Η μετατόπιση ισχύος προς την Ασία-Ειρηνικό αναδιατάσσει σχέσεις. Του Zarowar Daulet Singh*
Από την οπτική των στρατηγικών συμφερόντων της Ινδίας, ΗΠΑ και Κίνα είναι οι δύο κυρίαρχες δυνάμεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Δεν είναι τυχαίο ότι από τις διμερείς επισκέψεις που πραγματοποίησε φέτος ο Ινδός πρωθυπουργός Manmohan Singh, αυτή στη Ρωσία δεν έτυχε μεγάλης προβολής. Ωστόσο, η Ρωσία δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί ούτε από την σκοπιά των διεθνών σχέσεων, ούτε της περιφερειακής ασφάλειας.
Το ιμπρόγκλιο του Αφγανιστάν
Στη δεκαετία του 1990, Ινδία και Ρωσία μαζί με το Ιράν συνεργάστηκαν στενά για την ενίσχυση της Βόρειας Συμμαχίας σαν ασπίδα απέναντι στους Ταλιμπάν που είχαν τη στήριξη του Πακιστάν. Μετά το 2001, η Ινδία προσάρμοσε την πολιτική της στο Αφγανιστάν τασσόμενη ανοιχτά υπέρ της δυτικής επέμβασης, με την ελπίδα ότι κάτι τέτοιο θα άλλαζε τα γεωπολιτικά προβλήματα της Νότιας Ασίας.
Η στρατηγική της Δύσης, όμως, δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει τις εσωτερικές της αντιφάσεις: να στηρίζει την αφγανική προσπάθεια ανοικοδόμησης του κράτους και την ίδια ώρα να στηρίζεται στον πακιστανικό στρατό και την Inter Services Intelligence, που στηρίζει υπογείως τους Ταλιμπάν. Αυτή η σύγκρουση συμφερόντων αποδείχθηκε αξεπέραστη, με αποτέλεσμα το Αφγανιστάν και οι γείτονές του να υφίστανται τις συνέπειες.
Από την πλευρά της η Ρωσία ενισχύει τα σύνορά της με το Αφγανιστάν στην κεντρική Ασία. Το Κρεμλίνο έχει αποφασίσει να διπλασιάσει τις αεροπορικές του επιχειρήσεις στο Κιργιστάν με 20 αεροσκάφη Sukhoi, τη στιγμή που οι ΗΠΑ κλείνουν τη δική τους βάση επιμελητείας στην Κεντρική Ασία, στο Μανάς του Κιργιστάν. Το Τατζικιστάν που έχει στο έδαφός του 7.000 Ρώσους στρατιώτες, έχει παρατείνει τη ρωσική στρατιωτική παρουσία μέχρι το 2042.
Αντίθετα με την κρατούσα αντίληψη, είναι ο Οργανισμός Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO) –μια στρατιωτική συμμαχία υπό την Ρωσία που περιλαμβάνει τα μετα-σοβιετικά κράτη της Κεντρικής Ασίας– και όχι η Οργάνωση Συνεργασίας της Σανγκάης (SCO), αυτή που συνιστά το βασικό πλαίσιο ασφάλειας στην Κεντρική Ασία. Για την Ινδία, η επιδίωξη μιας επιχειρησιακής παρουσίας εκεί προκειμένου να διαφυλάξει τις επενδύσεις της στο Αφγανιστάν, θα πρέπει να βασίζεται σε μία περιφερειακή συμφωνία με τη Ρωσία και κατ’ επέκτασιν, μία συμφωνία με την CSTO.
Το κύριο εμπόδιο για μία διευρυμένη SCO που θα σταθεροποιήσει το Αφγανιστάν, είναι ότι η αντίληψη του κινδύνου από τη Ρωσία και την Ινδία δεν συμπίπτει με την αντίληψη της Κίνας για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν. Η Κίνα θα μπορούσε να προσαρμοστεί σε μία σφαίρα επιρροής στο Νότιο Αφγανιστάν υπό τους Ταλιμπάν και τον πακιστανικό στρατό, προκειμένου να δώσει λύση στο πρόβλημα των Ουιγούρων και να διασφαλίσει τις οικονομικές επενδύσεις του Πεκίνου στο Αφγανιστάν.
Ο ανατολικός άξονας της Ρωσίας
Κατά τον Ρώσο αναλυτή Ντμίτρι Τρενίν, η ρωσική εξωτερική πολιτική θα συνεχίσει να κινείται σε μία γραμμή «γεωπολιτικής μετατόπισης προς την Ευρασία και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού» και «περαιτέρω απομάκρυνσης από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη». Ένας άλλος πανεπιστημιακός, ο Ιγκόρ Οκούνεφ, υποστηρίζει ότι η Ρωσία «εγκαινιάζει μία ρεαλιστική και διορατική πολιτική στο πνεύμα της Realpolitik» και «εγκαταλείπει τον φιλοευρωπαϊκό της προσανατολισμό».
Θα μπορούσε, άραγε, η μεταβαλλόμενη θεώρηση του κόσμου εκ μέρους της Ρωσίας να την κάνει πιο δεκτική σε μία πιο διαλλακτική συμμαχία με την Κίνα; Η εικόνα που έχει η Ρωσία για τον εαυτό της, σαν μια μεγάλη ανεξάρτητη δύναμη, αποκλείει μία τέτοια προοπτική. Ακόμα και κατά την περίοδο κυριαρχίας εκείνων που έβλεπαν θετικά τις σχέσεις με τη Δύση, η Μόσχα έλεγε «όχι» σε μία άνιση συμμαχία με τη Δύση. Είναι, λοιπόν, μάλλον απίθανο να πει «ναι» σε μία άνιση συμμαχία με την Κίνα.
Μεταξύ των 14 γειτόνων της Κίνας, η Ρωσία και η Ινδία είναι οι σημαντικότερες στην ηπειρωτική Ασία. Από ιστορική σκοπιά, η Σοβιετική απόφαση για ομαλοποίηση των δεσμών με την Κίνα, στα μέσα της δεκαετίας το 1980, ήταν αυτή που έπεισε την Ινδία να ακολουθήσει το 1988. Μέχρι το 2008, Ρωσία και Κίνα είχαν επιλύσει όλες τις εδαφικές τους διαφορές.
Στην τρέχουσα συγκυρία, οι πολιτικές της Ρωσίας και της Ινδίας απέναντι στην Κίνα μοιάζουν να έχουν κοινά σημεία. Σε διεθνές επίπεδο, αμφότερες έχουν οφέλη από τη συνεργασία τους με την Κίνα, είτε στον ΟΗΕ είτε στους κόλπους της ομάδας BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα). Για τη Ρωσία, η Κίνα είναι ένας χρήσιμος εταίρος στην αναχαίτιση των όποιων μονομερών κινήσεων της Δύσης. Σε περιφερειακό επίπεδο και στην επικράτεια της Ρωσίας και της Ινδίας όμως, ο παράγοντας Κίνα καθίσταται πιο περίπλοκος και συχνά οι ανταγωνιστικές πιέσεις δίνουν τον τόνο.Παρ’ ότι ούτε η Ρωσία ούτε η Ινδία επιθυμούν να συμμετάσχουν σε έναν περιφερειακό ψυχρό πόλεμο κατά της Κίνας, καμία από τις δύο δεν είναι διατεθειμένη να ανεχθεί μία κινεζική σφαίρα επιρροής στην Ασία. Η πολιτική της Ρωσίας στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού, υποστήριξε πρόσφατα ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, «έχει στόχο μία σταθερή ισορροπία δυνάμεων». Η συμπεριφορά της Ρωσίας επιβεβαιώνει πλήρως τη θέση αυτή.
Φέτος τον Απρίλιο, Ρωσία και Ιαπωνία αποπειράθηκαν εκ νέου να επιλύσουν την 70ετή εδαφική τους διαμάχη για τις Νήσους Κουρίλες, με στόχο την ομαλοποίηση των σχέσεών τους. Για την Ιαπωνία, στο επίκεντρο της προσοχής της είναι η Κίνα. Για τη Ρωσία όμως σημασία έχει και η αποκατάσταση μέρους της επιρροής της στον Ειρηνικό, η προώθηση νέων σχέσεων στο ενεργειακό πεδίο και η ανάπτυξη της ρωσικής Άπω Ανατολής.
Η Ρωσία αναγνωρίζει ότι η αξιοποίηση της ανατολικής Ασίας θα απαιτήσει νέους τρόπους μεταφοράς, όπως η διά θαλάσσης μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου ή οι υποθαλάσσιοι αγωγοί, αντί των ηπειρωτικών αγωγών προς την Ευρώπη και την Κίνα.
Ενδεικτικά η Ιαπωνία εισάγει το 96% του αερίου που καταναλώνει, με το μερίδιο της Ρωσίας να ανέρχεται μόλις στο 8%. Το ρωσικό αέριο θα προσέφερε μία ασφαλέστερη και πολύ πιο σύντομη, από άποψη μεταφοράς, λύση στην ενεργειακά εξαρτημένη Ιαπωνία.
Στη Νοτιοανατολική Ασία, η Ρωσία προωθεί καθαρά μία πολιτική ενίσχυσης του Βιετνάμ και στρατιωτικού εκσυγχρονισμού της Ινδονησίας.
Η Ρωσία είναι πλέον ο τρίτος μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στο Βιετνάμ, μετά την Ιαπωνία και τη Σιγκαπούρη. Συνδράμει επίσης το Βιετνάμ να εκσυγχρονίσει τον Κόλπο Cam Ranh, ένα παλιό βαθύ λιμάνι που αποτέλεσε σημαντική σοβιετική ναυτική βάση στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Οι αμυντικές δυνατότητες που η Ρωσία προσφέρει στο Βιετνάμ –υποβρύχια, φρεγάτες και αεροσκάφη με πυραύλους κατά πολεμικών πλοίων– είναι ενδεικτικές της προσπάθειας να προωθηθούν τα συμφέροντα του Βιετνάμ στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Μέχρι το 2016, το Βιετνάμ θα διαθέτει έξι υποβρύχια ντίζελ κατηγορίας Kilo που είναι πιο προηγμένα από τα υποβρύχια που η Ρωσία έχει δώσει στην Κίνα.
Η Ρωσία βελτιώνει τη διαπραγματευτική ισχύ του Βιετνάμ, προσφέροντάς του τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη την Κίνα, στην διαμάχη για τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
* Από άρθρο του που δημοσιεύτηκε στο Asia Times. Ο Zorawar Daulet Singh είναι υποψήφιος για PhD στο India Institute του Kings College, στο Λονδίνο.
Mετάφραση: Ελεάννα Ροζάκη