Η έντονη αντιπαράθεση στις σχέσεις Τουρκίας – Ε.Ε. προμήνυμα δυσμενών εξελίξεων

του Σπύρου Παναγιώτου

 

Από τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Κοτζιά ως το σύνολο των μεγάλων καθημερινών εφημερίδων και μέχρι τους προοδευτικούς σχολιαστές, η ανάγνωση της πρόσφατης κρίσης με δηλώσεις και αντιδηλώσεις μεταξύ Τουρκίας και κυβερνήσεων των ισχυρών κρατών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης ήταν μονοσήμαντη. Όλα, προκλητικές επιθετικές δηλώσεις και διπλωματικά μέτρα και από όλες τις πλευρές, έγιναν και ερμηνεύονται ως προσπάθειες που αρχίζουν και τελειώνουν στην αλίευση ψήφων. Μάλιστα το πρόσφατο αποτέλεσμα των εκλογών της Ολλανδίας θεωρήθηκε πανηγυρική επιβεβαίωση τέτοιων εκτιμήσεων.

Μία τέτοια ανάγνωση της τουρκικής συμπεριφοράς οδηγεί στο προφανές συμπέρασμα (και καλλιεργεί τις απορρέουσες αυταπάτες), ότι με το τέλος των εκλογικών αναμετρήσεων και ιδιαίτερα του δημοψηφίσματος στην Τουρκία, τον ερχόμενο Απρίλη, όλα θα επανέλθουν στη συνήθη κατάσταση. Η εκτίμηση-ερμηνεία αυτή δεν δικαιολογεί απλώς την κυβερνητική αφασία και την έλλειψη οποιουδήποτε σχεδίου αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας και της απειλής γενίκευσης του πολέμου στη Μ. Ανατολή, αλλά υποτιμά και τον κίνδυνο μιας μεγαλύτερης περιπέτειας

 

Οι πόλεμοι και τα ανοικτά μέτωπα

Ο διπλωματικός πόλεμος Ε.Ε. – Τουρκίας, έχει βαθύτερες αιτίες και στοχεύσεις από την αναμφισβήτητη μεθόδευση για πρόσκαιρη πολιτική εκμετάλλευση. Άλλωστε και η προσπάθεια Ερντογάν να ενισχύσει τις εξουσίες του, δεν είναι άσχετες με πιο συνολικούς σχεδιασμούς.

Η Τουρκία εδώ και δεκαετίες υπάρχει ως ενιαίο κράτος μέσα από πολέμους και στρατιωτικές αναμετρήσεις. Αν και με διαφορετικούς τρόπους, τόσο οι Κεμαλιστές στο παρελθόν όσο και ο Ερντογάν τώρα, αξιοποίησαν την οξύτητα και τις στρατιωτικές συγκρούσεις για να υπηρετήσουν τα σχέδιά τους: Οι Κεμαλιστές αξιοποιώντας κυρίως τον έλεγχο που ασκούσαν στον στρατό και χρησιμοποιώντας τους πολιτικούς σαν μαριονέτες και ο Ερντογάν αξιοποιώντας κυρίως την πολιτική δύναμη – η σχέση του με το στρατό δεν ήταν ποτέ το ισχυρό του χαρτί – και ενεργοποιώντας – επιδιώκοντας την κίνηση των πολιτών μέσω της ισχυρής επιρροής που ασκεί σε αυτόν. Επιχειρεί με αυτό το τρόπο να εξουδετερώσει υπαρκτές αδυναμίες και αμφισβητήσεις και να μεθοδεύσει μια Συνταγματική Μεταρρύθμιση ώστε να εξασφαλίσει τον απόλυτο πολιτικό έλεγχο μέσω υπερεξουσιών. Ο ίδιος ο Ερντογάν και η πολιτική του αποτελεί ένα ιδιότυπο «υβρίδιο». Παντουρκιστή και παράλληλα και ισλαμιστή ηγέτη. Κρατά την κεμαλική αρχή «ένα έθνος ένας λαός» αλλά αμφισβητεί τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους εισάγοντας σταδιακά αυξημένες δόσεις ενός «ήπιου ισλαμισμού»

Δεν είναι ένας τυπικός και προβλεπόμενος ηγέτης. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος κατά του κουρδικού λαού, που κρατά εδώ και δεκαετίες, παίρνει νέες μορφές και εντάσσεται στη συνολική πολιτική Ερντογάν. Το τελευταίο διάστημα έχει πάρει τη μορφή ανοικτού πολέμου, με αποκλεισμούς και βομβαρδισμούς πόλεων που κατοικούνται από Κούρδους στη ΝΑ Τουρκία. Στρατιωτικές αντιπαραθέσεις και βομβιστικές επιθέσεις σε στρατιωτικούς στόχους, συνταράσσουν κάθε τόσο τη γειτονική χώρα με σοβαρές συνέπειες σε ανθρώπινο δυναμικό και την οικονομία. Η τουρκική ηγεσία όμως συνεχίζει τον πόλεμο χωρίς κανένα σημάδι συνδιαλλαγής. Δίπλα σε αυτό το μέτωπο ο Ερντογάν ανοίγει πόλεμο με το αριστερό φιλοκουρδικό HDP το τρίτο σε δύναμη κόμμα της Τουρκίας βάζοντας την ηγεσία του και κεντρικά στελέχη στη φυλακή, οξύνει στο έπακρο τις διώξεις κατά του δικτύου Γκιουλέν και ετοιμάζει ανοικτή σύγκρουση με τους Κεμαλιστές ενόψει του δημοψηφίσματος.

Τώρα ανοίγει μέτωπο συνολικά με την Ε.Ε., με πρωτοφανή οξύτητα προς τις ισχυρές χώρες του Βορρά, φθάνοντας να κάνει λόγο για στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ «σταυρού και ημισελήνου». Δεν είναι μόνο αυτά.

Την ίδια στιγμή η Τουρκία έχει εμπλακεί σε ανοικτή στρατιωτική επέμβαση στη Συρία και έχει παράνομα καταλάβει εδάφη της. Είναι η μοναδική περιφερειακή δύναμη που διατηρεί δυνάμεις κατοχής σε δύο χώρες, Κύπρο και Συρία. Παράλληλα, διατηρεί στρατιωτικές δυνάμεις και απειλεί με άμεση στρατιωτική εμπλοκή στις συρράξεις που μαίνονται στο Ιράκ. Ανεξάρτητα από τις μικρές ή μεγάλες επιτυχίες της στα πολεμικά μέτωπα, έχει παράλληλα ανοίξει ένα άλλο ισχυρό μέτωπο σε Αιγαίο και Κύπρο και διακινδυνεύει, αν δεν επιδιώκει, ταυτόχρονη εμπλοκή και σε αυτή την περιοχή. Όλα αυτά δεν ερμηνεύονται απλά με την απόπειρα προσεταιρισμού ψήφων ή αντιμετώπισης εσωτερικών αντιθέσεων από έναν εγωπαθή Σουλτάνο. Σημαίνουν κάτι πολύ περισσότερο.

Οι διπλωματικές κινήσεις του Ερντογάν, που συνοδεύουν και καθορίζονται από τις πολεμικές συγκρούσεις, πιστοποιούν βαθύτερο σχεδιασμό και βλέψεις.

Θυμίζουμε συνοπτικά ότι ο Ερντογάν εμφανίσθηκε ως ο εμπρηστής και η ατμομηχανή της περικύκλωσης της Ρωσίας στη Βαλτική Θάλασσα. Ήταν αυτός που απαιτούσε από το ΝΑΤΟ να αποτρέψει να μετατραπεί η Βαλτική σε ρωσική λίμνη και έθετε το ναυτικό του σε αυτή την υπηρεσία. Έφθασε μέχρι τα πρόθυρα ανοικτού πολέμου με τη Ρωσία μετά την κατάρριψη του αεροπλάνου. Αντιμετώπισε και επιβίωσε από ένα πραξικόπημα, ρίχνοντας την κύρια ευθύνη στις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και έκανε στροφή 180 μοιρών έναντι της Ρωσίας, ώσπου να αναδειχθεί σε σύμμαχο και συναυτουργό των στρατιωτικών σχεδιασμών της στη Συρία, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δική της ατζέντα και προτεραιότητες. Είναι αδύνατο να ερμηνευθούν όλες αυτές οι κινήσεις, με τις επιτυχίες ή τις αποτυχίες που τις συνόδευσαν, με μοναδικό κριτήριο την ικανότητα ενός ηγέτη. Και αν ο Ερντογάν είναι πράγματι ικανός δεν μπορεί όλοι οι άλλοι, σε ΗΠΑ, Ρωσία, Ε.Ε, Ισραήλ, Ιράν, Σαουδική Αραβία, να είναι ταυτόχρονα ανίκανοι

 

Το όπλα και οι σχεδιασμοί

Η Τουρκία είναι μια μεγάλη πληθυσμιακά χώρα που αποτελεί αγορά – στρατηγικό στόχο όλων των ισχυρών δυνάμεων. Οι διαδοχικές επισκέψεις Αμερικανών, Βρετανών, Ρώσων Γερμανών κλπ ηγετών και οι εξαγγελίες έργων και συνεργασιών, το πιστοποιούν χωρίς αμφιβολίες. Ο Ερντογάν γνωρίζει τη δύναμη της χώρας του, το εκμεταλλεύεται και το εντάσσει σε μια ειδική στρατηγική.

Η Τουρκία είναι ένα εξαιρετικό γεωστρατηγικό οικόπεδο. Δίπλα στη Ρωσία και στην καρδιά της Μ. Ανατολής αποτελεί σημαντικό παράγοντα που θα επιδράσει σημαντικά στη διαφαινόμενη τελική σύγκρουση Αμερικανών – Ρώσων για τον έλεγχο του πλούτου της Μέσης και Άπω Ανατολής και των οδών διακίνησής του προς τη Δύση. Ο Ερντογάν το γνωρίζει και δεν περιορίζεται σε περιφερειακό ρόλο. Επιθυμεί και διεκδικεί αναγνώριση και ανάδειξή του σε μεγάλη δύναμη. Η αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κρατιδίου σε Τουρκία Συρία και Ιράκ, δεν είναι απλή άμυνα μπροστά σε ενδεχόμενο κίνδυνο συρρίκνωσης της χώρας του. Η καταγγελία της Συνθήκης της Λωζάννης και η ανάδειξή του σε ηγέτη των εκατοντάδων εκατομμυρίων Σουνιτών, δείχνει σχέδια ανάδειξης του ίδιου και της Τουρκίας σε δύναμη, ανάλογη της Γερμανίας στην Ευρώπη, με ρόλο και ευθύνη όχι μόνο αποκλειστικά στη Μ. Ανατολή. Το Αιγαίο, η Κύπρος, τα Βαλκάνια, ήταν οι ορατές μέχρι σήμερα διεκδικήσεις του. Τώρα δοκιμάζει τα όρια ανοικτής αντιπαράθεσης, διπλωματικής προς στιγμήν, με τον ίδιο τον πυρήνα των χωρών της Ευρώπης. Κρατά σαν όπλο το μεταναστευτικό και την οικονομική δύναμη της χώρας του . Εκβιάζει και απειλεί με ανοίγματα προς τη Ρωσία, απειλώντας ακόμα και με τη συνοχή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

Θα του βγει το παιχνίδι; Άγνωστο. Το βέβαιο είναι ότι «ο κανένας», δεν γελά με τις ακραίες δηλώσεις του. Ρωτήστε και τον Γενς Στόλντεμπεργκ…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!