Αρχική κοινωνία Οι προβληματικές «συνέργειες» Πανεπιστημίων – ΤΕΙ

Οι προβληματικές «συνέργειες» Πανεπιστημίων – ΤΕΙ

Η περίπτωση του Πανεπιστημίου Πατρών και των ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας

του Κώστα Ζαχάρου*

Την Τρίτη που μας πέρασε ψηφίστηκε το νομοσχέδιο Γαβρόγλου που ρυθμίζει θέματα της τριτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Εδώ θα ασχοληθούμε με το μέρος του νομοσχεδίου που αναφέρεται σε θέματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Η αυταρχική επιβολή του νέου χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτέλεσε –και συνεχίζει να αποτελεί– αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης της πανεπιστημιακής κοινότητας με το υπουργείο Παιδείας. Οι αιτίες της αντιπαράθεσης εστιάζονται στον ανορθολογισμό που χαρακτηρίζει το νομοθέτημα, την εμφανή πρόθεση εξυπηρέτησης συμφερόντων, καθώς και στην ακολουθούμενη αντιδημοκρατική διαδικασία.

Είναι γεγονός ότι η διασπορά τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ σε κάθε γωνιά της χώρας ήταν προβληματική. Έγινε χωρίς μελέτη των αναγκών για ανάπτυξη συγκεκριμένων επιστημονικών τομέων και συχνά με ελλείπεις υποδομές και μακριά από μεγάλα πανεπιστήμια που προσφέρουν αναγκαίες υπηρεσίες και εξειδικευμένο ακαδημαϊκό προσωπικό, όπως απαιτεί η λειτουργία ενός σύγχρονου πανεπιστημιακού τμήματος. Τα προβλήματα είναι περισσότερο έκδηλα στα ΤΕΙ που στην πλειονότητά τους παρουσιάζουν λειτουργικές αρρυθμίες, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις είναι απαξιωμένα, γεγονός που αποτυπώνεται και στη βαθμολογία εισαγωγής.

Ο ανορθολογικός λαϊκισμός παλαιότερων κυβερνήσεων να φυτεύουν σε κάθε επαρχιακή πόλη τμήματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επιχειρείται σήμερα να αντιμετωπιστεί με βίαιο και εξίσου ανορθολογικό τρόπο και έκδηλη ενδοτικότητα σε απαιτήσεις συντεχνιακών ομάδων και ομάδων τοπικών συμφερόντων. Το νομοθέτημα Γαβρόγλου δεν θεραπεύει τις ανάγκες της χώρας για τριτοβάθμια εκπαίδευση, απουσιάζουν απ’ αυτό μελέτες βιωσιμότητας των νέων τμημάτων και των συσσωματώσεων που θα δημιουργηθούν και είναι ορατός ο κίνδυνος υπονόμευσης της πορείας των υπαρχόντων πανεπιστημίων που έχουν κατακτήσει υψηλό κύρος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που συναίνεσε σε μια παρόμοια «συνέργεια» και ήδη διαθέτει σχετική εμπειρία, σήμερα τοποθετούμενη αυτοκριτικά επισημαίνει «τα σοβαρά προβλήματα στην ακαδημαϊκή λειτουργία».

Στο σημείωμα αυτό θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην περίπτωση του Πανεπιστημίου Πατρών (Π.Π.) που καλείται να «συνεργήσει» με τμήματα ΤΕΙ της Δυτικής Ελλάδας. Και τούτο γιατί κρίνουμε ότι η περίπτωση του Π.Π. είναι δηλωτική της κατάστασης που δημιούργησε η προσχηματική «διαβούλευση» του υπουργείου Παιδείας. Οι πιέσεις για αποδοχή των υπουργικών προτάσεων και οι μεθοδεύσεις και παρασκηνιακές συμφωνίες με την πρυτανική αρχή, έχουν αναστατώσει την πανεπιστημιακή κοινότητα και ευθύνονται για τη δημιουργία μιας νοσηρής κατάστασης.

Ανορθολογισμός

Η πλειονότητα των τμημάτων του Π.Π. (24 στα 20) απέρριψε το νομοσχέδιο Γαβρόγλου, ενώ την ίδια στάση υιοθέτησαν και οι συλλογικοί φορείς του διδακτικού και διοικητικού προσωπικού. Αρνητική στάση υιοθέτησε και η Σύγκλητος, με θλιβερή εξαίρεση την τοποθέτηση της πρυτάνεως.

Η δικαιολογημένη ανησυχία και αντίδραση της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλονται στον ανορθολογικό και χωρίς ακαδημαϊκά κριτήρια τρόπο που επιχειρήθηκε να επιλυθούν χρόνια προβλήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αναφέρουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα που καταδεικνύουν τα παραπάνω:

  • Ιδρύεται πλήθος νέων τμημάτων, διασκορπισμένα σε έξι πόλεις. Πολλά από αυτά είναι νέα, ενώ κάποια μετεξέλιξη τμημάτων ΤΕΙ σε ΑΕΙ. Τα νέα τμήματα προβλέπεται να λειτουργήσουν από το νέο ακαδημαϊκό έτος, συχνά χωρίς πρόγραμμα σπουδών και με μονοψήφιο αριθμό καθηγητών.
  • Εξαγγέλλεται η ίδρυση Γεωπονικής Σχολής στις πόλεις του Αγρινίου και Μεσολογγίου με έξι τμήματα που προγραμματίζεται να δεχτούν φοιτητές/τριες το νέο ακαδημαϊκό έτος, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα, λόγω χρονικών περιορισμών, για πρόσληψη διδακτικού προσωπικού και δημιουργίας αναγκαίων υποδομών.
  • Κάποια από τα νέα τμήματα δεν οδηγούν σε σαφή επαγγελματικά δικαιώματα, ενώ παρατηρούνται επικαλύψεις επιστημονικών πεδίων. Ενδεικτικά παραδείγματα: Το νέο τμήμα Εφαρμοσμένης Βιοχημείας και Βιοτεχνολογίας επικαλύπτεται από τα υπάρχοντα τμήματα Βιολογίας και Χημείας. Το Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών μετονομάζεται σε Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, γεγονός που οδήγησε τα τμήματα Αρχαιολογίας να επισημάνουν ότι το νέο τμήμα δεν μπορεί να υποστηρίξει τη δημιουργία αποφοίτων στα γνωστικά αντικείμενα της Ιστορίας και Αρχαιολογίας, λόγω του προγράμματος σπουδών, αλλά και του διδακτικού του προσωπικού.
  • Ο ανορθολογισμός και η νοσηρή κατάσταση αποτυπώνονται και σε αποφάσεις μεμονωμένων τμημάτων να διεκδικήσουν προνομιακή θέση στους ενδοπανεπιστημιακούς «συσχετισμούς». Έτσι, το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης μετονομάζεται σε Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και Κοινωνικής Εργασίας (!), υποσκάπτοντας τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων του. Το γεγονός χαρακτηρίστηκε από πλήθος ομότιμων καθηγητών του εν λόγω τμήματος ως ακαδημαϊκό και εκπαιδευτικό ανοσιούργημα.

Η έντονη αντίθεση της πανεπιστημιακής κοινότητας στο νομοσχέδιο οφείλεται επίσης και στις αντιδημοκρατικές πρακτικές και μεθοδεύσεις του υπουργείου, καθώς και της πρυτάνεως του Π.Π., που επιχειρεί να αλλοιώσει τη δημοκρατικά εκφρασμένη θέληση της πλειοψηφίας της κοινότητας. Ο υπουργός υποσχέθηκε στην πρύτανη την ίδρυση Νομικής και Γεωπονικής Σχολής σε περίπτωση θετικής αντιμετώπισης του νομοσχεδίου. Η Νομική και Γεωπονική Σχολή πρόκειται να αποτελέσουν τις «παντιέρες» της πρυτάνεως (ποιος ξέρει πού σκέφτεται να τις ανεμίσει!). Από την άλλη, ο υπουργός εκβίαζε με ακύρωση της «προσφοράς» σε περίπτωση αρνητικής στάσης στο νομοθέτημά του και δεν έχανε ευκαιρία να υπογραμμίζει ότι ο τελευταίος λόγος ανήκει στην πολιτική ηγεσία. Το αντιαυταρχικό προσωπείο καταρρέει στη διατύπωση αντιρρήσεων και τα προσχήματα εγκαταλείπονται. Λόγια του αέρα αποδεικνύονται οι αριστερές κορώνες περί του αυτοδιοίκητου των πανεπιστημίων.

Η μετονομασία των ΤΕΙ σε ΑΕΙ ικανοποιεί μνημονιακές υποχρεώσεις και προσαρμογή σε υποδείξεις του ΟΟΣΑ για μείωση του αριθμού των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων. Από την άλλη, ομάδες συμφερόντων πιέζουν για ίδρυση νέων τμημάτων, καθώς και την παραμονή σε επαρχιακές πόλεις απομονωμένων πανεπιστημιακών τμημάτων που θα προκύψουν από μετονομασία τμημάτων ΤΕΙ

Γιατί τόση σπουδή;

Η προσπάθεια συρρίκνωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν είναι σημερινή. Προωθήθηκε η περίοδος Αρβανιτόπουλου και σήμερα είναι η διοίκηση Γαβρόγλου που συνεχίζει στην ίδια ρότα. Η μετονομασία των ΤΕΙ σε ΑΕΙ ικανοποιεί μνημονιακές υποχρεώσεις και προσαρμογή σε υποδείξεις του ΟΟΣΑ για μείωση του αριθμού των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων. Από την άλλη, ομάδες συμφερόντων πιέζουν για ίδρυση νέων τμημάτων, καθώς και την παραμονή σε επαρχιακές πόλεις απομονωμένων πανεπιστημιακών τμημάτων που θα προκύψουν από μετονομασία τμημάτων ΤΕΙ. Να σημειώσουμε την αλγεινή εικόνα κυβερνητικών βουλευτών να καταθέτουν σωρηδόν τροπολογίες για ίδρυση πανεπιστημιακών τμημάτων στις εκλογικές τους περιφέρειες, που βέβαια έγιναν αποδεκτές. Οι πρακτικές αυτές αποτυπώνονται στην αντιφατικότητα και το δυσερμήνευτο των προωθούμενων αλλαγών. Και επειδή η κοινοβουλευτική περίοδος οδεύει στην ολοκλήρωσή της, ο υπουργός σπεύδει ασμένως να υλοποιήσει τη «μεταρρύθμισή» του, καταθέτοντας με επείγουσες διαδικασίες έναν όγκο χιλίων και πλέον σελίδων, ώστε να προλάβει να μπει κι αυτός στο πάνθεο των μεταρρυθμιστών της παιδείας!

Συμπερασματικά σχόλια

Το πλαίσιο εντός του οποίου επιχειρείται η «μεταρρύθμιση» Γαβρόγλου είναι ιδιαίτερα δυσμενές.

  • Οι τακτικοί προϋπολογισμοί των πανεπιστημίων είναι μειωμένοι κατά 70% συγκριτικά με αυτούς πριν την κρίση. Το γεγονός αυτό, καθώς και οι αντιλήψεις που ηγεμονεύουν σήμερα στα πανεπιστήμια, οδηγούν σε πρακτικές που υποσκάπτουν περαιτέρω το δημόσιο χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ιδιωτικού πανεπιστήμιου της Κύπρου που λειτουργεί εξ αποστάσεως μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην ειδική αγωγή. Η «συνέργειά» του με το Πανεπιστήμιο Πατρών δίνει τη δυνατότητα αναγνώρισης στην Ελλάδα των τίτλων σπουδών του εν λόγω πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα την παρέμβαση και αλλοίωση της εγχώριας αγοράς εργασίας με τη χορήγηση χιλιάδων πτυχίων αμφίβολης ποιότητας.
  • Το διδακτικό προσωπικό έχει μειωθεί δραματικά και συχνά τμήματα αδυνατούν να υλοποιήσουν τα προγράμματά τους. Η κυβέρνηση αντί προκηρύξεων για πρόσληψη διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού, πρόκρινε την εμβαλωματική λύση της μετάταξης προσωπικού από την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
  • Η φοιτητική μέριμνα, και ιδιαίτερα η σίτιση και στέγαση των φοιτητών/τριών, είναι σχεδόν ανύπαρκτα, γεγονός που πλήττει τα λαϊκά στρώματα. Οι περιπτώσεις φοιτητών/-ριών που σήμερα αδυνατούν να σπουδάσουν μακριά από το χώρο διαμονής τους και ζητούν αναστολή φοίτησης, αυξάνεται δραματικά.

Η αυταρχική αναδιάταξη του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δυσκολεύει ένα νηφάλιο διάλογο. Εν τούτοις οφείλουμε να προβληματιστούμε για το μέλλον της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προσμετρώντας τις σύγχρονες επιστημονικές εξελίξεις και τις επιστημολογικές παραδοχές για τη συγκρότηση των επιστημονικών αντικειμένων, καθώς και την κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων.

Τέλος, κάθε αλλαγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οφείλει να συνυπολογίζει τις ιδιαίτερες ανάγκες της χώρας. Η κατάργηση της τριτοβάθμιας επαγγελματικής και τεχνικής εκπαίδευσης χωρίς μελέτη, μας νομιμοποιεί να αμφιβάλουμε για το ειλικρινές ενδιαφέρον της κυβέρνησης σχετικά με την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, που τόσο μεγαλόστομα διακηρύσσει.

* Ο Κώστας Ζαχάρος είναι πανεπιστημιακός (Πανεπιστήμιο Πατρών)

Σχόλια

Exit mobile version