικά για την κοινωνία (ενώ στην πραγματικότητα είναι καταστρεπτικά για τις ίδιες τις παράδοξες και ανιστορικές προκαταλήψεις τους).
Βέβαια, από την άλλη, έχουν κι ένα δίκιο. Αν καταργούνταν οι πατέντες, τότε πατέντες σαν τις πάμπολλες πατέντες που είχε στο όνομά της η Χολμς, πατέντες που πατεντάριζαν κοπανιστό αέρα, δεν θα είχαν πατενταριστεί ποτέ. Θα ήταν μια απώλεια για την ανθρωπότητα. Πατενταρισμένη απώλεια.
(Πηγή: kosmodromio.gr. «Σεξ, Ψέματα και Εξετάσεις Αίματος: Η Άνοδος και η Πτώση της Theranos», του Δημήτρη Λένη)