Η εταιρία ονομάζεται Kuka, είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος κατασκευαστής αυτοματισμών για την αυτοκινητοβιομηχανία, ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές βιομηχανικών αυτοματισμών. Ιδρύθηκε το 1898 στη Γερμανία και στην αρχή δραστηριοποιήθηκε στην παραγωγή οικιακών και επαγγελματικών λαμπτήρων, ενώ μέχρι το 1966 είχε αναδειχθεί ως ηγέτιδα στην αγορά κοινόχρηστων οχημάτων. Το 1973 κατασκεύασε το πρώτο βιομηχανικό ρομπότ στον κόσμο και σήμερα ο ετήσιος κύκλος εργασιών της υπερβαίνει τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ, τα κέρδη τα 68 εκατομμύρια και απασχολεί περισσότερους από 12.000 εργαζόμενους.
Η Εταιρία Kuka ήρθε στη δημοσιότητα όταν στις 18 Μαΐου ο κινέζικος όμιλος επιχειρήσεων Midea Group υπέβαλε προσφορά 5,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την εξαγορά της. Αυτή η κίνηση προκάλεσε τη μήνιν της γερμανικής κυβέρνησης και ανάγκασε τον Γερμανό υπουργό Οικονομίας S. Gabriel να προσπαθήσει να οργανώσει μία ευρωπαϊκή κοινοπραξία για να εμποδίσει την εξαγορά. Εάν, παρά τις προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης, ολοκληρωθεί η εξαγορά, θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη εξαγορά γερμανικής επιχείρησης από κινέζικη. Είχε προηγηθεί τον Μάρτιο η εξαγορά της KraussMaffei από την κινεζική ChemChina. Αυτές οι κινήσεις εντάσσονται στη στρατηγική της Κίνας να εκσυγχρονίσει τη βιομηχανία της αποκτώντας εξελιγμένη τεχνολογία και εκμεταλλευόμενη τα τεράστια πλεονάσματα ρευστότητας που εξακολουθεί να διαθέτει (το ετήσιο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Κίνας ανέρχεται σε 300 δισεκατομμύρια δολάρια περίπου).
Η αντίδραση της γερμανικής κυβέρνησης ήταν αναμενόμενη (αλλά όχι σύμφωνη με τον νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό της και την προσήλωσή της στην παγκοσμιοποίηση). Η εξαγορά της Kuka, εάν υλοποιηθεί, θα υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας. Η Γερμανία στηρίζει την οικονομία της στις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων ενώ δεν έχει καταφέρει να αναπτύξει έναν περισσότερο σύγχρονο και διαφοροποιημένο τεχνολογικό τομέα. Στην Εταιρία Kuka στηρίζεται η διατήρηση και στο μέλλον της γερμανικής ανταγωνιστικότητας και η απόκτησή της από μία κινεζική εταιρία θα επιφέρει πλήγμα στη γερμανική ανταγωνιστικότητα στο εξωτερικό. Πολύ περισσότερο στη σημερινή συγκυρία που χαρακτηρίζεται από τους αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ε.Ε. και την αγωνιώδη προσπάθεια εύρεσης νέων αγορών για τα γερμανικά προϊόντα.
Η δυνατότητα της γερμανικής κυβέρνησης να εμποδίσει την εξαγορά είναι περιορισμένη και πιθανόν να αναγκαστεί να προσφύγει στις πρόνοιες του Ομοσπονδιακού Νόμου για το Διεθνές Εμπόριο (2013) που δίνει τη δυνατότητα απόρριψης πρότασης εξαγοράς ποσοστού μεγαλύτερου του 25% μίας γερμανικής επιχείρησης, που δραστηριοποιείται σε στρατηγικό τομέα της οικονομίας, από ξένη επιχείρηση.
H προσπάθεια της γερμανικής κυβέρνησης να αποτρέψει την εξαγορά της Kuka θυμίζει την περυσινή αποτυχημένη προσπάθεια της γαλλικής κυβέρνησης να αποτρέψει την εξαγορά του γαλλικού ενεργειακού κολοσσού Alstom από την General Electric. Το μόνο που «πέτυχε» η γαλλική κυβέρνηση ήταν να θέσει ορισμένους αυστηρούς όρους στην εξαγορά της Alstom.
Οι εξαγορές μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από μη ευρωπαϊκές εταιρίες υπογραμμίζουν το βασικό πρόβλημα της Ε.Ε. Παρά το γεγονός ότι έχει δημιουργηθεί η μεγαλύτερη ενιαία αγορά του πλανήτη (σε όρους αγοραστικής δύναμης) η όξυνση των αντιθέσεων και των ανισοτήτων στο εσωτερικό της (κυρίως λόγω των πολιτικών λιτότητας) υπονομεύουν στο σύνολό της την ευρωπαϊκή οικονομία, λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ανάπτυξή της και έχουν ως τελικό αποτέλεσμα την υποβάθμισή της στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.
Η «αντίφαση» της γερμανικής κυβέρνησης, από τη μια να επιχειρεί να αποτρέψει την εξαγορά της Kuka από μία κινέζικη εταιρία και από την άλλη να ασκεί ασφυκτικές πιέσεις για την πώληση στρατηγικών επιχειρήσεων άλλων ευρωπαϊκών κρατών (και πρώτιστα της Ελλάδας), είναι η καλύτερη απόδειξη για την αποτυχία του ευρωπαϊκού υποδείγματος που οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή…
Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης
www.gtozidis.wordpress.com