Η πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ προσθέτει ένα «κλικ» διαλλακτικότητας στους δανειστές, με σταθερή τη γερμανική εξαίρεση. Κυβερνητική σπουδή για κλείσιμο αξιολόγησης με συνοπτικές διαδικασίες
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Αν και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επένδυσε πολλά στην πολύκροτη αποχαιρετιστήρια περιοδεία του απερχόμενου Ομπάμα στην Ευρώπη, στην πραγματικότητα τα όποια πιθανά οφέλη στην προσδοκώμενη ελάφρυνση του χρέους και στη διαλλακτική στάση των δανειστών θα τα οφείλει μάλλον στον επερχόμενο αμερικανό πρόεδρο, τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο οποίος παρουσιάζεται περίπου ως μια απρόβλεπτη παγκόσμια απειλή.
Ελληνικά ομόλογα στον… αφρό
Ο τρόπος που επιδρά η εκλογή Τραμπ στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και ειδικά στην ελληνική υπόθεση είναι διπλός:
Πρώτον, διότι πολιτικά ενισχύει την πολιτική αβεβαιότητα στην Ευρώπη, που αντιμετωπίζει ένα «σερί» εκλογικών δοκιμασιών – από το ιταλικό δημοψήφισμα και την προεδρική εκλογή στην Αυστρία σε δυο εβδομάδες, μέχρι τις ολλανδικές, τις γαλλικές και τις γερμανικές εκλογές το 2017. Η ανησυχία των ευρωπαϊκών ηγεσιών είναι πως η εκλογική νίκη Τραμπ λειτουργεί ως αέρας στα πανιά των λεγόμενων «λαϊκιστικών» δυνάμεων, στις οποίες αθροίζονται άγαρμπα από αμιγώς ακροδεξιά κόμματα μέχρι αριστερόστροφα ριζοσπαστικά σχήματα. Αυτό με τη σειρά του ενισχύει την τάση ορισμένων κυβερνήσεων της Ε.Ε. και αξιωματούχων ευρωπαϊκών θεσμών να αποσκιρτήσουν από το αυστηρό δόγμα της λιτότητας, αναζητώντας μια ελεγχόμενη αλλαγή στο μίγμα οικονομικής πολιτικής. Ως γνωστόν, αυτό προσκρούει στη σθεναρή γερμανική προσήλωση στους «κανόνες».
Δεύτερον, η εκλογή Τραμπ έχει προκαλέσει ένα σχεδόν παγκόσμιο ξεπούλημα κρατικών ομολόγων, αισθητό και στα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που τροφοδοτείται από την προσδοκία αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων, αναγκαστικής επέκτασης της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, φυγής κεφαλαίων από την Ευρώπη και απόλυτης «ισοπαλίας» στην ισοτιμία ευρώ – δολαρίου εντός του 2017. Εξαίρεση από τον κανόνα φυγής από τα ευρωπαϊκά ομόλογα είναι τα ελληνικά. Και μόνο η προοπτική των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το ελληνικό χρέος τις τελευταίες μέρες τα κατέστησε απροσδόκητα ελκυστικά, με αποτέλεσμα η απόδοση των ελληνικών ομολόγων να πέφτει προς το 7%.
Τι μέτρα ετοιμάζει ο ESM
Η εξέλιξη αυτή, αν και συγκυριακή, φαίνεται ότι διευκολύνει την προετοιμασία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) να παρουσιάσει στο EuroWorkingGroup στις 28 του μηνός, ένα κάπως ελκυστικό πακέτο βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, υπό τον όρο βεβαίως ότι θα έχει υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης και κουαρτέτου για τη δεύτερη αξιολόγηση, σε κείμενο συμφωνίας που ήδη ετοιμάζουν οι δανειστές. Τα μέτρα αυτά είναι συγκεκριμένα: αφορούν την επιμήκυνση κατά περίπου 4,5 χρόνια (από τα 28 στα 32,5) των λήξεων και την αντικατάσταση του κυμαινόμενου με σταθερό επιτόκιο σε ομόλογα ύψους έως 65 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο κυβερνητικό σενάριο. Ένα μέρος τους είναι ομόλογα του EFSF, που αντιστοιχούν σε δανεισμό που διοχετεύτηκε στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ο ESM, σε συνεργασία με τις διοικήσεις των τραπεζών, αναζητεί νομική φόρμουλα για να αντικατασταθούν αυτά τα ομόλογα ύψους περίπου 30 δισ. ευρώ που κατέχουν οι τράπεζες με νέα, δικής του έκδοσης, και σταθερού επιτοκίου. Απ’ αυτή τη ρύθμιση οι ελληνικές τράπεζες θα χάσουν μεν μελλοντικά κέρδη, αλλά διευκολύνονται στην ένταξή τους στην ποσοτική χαλάρωση.
Η διγλωσσία του ΔΝΤ
Ωστόσο, το μείζον ερώτημα είναι αν το ΔΝΤ θα αρκεστεί σε αυτή την ελάχιστη παρέμβαση στο ελληνικό χρέος για να αποφασίσει μέχρι το τέλος του χρόνου αν θα συμμετάσχει ως χρηματοδότης στο τρίτο Μνημόνιο. Ως γνωστόν, ο εκπρόσωπός του Τζέρι Ράις προ εβδομάδας άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο συμβιβασμού του Ταμείου, υπό τον όρο ότι, πέρα από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, στην απόφαση του Eurogroup θα περιγράφονται και τα κριτήρια των μεσοπρόθεσμων μέτρων. Ωστόσο, αν και αυτό μπορεί να εκφράζει τη Λαγκάρντ και κάποια άλλα στελέχη του ΔΝΤ που κατανοούν τις πολιτικές-εκλογικές ανάγκες της γερμανικής ηγεσίας, δεν εκφράζει μια σημαντική μερίδα των κρατών που εκπροσωπούνται στη διοίκησή του και το τεχνοκρατικό δυναμικό που θέλει να αποστασιοποιηθεί το ΔΝΤ από την ελληνική «αποτυχία». Στην τελευταία έκθεσή του για το ελληνικό χρέος το ΔΝΤ ορίζει σαφέστατα ως προϋποθέσεις της συμμετοχής του την «ολοκλήρωση των μέτρων ανακούφισης του χρέους μέχρι το τέλος του προγράμματος», δηλαδή μέχρι τον Ιούνιο του 2018 και την «εμπροσθοβαρή υλοποίηση μέρους των μέτρων αυτών χωρίς προϋποθέσεις», δηλαδή ανεξάρτητα από συγκεκριμένες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και «μεταρρυθμίσεις», ώστε να δοθεί ισχυρό μήνυμα στις αγορές ότι η Ευρωζώνη εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και, άρα, η Ελλάδα μπορεί να βγει στις αγορές. Είναι προφανές ότι ακόμη και εντός της ηγεσίας του ΔΝΤ υπάρχει διχοστασία για το θέμα. Και είναι άγνωστο αν και πώς αυτές οι επίσημα διατυπωμένες προϋποθέσεις θα ικανοποιηθούν μέχρι το τέλος του χρόνου, ή τον Γενάρη, με δεδομένη τη σχεδόν χλευαστική στάση της γερμανικής ηγεσίας και ιδιαίτερα του Β. Σόιμπλε ακόμη και απέναντι στην σαφή παρότρυνση του Μπαράκ Ομπάμα προς τους δανειστές να κάνουν κάτι ουσιαστικό.
Και ο Σόιμπλε… βράχος
Πάντως, παρά το γεγονός ότι οι ενθαρρυντικές αναφορές του απερχόμενου Αμερικανού προέδρου στην Αθήνα υπέρ της ελάφρυνσης του χρέους στο Βερολίνο εξαφανίστηκαν, η σχεδόν αγωνιώδης «παρακαταθήκη» Ομπάμα υπέρ της «διάσωσης και του… εξανθρωπισμού» της παγκοσμιοποίησης, σε απόλυτη σύμπνοια με τη Μέρκελ, σε συνδυασμό με την «απειλή Τραμπ», έχουν κάνει αισθητή την επίδρασή τους στη στάση των ευρωπαϊκών ηγεσιών. Είναι αξιοσημείωτη η παρότρυνση της Κομισιόν για μικρή δημοσιονομική επέκταση (δηλαδή, αύξηση δημοσίων δαπανών) το 2017 προς τα κράτη μέλη που έχουν περιθώριο να το κάνουν – με τον Σόιμπλε να αντιδρά ως μοναχικός υπερασπιστής του Συμφώνου Σταθερότητας και να υπενθυμίζει στην Κομισιόν ότι δεν είναι δουλειά της να κάνει τέτοιες υποδείξεις, που αφορούν πρωτίστως την ίδια την πλεονασματική Γερμανία. Θυμίζουμε ότι αντίστοιχη υπόδειξη έκανε και ο Μ. Ντράγκι της ΕΚΤ, προκαλώντας πανομοιότυπη αντίδραση του Β. Σόιμπλε.
Αυτή η αλλαγή στάσης είναι σε ένα βαθμό ορατή και στις αισιόδοξες προβλέψεις του προέδρου του Eurogroup Γ. Ντάισελμπλουμ και του «υφισταμένου» του στο EuroWorkingGroup Τόμας Βίζερ για συμφωνία μέχρι τέλους του έτους. Ο Βίζερ, μάλιστα, περιλαμβάνει στην αισιοδοξία του και το ΔΝΤ, αν και αποφεύγει να διευκρινίσει αν θα εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις που θέτει το Ταμείο για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, που το Βερολίνο κατηγορηματικά αρνείται.
Βροχή νομοσχεδίων σε 10 μέρες
Ωστόσο, αυτή η εξαιρετικά ρευστή ατμόσφαιρα στην ευρωπαϊκή ηγεσία, ουδόλως μειώνει τα «μαθήματα» που πρέπει στο μεταξύ να ετοιμάσει η ελληνική κυβέρνηση. Τα πάνω από 90 προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης, που οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου αποτυπώνουν ήδη σε σχέδιο συμφωνίας, πρέπει εντός 10-15 ημερών να μορφοποιηθούν σε 6 νομοσχέδια, εκ των οποίων 2 πολυνομοσχέδια, με κρισιμότερα από αυτά τα εργασιακά (όπου η κυβέρνηση έχει απαλείψει πολλές από τις «κόκκινες γραμμές» της), τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, το υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και, φυσικά, τον προϋπολογισμό του 2017 που κατατίθεται τη Δευτέρα και θα αποτυπώνει τον λογαριασμό της λιτότητας για την επόμενη χρονιά, προκειμένου να βγαίνει ένα πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ. Οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας προετοιμάζονται για ένα ακόμη «ραντεβού στα τυφλά» με τεράστιο όγκο νομοθετημάτων, αλλά το αν θα αξίζει τον κόπο η θυσία της αγόγγυστης υπερψήφισής τους είναι αδύνατο να το ξέρουν πριν το Eurogroup (της 5ης Δεκεμβρίου) βάλει στο τραπέζι τα μέτρα για το χρέος. Εύλογη, λοιπόν, η αγωνιώδης προειδοποίηση του υπουργού Οικονομικών Ε. Τσακαλώτου (μέσω Wall Street Journal) ότι αυτή είναι «η μεγαλύτερη ευκαιρία εδώ και εφτά χρόνια για έξοδο από την κρίση». Ειδάλλως, τίθεται «σε κίνδυνο η δυνατότητα της Ελλάδας να βγει από το πρόγραμμα», λέει ο Ε. Τσακαλώτος. Δηλαδή, μπαίνει σε 4ο Μνημόνιο.