Εάν δεν μειωθεί δραστικά το χρέος, όποια κι αν είναι η συμφωνία, θα είναι μια κακή συμφωνία. Γιατί και η καλύτερη συμφωνία, με τις λιγότερες απώλειες μισθών, συντάξεων, δημόσιας περιουσίας, επιβαρύνσεις φόρων κ.λπ., κάτω από τη δαμόκλεια σπάθη του χρέους, θα διαιωνίσει τη λιτότητα, τη φτώχεια, την ανεργία, την εξάρτηση και τη λεηλασία.

Κανένα πλεόνασμα δεν θα βγαίνει χωρίς συνεχές γδάρσιμο των πολιτών επί έτη πολλά και κανένα πλεόνασμα ενός μειωμένου κατά 25% Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος δεν θα είναι αρκετό για να αποπληρωθούν οι τόκοι ενός χρέους άνω των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και έτσι, θα ισχύει απολύτως το απόφθεγμα «ενός κακού μύρια έπονται». Συνεχή ελλείμματα, περισσότερα δανεικά, μεγαλύτερο χρέος, βαθύτερη ύφεση, χωρίς ελπίδα για έξοδο από τον φαύλο κύκλο.

Αυτά τουλάχιστον προβλέπουν όλοι οι μη μνημονιακοί οικονομολόγοι και αναλυτές, εσωτερικού και εξωτερικού. Ποτέ πριν δεν διάβασα μαζεμένα τόσα πολλά άρθρα που κραυγάζουν γι’ αυτό.

Χωρίς να ξεχνάμε ούτε για μία στιγμή ότι οι ισχυροί δανειστές έχουν την κύρια ευθύνη γι’ αυτή την τροπή, οι δικές μας αντιδράσεις αποδείχτηκαν ανακόλουθες. Εντυπωσιακοί ως Δαβίδ στην αρχή, κουνήσαμε την σφεντόνα, αλλά δεν τολμήσαμε ποτέ να εκσφενδονίσουμε την πέτρα στον Γολιάθ. Και μόλις έγινε αντιληπτό από τους επαγγελματίες διαπραγματευτές ότι δεν θα το κάνουμε, άρχισε η παρελκυστική τακτική των «θεσμών» που, χωρίς να τους κοστίζει τίποτα, συρρίκνωνε τις ελπίδες μας, έφθειρε την αξιοπιστία μας και μας στρίμωχνε στη γωνία. Από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε ο δισταγμός μας για τη σύγκρουση, αναγκαστήκαμε να περάσουμε σε μία άμυνα χωρίς πλάτες και χωρίς προοπτική. Υποχωρήσεις, χωρίς ανάταξη δυνάμεων, χωρίς οχυρωματικά έργα, χωρίς αντιπερισπασμούς, χωρίς εναλλακτικό σχέδιο, χωρίς κινητοποίηση, χωρίς συμμάχους, με προβληματική σύνθεση του γενικού μας επιτελείου, λανθασμένους συμβολισμούς και με το ηθικό του αριστερού κόσμου να κλονίζεται, η ήττα στο τραπέζι των δανειστών γινόταν μάλλον αναπόφευκτη. Υποτιμήσαμε τα συμφέροντα και τις πολιτικές των άλλων ή/και υπερεκτιμήσαμε το βάρος μας; Υπήρχε δικαιοσύνη για να βρούμε το δίκιο μας ή πέσαμε θύματα της άρνησής μας να δούμε τα πράγματα όπως πραγματικά είναι;

Δεν ανήκω σ’ αυτούς που με ευκολία και χωρίς σοβαρή εναλλακτική πρόταση λένε έξω από την ευρωζώνη και έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και η μονομερής επανάληψη εκ μέρους μας της θέσης για παραμονή έτσι κι αλλιώς στην ευρωζώνη και την Ένωση, δεν αποτελεί το καλύτερο ατού για μια σκληρή διαπραγμάτευση ζωής και θανάτου για τον τόπο. Εξάλλου, αυτό το κάνει πολύ καλά η αντιπολίτευση. Ευρώ στα τυφλά. Με αυτό στη διαπασών δεν μπορείς να πετύχεις τίποτα περισσότερο από τους προηγούμενους. Εάν εκ προοιμίου θέτεις αυτό ως την πραγματική «κόκκινή» σου γραμμή, δηλαδή την παραμονή στην ευρωζώνη πάση θυσία, ακόμα και με το θάνατο της κοινωνίας και την πλήρη υποδούλωση της χώρας, δεν έχουν κανένα λόγο οι δανειστές να κάνουν πίσω από τις εξοντωτικές απαιτήσεις τους.

 

Πίσω σημαίνει κάτω

Η υποχώρηση από την προεκλογική δέσμευση για άρνηση του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και από άλλες προγραμματικές «κόκκινες γραμμές», όχι μόνο δεν ικανοποίησε τους δανειστές, αλλά τους έκανε ακόμα πιο χυδαίους. Η απομάκρυνση από τη γραμμή του «δεν πάει άλλο», που είχε μεγάλη απήχηση στην ελληνική κοινωνία στα πρώτα στάδια των επαφών, τότε που δώσαμε την εντύπωση ότι θα τους πάμε κόντρα, και η επακόλουθη διολίσθηση στην αρένα των διαπραγματεύσεων που τα θηρία έχουν όλα τα πλεονεκτήματα υπέρ τους, τόσο στο ταρτάν όσο και στην κερκίδα, αφαίρεσαν από την κυβέρνηση κάθε όπλο που είχε στη φαρέτρα της, με αποτέλεσμα να συρθεί σε μία παρατεταμένη διαδικασία φθοράς. Τα ποσοστά αποδοχής και συναίνεσης που είχαν φτάσει στα ύψη του 70 έως και 80%, άρχισαν να κατρακυλούν και, το χειρότερο, εμφιλοχώρησε η αμφιβολία στους πολίτες για το σκοπό μας και την ειλικρίνειά μας και άνοιξε εκ νέου ο χώρος για την ξεπουλημένη αντιπολίτευση που είχε στραπατσαριστεί στις εκλογές.

Ταυτόχρονα, φάνηκε η έλλειψη εφεδρειών. Με ένα κόμμα αδύναμο και χαλαρό, που ούτε ήταν ούτε φρόντισαν οι ιθύνοντες και οι μηχανισμοί να γίνει κόμμα μάχης, κόμμα έτοιμο για δύσκολες συγκρούσεις, κόμμα που θα είχε τα φόντα να υποστηρίξει μια σθεναρή πολιτική, κόμμα που θα δούλευε ακατάπαυστα μέσα στην κοινωνία, κόμμα που θα κινητοποιούσε τους πολίτες στο πλευρό της κυβέρνησης, πώς και από πού θα διασφαλίζονταν οι δυνάμεις ενίσχυσης της κυβέρνησης;

Για μία κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τα θηρία, χρειαζόταν ένας στέρεος και μαχητικός φορέας και ένα λαϊκό κίνημα αντίστασης, για τα οποία κανένας, πριν και μετά τις εκλογές, δεν θέλησε να δουλέψει. Φαίνεται ότι κάποιοι θεώρησαν ότι με το διορισμό τους σε κυβερνητικά πόστα, θα καλυπτόταν αυτομάτως κι αυτό το έλλειμμα.

Αντ’ αυτού, λοιπόν, αναζητήθηκαν στηρίγματα και συνεργασίες έξω από την Αριστερά, έξω και από το κομμάτι της κοινωνίας το φιλικά διακείμενο στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Για άλλη μια φορά η αξιοκρατία αγνοήθηκε. Εξ ου και οι διορισμοί στελεχών από το ΠΑΣΟΚ, τη ΔΗΜΑΡ, ακόμα και τη Νέα Δημοκρατία που είχαν υπογράψει τα μνημόνια ή/και έχουν σαφή γραμμή σύμπλευσης με το ευρωπαϊκό διευθυντήριο ή δεσμούς αίματος με το εντόπιο κατεστημένο. Ούτε η καθολική αντίδραση από μέλη και βουλευτές δεν μπόρεσε να αποτρέψει αυτή την αποσυριζοποίηση του κυβερνητικού σχήματος, την οποία εξωραΐζουν αποκαλώντας την διεύρυνση.

 

Πεσμένο ηθικό

Η κυβέρνηση αυτοεγκλωβίστηκε στο πλέγμα που η ίδια σχημάτισε αυτοπεριορίζοντας το πεδίο ελιγμών και επιλογών της. Με την εγκατάλειψη κεντρικών πολιτικών επιλογών του ΣΥΡΙΖΑ και την επάνδρωσή της με παράγοντες από το συντηρητικό χώρο και την καθεστηκυία τάξη, η απομάκρυνση από το ριζοσπαστισμό ήταν αναπόφευκτη. Όταν ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και υπουργοί, όπως ο Γιάννης Πανούσης, ασκούν εσωτερική πίεση, στις πιο κρίσιμες στιγμές των διαπραγματεύσεων,  υπερθεματίζοντας υπέρ αυτής της Ευρώπης, των εκβιαστών, τα περιθώρια αντίστασης στενεύουν για την κυβέρνηση και ο εξαναγκασμός της σε ένα ασύμφορο συμβιβασμό ενισχύεται. Η ταυτόχρονη ενεργοποίηση όχι της κοινωνίας, αλλά των μηχανισμών του κόμματος, είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση, επιτείνει τη σύγχυση μέσα στο λαό και συμβάλλει στην αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής θέσης της κυβέρνησης.

Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν να προηγείται με αρκετή διαφορά ο ΣΥΡΙΖΑ σε δημοτικότητα από τα άλλα κόμματα, οι κομματικές του οργανώσεις είναι άπραγες και δεν έχουν καμία πραγματική δυνατότητα να στηρίξουν την κυβέρνηση κινητοποιώντας κόσμο. Είναι πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά αφυδατωμένες. Το ηθικό των μελών τους είναι πολύ χαμηλό. Φτάσαμε στο σημείο, τα απαξιωμένα κόμματα της αντιπολίτευσης, με τη βοήθεια των ιδιωτικών καναλιών, να μαζεύουν στο Σύνταγμα περισσότερους πολίτες εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ απ’ όσους μαζεύονται για να στηρίξουν την ελληνική προσπάθεια.

Ο αριστερός κόσμος έχει μουδιάσει από τις ανακολουθίες και τις επιλογές προσώπων που βγαίνουν κατ’ ευθείαν από το παλιό, αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν ότι θα αλλάξει και θα αντικαταστήσει. Όλο και πιο πολλοί πολίτες, που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ, πριν και μετά τις εκλογές, αναδιπλώνονται. Κι αντί να ληφθεί υπόψη αυτό που βγαίνει από την κοινωνία, οι ακραιφνείς υποστηρικτές της κυβερνητικής πολιτικής προσπαθούν να αποτρέψουν ή να δυσφημίσουν τις φωνές κριτικής που εκδηλώνονται όλο και πιο έντονα, μιλώντας για «γκρίνια» ή καλώντας σε μια άνευ πολιτικών όρων στήριξη της κυβέρνησης, φοβίζοντας τον κόσμο, ότι αλλιώς θα επιστρέψουν οι μνημονιακοί στην εξουσία. Μα είναι αυτό αριστερό; Υπάρχει κακός δεξιός φόβος και καλός αριστερός φόβος;

Την κυβέρνηση δεν την πήραμε με επανάσταση, για να εφαρμόσουμε το δίκαιο της επανάστασης. Την πήραμε με την ψήφο ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας, που δεν πίστευε στο ακατόρθωτο, αλλά στο εφικτό. Τρία-τέσσερα από τα δέκα που εξαγγέλλει να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι αρκετό, έλεγε ο κόσμος. Αλλά είναι προφανές ότι εννοούσε τρία-τέσσερα σημαντικά, συστατικά άνευ των οποίων δεν συγκροτείς μια άλλη πολιτική και δεν βγάζεις τη χώρα από το πηγάδι, όπως το χρέος, η ανεργία, οι μισθοί, οι συντάξεις, ο δημόσιος πλούτος, τα σπίτια, η παραγωγική ανασυγκρότηση και η εθνική κυριαρχία. Εάν νομίζει κανείς ότι με το σύμφωνο συμβίωσης, την ιθαγένεια των μεταναστόπουλων και τις εκατό δόσεις, ανταποκρίνεται στο βασικό αίτημα για τα «τρία-τέσσερα» που θέτει η κοινωνία ως κόκκινες γραμμές για την αξιοπιστία και το κύρος της αριστερής κυβέρνησης, ζει στον κόσμο του, αποκομμένος από την κοινωνία που αιμορραγεί.

Χάσαμε μάχες, αλλά ακόμα δεν χάσαμε τον πόλεμο. Η ηγετική ομάδα που διαχειρίζεται από μόνη της την κρίση, θα βοηθηθεί, για τους επόμενους γύρους, εάν κλείσει τ’ αφτιά της στις Σειρήνες της συντήρησης, υπερασπιστεί τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και επανασυνδεθεί με την κοινωνία που την ανέδειξε και που είναι η μόνη που κάθε φορά πληρώνει τα σπασμένα. Αλλά αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει επ’ αόριστον. Γιατί και η κοινωνία έχει τα όριά της.

 

Στέλιος Ελληνιάδης 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!