Οι αγορές συνεχίζουν το ανοδικό πανηγύρι τους, η Ελλάδα «προοδεύει» και ο ανταγωνισμός για την αρχιτεκτονική του ευρώ αναζωπυρώνεται. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Το χρηματιστήριο ζει μέρες 1999. Ο Γενικός Δείκτης υπερδιπλασιασμένος, σε σχέση με πέρυσι τέτοιο καιρό, ο τζίρος στα 200 εκατ. ευρώ τη μέρα (άρα, λεφτά υπάρχουν), οι τραπεζικές μετοχές στο θεό. Στον αντίποδα, τα spreads των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται σε φθίνουσα πορεία, λίγο πάνω από τις 700 μονάδες.
Αν υποθέσει κανείς ότι οι αγορές απλώς τρελάθηκαν, ίσως αναρωτηθεί γιατί και η συνήθως «ξινή» Κομισιόν δημοσιοποιεί μια έκθεση με διακριτικούς επαίνους για την πρόοδο που έχει κάνει η Ελλάδα στην εφαρμογή του Μνημονίου. Και γιατί κάνουν το ίδιο οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης που άνοιξαν το «κουτί» των αναβαθμίσεων, βλέποντας κι αυτοί «πρόοδο» στις «μεταρρυθμίσεις»; Όχι ότι δεν έχει υπάρξει «πρόοδος» – ρητά αναγνωρίζει η Κομισιόν στην έκθεσή της ότι ο στόχος του Mνημονίου «για μείωση του ονομαστικού εργασιακού κόστους κατά 15% πιθανότατα θα επιτευχθεί και η Ελλάδα θα ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα του 1995» στο πεδίο αυτό. Θρίαμβος! Πίσω ολοταχώς στο 1995. Αλλά, το δημοσιονομικό κενό του 2015-2016 ποιος θα το χρηματοδοτήσει; Το αργότερο μέχρι τον Αύγουστο θέλουμε προτάσεις από την ελληνική κυβέρνηση, λέει η Κομισιόν και υποδεικνύει εξαιρετικά πρωτότυπες λύσεις: μείωση φοροαπαλλαγών, διεύρυνση φορολογικής βάσης, περικοπές δαπανών.
Επιτυχής αποτυχία
Πώς είναι δυνατό σταθερά μειούμενα εισοδήματα μισθωτών να καλύψουν σταθερά αυξανόμενους φόρους; Αυτό δεν απασχολεί την Κομισιόν, αν και αυτή η σχιζοειδής αντίφαση είναι η σταθερή βάση για εκτροχιασμό του προγράμματος. Δεν απασχολεί ούτε τις αγορές μετοχών και ομολόγων που κάνουν πάρτι στα ερείπια της ύφεσης και των μνημονίων. Απασχολεί ίσως το βελγικό Iνιστιτούτο Bruegel, το οποίο με επικεφαλής τoν πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ, χαρακτηρίζει το ελληνικό Mνημόνιο το πιο αποτυχημένο από αυτά που επιβλήθηκαν στις χώρες της Ε.Ε. και ένα από τα 10 πιο αποτυχημένα από τα 159 που έχει επιβάλει το ΔΝΤ σε όλο τον κόσμο.
Η κριτική που ασκεί το Bruegel, αν και βρίσκεται σε αντίθεση με την ευφορία που μεταδίδουν η Κομισιόν και οι αγορές, αποτελεί μόνο μια ψηφίδα από το μεγάλο και μπερδεμένο παζλ της Ευρωζώνης. Ένα μέρος της εικόνας αφορά την Ελλάδα, για την οποία φιλοτεχνείται μεν ένα αισιόδοξο σενάριο, το οποίο όμως είναι αδύνατο να καταλήξει σε success story χωρίς περαιτέρω κούρεμα του χρέους. Το ΔΝΤ, εκπροσωπώντας όχι μόνο τους Αμερικανούς, αλλά και εταίρους του αναπτυσσόμενου κόσμου, αναμένεται σύντομα να επανέλθει στις πιέσεις για να λάβει η Ε.Ε. τις σχετικές αποφάσεις -ενδεχομένως μέσω επικείμενης τον Ιούνιο έκθεσής του-, η ελληνική κυβέρνηση (όχι ότι τη ρωτάει και κανείς) ευελπιστεί ότι θα πετύχει ένα κούρεμα κατά 50 δισ. ευρώ αν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνει μέσω του μηχανισμού ESM, αλλά η γερμανική ηγεσία θέλει να τρενάρει όσο το δυνατό την τελική απόφαση.
Η τραπεζική ένωση
Κι αυτή δεν είναι η μόνη απόφαση που θέλει να καθυστερήσει το Βερολίνο. Η σημαντικότερη αφορά την τραπεζική ένωση, της οποίας την τελική μορφή υποτίθεται ότι πρέπει να δώσει η σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Ιούνιο. Στο Ecofin που συνεδρίασε προ ημερών εκδηλώθηκαν οι ιδιοτέλειες κάθε χώρας ως προς του τι είδους εγγύηση καταθέσεων κάτω των 100.000 ευρώ θέλει και ποιους καταθέτες προτίθεται να θυσιάσει στον βωμό των τραπεζικών διασώσεων. Όλοι κατέθεσαν τις εξαιρέσεις τους. Αλλά είναι η γερμανική ηγεσία που βάζει τα πιο μεγάλα εμπόδια στη δημιουργία της τραπεζικής ένωσης. Η ίδια που τα έδωσε όλα για την «εξυγίανση» (δηλαδή τη διάλυση) του κυπριακού τραπεζικού συστήματος.
Ο Βόλφγκαγκ Σόιμπλε αντιτίθεται στο βασικό στοιχείο της πρότασης για την τραπεζική ένωση, τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου το οποίο θα αναλαμβάνει το κόστος των τραπεζικών πτωχεύσεων. «Αυτό απαιτεί αλλαγή ευρωπαϊκών συνθηκών», είναι το επιχείρημα με το οποίο επιχειρεί να μεταθέσει τη σχετική απόφαση για μετά τις γερμανικές εκλογές, προφανώς γιατί του είναι αδιανόητος ένας έλεγχος στις ίδιες τις γερμανικές τράπεζες. Αλλά απέναντί του βρίσκει τους πάντες: την Κομισιόν, τον Ολλανδό πρόεδρο του Eurogroup Ντέιζερμπλουμ, τον Γερμανό Άσμουσεν της ΕΚΤ και πάνω από όλους τον Μοσκοβισί, τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών.
«Μανιφέστο» Ολάντ
Με τα δεδομένα αυτά η συμφωνία του προσεχούς Ιουνίου για την τραπεζική ένωση είναι μετέωρη. Και αποκαλύπτει όχι μόνο το ρήγμα Βορείων και Νοτίων στην Ε.Ε., αλλά και πρόσθετα ρήγματα ακόμη και εντός του άξονα των Βορείων. Κατά βάση, ωστόσο, αποτελεί αφορμή για να αναζωπυρωθεί ο ακήρυκτος γαλλογερμανικός πόλεμος. Πεσμένος στο καναβάτσο λόγω ρεκόρ ανεργίας, επιστροφής της Γαλλίας στην ύφεση και κατολίσθησης της δημοτικότητάς του, ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ προσπαθεί να ανακτήσει κάτι από τον ηγετικό ρόλο της χώρας του στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, στριμώχνοντας ταυτόχρονα το Βερολίνο. Την περασμένη Πέμπτη παρουσίασε ένα «μανιφέστο» ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που περιλαμβάνει, εκτός από την τραπεζική ένωση, τη συγκρότηση μιας πραγματικής οικονομικής κυβέρνησης της Eυρωζώνης, με πρόεδρο «πλήρους απασχόλησης», εναρμόνιση προϋπολογισμών, φορολογικών και οικονομικών πολιτικών και κοινή διαχείριση του χρέους με έκδοση ευρωομολόγων.
Γερμανικοί άσοι
Βεβαίως, είναι ένα ερώτημα αν η γαλλική ηγεσία είναι σε θέση να δίνει το tempo στον ευρωπαϊκό βηματισμό, αν μπορεί να γίνει ο πόλος συσπείρωσης των αναξιοπαθούντων των μνημονίων και αν μπορεί πραγματικά να στριμώξει τη γερμανική ηγεσία σ’ αυτό το ατέλειωτο παζάρι για την τελική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης. Η εμπειρία μέχρι στιγμής δείχνει ότι η γερμανική ηγεσία έχει πάντα τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις και κρυφούς άσους στο μανίκι. Ακόμη και τώρα, περίπου ένα μήνα πριν από την Ευρωπαϊκή Σύνοδο για την τραπεζική ένωση, έχει ένα εκβιαστικό χαρτί. Στις 12 Ιουνίου το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης θα αποφανθεί αν η αγορά ομολόγων των χωρών του Νότου από την ΕΚΤ παραβιάζει ή όχι το γερμανικό Σύνταγμα. Μια καταφατική απόφαση, όπως είναι αντιληπτό, θα τίναζε στον αέρα όλο το οικοδόμημα παροχής ρευστότητας που έχει στήσει η ΕΚΤ και γύρω από το οποίο έχει εν μέρει στηθεί και το πάρτι στις αγορές μετοχών και ομολόγων. Η γερμανική ηγεσία θυμίζει με κάθε ευκαιρία: Ο έχων το μαχαίρι έχει και το πεπόνι.