Νέα αμερικανική «σφήνα» στη συμμετοχή του ΔΝΤ, ενώ το χρονοδιάγραμμα της διαπραγμάτευσης επεκτείνεται επικίνδυνα προς Απρίλιο και Μάιο
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Bill Huizenga: είναι ένα ακόμη όνομα που θα συμπεριληφθεί στα παραλειπόμενα της «ελληνικής τραγωδίας». Είναι ο ρεπουμπλικάνος βουλευτής που κατέθεσε νομοσχέδιο στο αμερικανικό κογκρέσο με το οποίο καλεί την κυβέρνηση Τραμπ να αντιτεθεί σε οποιαδήποτε εκδοχή νέας δανειοδότησης του ΔΝΤ προς την Ελλάδα και οποιαδήποτε άλλη χώρα δεν έχει βιώσιμο δημόσιο χρέος σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, χωρίς ωστόσο αυτό να αποκλείει τη δυνατότητα συμμετοχής του ΔΝΤ ως παρατηρητή και τεχνικού συμβούλου.
Ο ρεπουμπλικάνος βουλευτής εισηγείται τη μετατροπή της σχετικής αμερικανικής νομοθεσίας, πολύ πρόσφατα μεταρρυθμισμένης, για τους όρους συμμετοχής των ΗΠΑ στο ΔΝΤ και επικρίνει σφοδρά την ηγεσία του ΔΝΤ ότι «εδώ και επτά χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί για να προστατεύσει τους Ευρωπαίους αξιωματούχος από τους ψηφοφόρους τους, κάτι που έχει αμαυρώσει τη φήμη του Ταμείου, έχει παρατείνει την δυστυχία της Ελλάδας και έχει αναβάλει δύσκολες επιλογές για το μέλλον της Ευρώπης».
Τι τύχη θα έχει αυτό το νομοσχέδιο και πώς θα επηρεάσει την τελική στάση της αμερικανικής κυβέρνησης στο Εκτελεστικό και στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ δεν είναι σαφές. Είναι, όμως, σαφέστατο ότι και αυτή η εξέλιξη συντείνει στο να καταστήσει αδύνατη μια απόφαση του Ταμείου για το αν θα συμμετάσχει ή όχι ως δανειστής στο τρίτο μνημόνιο, αυτόν ή τον επόμενο μήνα.
Πρακτικά, ευκαιρία ζυμώσεων δίνει η εαρινή σύνοδος του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, 21 -23 Απριλίου. Εκεί θα μπορούσε να γίνει απόπειρα συμβιβασμού στο λεγόμενο Washington Group, την άτυπη ομάδα με τη συμμετοχή της ηγεσίας του ΔΝΤ, των επικεφαλής Eurogroup, EuroWorkingGroup, ΕΚΤ και των υπουργών Οικονομικών Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Ισπανίας. Φυσικά, ο συμβιβασμός είναι αδύνατος χωρίς τις ΗΠΑ, που δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτό το κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκό «κλαμπ».
Το Eurogroup της Δευτέρας
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η εξέλιξη της αξιολόγησης θα μείνει εκκρεμής τουλάχιστον μέχρι τα τέλη Απριλίου. Η συνεδρίαση του Eurogroup τη Δευτέρα, στο οποίο η Ελλάδα έχει υποβαθμιστεί σε τέταρτο θέμα, προφανώς θα επισημάνει την «πρόοδο» στις διαπραγματεύσεις, βάσει του πρωτοκόλλου που έχει καθιερωθεί στην ευαίσθητη εκλογική περίοδο που διανύει η Ευρωζώνη, και βάσει του καλού σεναρίου μπορεί να αποφασίσει εκ νέου επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα. Είναι πιθανό κάτι ανάλογο να συμβεί και στη συνεδρίαση της 7ης Απριλίου, αφήνοντας πεδίο ολοκλήρωσης της διαδικασίας στις 22/5 (επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup), όταν θα έχει αποκρυσταλλωθεί και το αποτέλεσμα των γαλλικών προεδρικών εκλογών.
Φυσικά, η κυβέρνηση απεύχεται μια τέτοια εξέλιξη και κινείται με την προσδοκία «ολικής συμφωνίας» μέχρις τις 7 Απριλίου ή οπωσδήποτε εντός του ίδιου μήνα. Στις τηλεδιασκέψεις με τους εκπροσώπους του κουαρτέτου επιχειρεί να ελαχιστοποιήσει τις εκκρεμότητες της αξιολόγησης. Ωστόσο, το μόνο που έχει κλείσει οριστικά είναι το δημοσιονομικό κενό του 2018. Ακόμη, η επικεφαλής του SSM Ντανιέλ Νουί στο βιαστικό πέρασμά της από την Αθήνα εξασφάλισε την προώθηση των ρυθμίσεων της αξιολόγησης για τις τράπεζες (αναβαλλόμενος φόρος- ήδη κατατέθηκε η ρύθμιση-, εξωδικαστικός συμβιβασμός, νομική ασυλία στελεχών).
Η υπόθεση μέτρων- αντίμετρων για τα μετά το 2018 πλεονάσματα βρίσκεται ακόμη στα σχέδια επί χάρτου. Δεν υπάρχει ακόμη σύγκλιση στα προαπαιτούμενα της ενεργειακής αγοράς και της πώλησης μονάδων της ΔΕΗ που ζητούν οι δανειστές, ενώ στο εργασιακό, το οποίο η κυβέρνηση έχει αναγάγει σε ιδεολογική σημαία, χάος τη χωρίζει από τη στάση του κουαρτέτου. Τον τόνο τον δίνει εδώ το ΔΝΤ, ενώ η ευρωπαϊκή τρόικα παίζει κρυφτό πίσω από την πλάνη των «βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών». Η επιδίωξη της κυβέρνησης να αποσπάσει συναίνεση των δανειστών στην αποσύνδεση τόσο των εργασιακών όσο και των μετά το 2018 μέτρων (συντάξεις και αφορολόγητο) που επέβαλε το ΔΝΤ, είναι εξαιρετικά απίθανο να επιβεβαιωθεί.
Θεωρητικά, πάντως, αυτό θα ήταν μια λύση για όλους. Δηλαδή, να περιοριστεί το κλείσιμο της αξιολόγησης στην τυπική της ατζέντα- πλην των εργασιακών- και να μετατεθούν ακόμη και για μετά τις γερμανικές εκλογές τα πρόσθετα μέτρα μετά το 2018. Αυτό, όμως, θα σήμαινε ότι το ΔΝΤ δεν έχει λόγο να παραμένει στη διαπραγμάτευση, στην οποία επανήλθε υπ’ αυτούς τους όρους. Κι ότι η γερμανική Βουλή δεν θα ενέκρινε εκταμίευση της δανειακής δόσης.
Γι’ αυτό και οι αξιωματούχοι του Eurogroup και του EuroWorkingGroup που μιλούν ανωνύμως στα ΜΜΕ υπογραμμίζουν σταθερά δυο πράγματα: πρώτον, ότι υπάρχουν ακόμη μεγάλες διαφορές σε πολλά κεφάλαια και, δεύτερον, ότι το καλύτερο που μπορούν να περιμένουν εντός Απριλίου είναι μια «τεχνική» και όχι «ολική» συμφωνία, όπως θα ήθελε η κυβέρνηση, περιλαμβάνοντας σε αυτή τόσο τα μεταμνημονιακά πλεονάσματα όσο και την «περιγραφή» των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που θέλει το ΔΝΤ.
Πέρα από το κατώφλι της απόγνωσης
Η αργόσυρτη εξέλιξη της αξιολόγησης μπορεί να μην έχει προς το παρόν στον ορίζοντα απειλές πιστωτικών γεγονότων, τουλάχιστον όχι μέχρι τον Ιούλιο που γίνονται απαιτητές οφειλές σχεδόν 7 δισ. ευρώ στους δανειστές, έχει όμως επιπτώσεις στην οικονομία και στο πολιτικό κλίμα.
Πρακτικά, η εκκρεμότητα εξασθενεί το αναπτυξιακό αφήγημα που στήριξαν τόσο η κυβέρνηση, όσο και οι δανειστές, συμπεριλαμβανομένου του ΔΝΤ, με προβλέψεις ότι το 2017 το ΑΕΠ θα «τρέξει» με τουλάχιστον 2,5%. Με τη σειρά του αυτό μεταφράζεται σε δοκιμασία πολιτικής αντοχής της κυβέρνησης, που βρίσκει σταθερά μπροστά της το διευρυνόμενο δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ, η ηγεσία της οποίας επαναφέρει στην καθημερινή ρητορική το αίτημα των πρόωρων εκλογών.
Με τις αντοχές της κοινωνίας ελάχιστοι ασχολούνται. Η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, έχοντας προ πολλού περάσει το κατώφλι της απόγνωσης και της έλλειψης προσδοκίας, παρακολουθεί το σήριαλ της αξιολόγησης ως θέαμα που σχεδόν δεν την αφορά, και φυσικά πολύ λιγότερο διασκεδαστικό από το Survivor.
Κι αυτό είναι ένα στοιχείο που -επιτηδευμένα ή από αδυναμία- καθόλου ή ελάχιστα το αποτυπώνουν οι δημοσκοπήσεις…