Η ιδιωτικοποίηση της ΕΥΑΘ και της ΕΥΔΑΠ στο φως της διεθνούς εμπειρίας

Η αποκρατικοποίηση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ που επιχειρείται την τρέχουσα περίοδο, μεταξύ των άλλων που αφορούν τα ΕΛΠΕ, τα ΕΛΤΑ, την ΕΛΒΟ, τον ΟΛΘ κλπ., αντιπροσωπεύει την τελευταία σχεδόν πράξη του δράματος των ιδιωτικοποιήσεων που ξεκίνησαν εδώ και μια εικοσαετία, άλλοτε κατά τρόπο σαρωτικό, άλλοτε σταδιακά και ευέλικτα, και σε κάθε περίπτωση με έναν διπλό πάντοτε στόχο: Από τη μια πλευρά την απαλλαγή του αστικού κράτους από το «βάρος» της εξασφάλισης παροχής κοινωνικών υπηρεσιών (ρεύμα, νερό, επικοινωνία, μεταφορές) που έχουν ένα ορισμένο κοινωνικό κόστος. Από την άλλη πλευρά τη μεταβίβαση στο επιχειρηματικό κεφάλαιο κερδοφόρων τμημάτων του δημόσιου κοινωφελούς τομέα (π.χ. κερδοφορία ΟΠΑΠ, ΕΛΠΕ κ.λπ.), με την απαλλαγή τους από ένα μέρος του εργαζόμενου προσωπικού, την αποδιάρθρωση του εργασιακού τους καθεστώτος και την προς τα πάνω αναπροσαρμογή των τιμολογίων τους.
Βέβαια, μ’ αυτή τη διαδικασία της εκποίησης τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης που έχουν χρηματοδοτηθεί για την κατασκευή και λειτουργία τους από το Ελληνικό Δημόσιο, περιέρχονται στην ιδιοκτησία και τον έλεγχο των πολυεθνικών του νερού του τύπου των Suez, Veolia, Vivendi. Παράλληλα, οι εγκαταστάσεις του Διυλιστηρίου Νερού στη Σίνδο και οι αντίστοιχες του Βιολογικού Καθαρισμού στο Καλοχώρι, έχουν προ πολλού παραχωρηθεί από την άποψη της λειτουργίας τους στις ελληνικές εταιρίες «ΕΛΑΚΤΩΡ» και «Χ. Κωνσταντινίδης», παρόλο που έχουν κατασκευαστεί με δημόσιες επενδύσεις. Πρόκειται για μια πλευρά της ιδιωτικοποίησης των υδάτινων πόρων και την μετατροπή του νερού από φυσικό κοινωνικό αγαθό συλλογικής ιδιοποίησης, σε εμπορικό ανταλλάξιμο προϊόν, που πραγματοποιείται από την διεθνή «βιομηχανία περιβάλλοντος», που έχει αναδειχθεί στον πέμπτο κατά σειρά κλάδο παραγωγής, σε επίπεδα αντίστοιχα της πληροφορικής και της φαρμακοβιομηχανίας (η ελεύθερη αγορά των περιβαλλοντικών υπηρεσιών ξεπερνά σήμερα σε τζίρο τα 650 δισ. ευρώ).

Από το νερό φυσικό αγαθό στο νερό εμπορικό προϊόν
Σ’ ολόκληρη την διαδρομή της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών το νερό θεωρήθηκε ως ένα φυσικό κοινό αγαθό, ως αντικείμενο δικαιωμάτων φυσικού δικαίου των συλλογικών κοινοτήτων, ως συλλογική ιδιοκτησία των αγροτικών και αστικών οικισμών. Ωστόσο η ίδια η καπιταλιστική ανάπτυξη, από τα πρώτα της ήδη στάδια άρχισε να αναδεικνύει θεωρητικά τη δυνατότητα της ιδιοκτησίας των φυσικών πόρων, στο μέτρο που διαμεσολαβούσε η ανθρώπινη εργασία, με τον Τζον Λοκ να διακηρύσσει στην πραγματεία του για την αστική διακυβέρνηση την «ελευθερία της κατοχής (ιδιοκτησίας)» των φυσικών πόρων (ποταμών, δασών, γης κ.λπ.). Και δεν ήταν παρά οι πρώτοι άποικοι της αμερικανικής Δύσης που επιχείρησαν να εγκαθιδρύσουν με την ωμή βία της «καουμπόικης οικονομίας» την αρχή του «πρώτου κατόχου» των φυσικών πόρων (εκείνος που φτάνει πρώτος είναι δικαιωματικά κυρίαρχος), με την αυτόκλητη απονομή αποκλειστικών δικαιωμάτων στον «πρώτο κάτοχο» που ιδιοποιούνταν το νερό των ποταμών και των φυσικών πηγών. (Ricardo Petrella The water manifesto : Arguments for a World Water Control Λονδίνο 2001) Τέλος οι αποικιοκρατικές πρακτικές της βρετανικής αυτοκρατορίας με τη δράση της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών, η οποία κατάστρεψε όλο το συλλογικό κοινοτικό σύστημα δημοκρατικής διαχείρισης των φυσικών πόρων, και εισέπραττε όλες τις υποχρεωτικές συνεισφορές των αγροτικών κοινοτήτων που προορίζονταν για τη χρηματοδότηση των συλλογικών εξυπηρετήσεων και δημόσιων δικτύων διανομής.
Με την προαγωγή της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης και διεθνοποίησης δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά: Ο «μαύρος χρυσός» από φυσικό προϊόν μετατράπηκε σε τεράστια ιδιοκτησία των πολυεθνικών του πετρελαίου, προκαλώντας αναρίθμητους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Το ίδιο συμβαίνει σήμερα με την κρατική καπιταλιστική εκμετάλλευση του ρωσικού «φυσικού» αερίου και τους ενεργειακούς δρόμους που εγκαθιδρύονται μεταξύ της ασιατικής ανατολής και της ευρωπαϊκής δύσης, αποτελώντας το οικονομικό υπόβαθρο στις σχέσεις του νέου ρωσικού καπιταλισμού με τις δυτικές καπιταλιστικές οικονομίες. Δεν θα μπορούσε να συμβαίνει πλέον σήμερα διαφορετικά και με την ιδιοποίηση και την εμπορική εκμετάλλευση του «γαλάζιου χρυσού», που οδηγεί σε «μάχες και πολέμους» ανάμεσα στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και τις λαϊκές εργαζόμενες τάξεις των περισσοτέρων χωρών του κόσμου.
Απ’ αυτή την άποψη, η περίπτωση του «πολέμου της Κοτσαμπάμπα» της Βολιβίας, υπήρξε η κορυφαία έκφραση της διαπάλης ανάμεσα στις λαϊκές εργαζόμενες τάξεις και στις πολυεθνικές του νερού για την ιδιοποίηση των υδάτινων πόρων στο μεταίχμιο του 2000, ως συνέπεια πολυάριθμων κινημάτων εργαζομένων πολιτών σε ευρωπαϊκές πόλεις (Ιταλίας, Γαλλίας, Ελβετίας), στην αυστραλιανή ήπειρο, σε αφρικανικές χώρες, σε πολιτείες των ΗΠΑ, στην Ινδία και στην νότιο-ανατολική Ασία. Υπήρξαν παρατεταμένες συγκρούσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους αγρότες της άνυδρης βολιβιανής επαρχίας με την κρατική εξουσία, που διαμεσολαβούσε πολιτικά τα οικονομικά συμφέροντα της International Water, θυγατρικής της αμερικανικής ενεργειακής Bechtel. Το γεγονός ότι τα εργατικά και αγροτικά νοικοκυριά κατέβαλαν 20 δολάρια το μήνα (με το μηνιαίο μισθό να φτάνει τα 100 δολάρια) για την προμήθεια πόσιμου νερού, οδήγησε σε πανεθνικές απεργιακές κινητοποιήσεις της βολιβιανής κοινωνίας. Η επιχείρηση καταστολής του κινήματος που προκάλεσε τεράστιο κύμα διώξεων, έξι νεκρούς και εκατόν εξήντα τραυματίες, δεν κατόρθωσε να καταπνίξει τη λαϊκή εξέγερση που έγινε με το σύνθημα «Το νερό είναι φυσικό αγαθό, όχι εμπόρευμα, είναι η ζωή», και κατέληξε στην εκδίωξη της πολυεθνικής του νερού και την νίκη του Συντονιστικού Υπεράσπισης του Νερού και της Ζωής, με την εγκαθίδρυση λαϊκών συνελεύσεων για την επαναπόκτηση του δημοκρατικού ελέγχου της διαχείρισης των υδάτινων πόρων (Mohamed Larbi Bouguerra Les batailles de l’ eau : Pour un bien commun de l’ humanite, Παρίσι 2003). Φαίνεται πλέον ότι δίπλα στη διεκδίκηση της «δημοκρατίας των δικαιωμάτων», της «οικονομικής κοινωνικής δημοκρατίας», της «δημοκρατίας στην εκπαίδευση» κ.λπ., η «δημοκρατία του νερού» γίνεται οργανική συνιστώσα του λαϊκού και εργατικού κινήματος σε παγκόσμια κλίμακα: «Το νερό είναι δώρο της φύσης … θεμελιώδες για τη ζωή … σύνδεσμος όλων των μορφών ζωής … δωρεάν παρεχόμενο … φυσικός πόρος περιορισμένος και εξαντλήσιμος … προστατευόμενο … συλλογική ιδιοκτησία … απαλλαγμένο από την περιβαλλοντική μόλυνση … αναντικατάστατο».

* Ο Ανέστης Ταρπάγκος είναι μέλος της Γραμματείας Συντονιστικού Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ

 

 

Ένα πανίσχυρο δίκτυο με πλοκάμια σε 120 χώρες

Στην αφετηρία της ιδιωτικοποίησης του νερού βρέθηκαν ο ριγκανισμός και ο θατσερισμός της δεκαετίας του 1980: Πρωταγωνιστής στην περίπτωση της Βρετανίας ήταν η North West Water της οποίας η διαχείριση οδήγησε στην αύξηση της τιμής του νερού κατά 106% (1989-95) και των κερδών της κατά 692%. Αντίστοιχα, στη γαλλική περίπτωση η διαχείριση του Ζ. Σιράκ επέφερε την ιδιωτικοποίηση των δικτύων ύδρευσης κατά 77%, με κύριους πρωταγωνιστές την Suez και την Vivendi. Στις Φιλιππίνες το κονσόρτσιουμ εταιριών που ανέλαβε τη διαχείριση των νερών μέσα σε πέντε χρόνια αύξησε την τιμή διάθεσης κατά 500%, ενώ ταυτόχρονα στην πρωτεύουσα Μανίλα εμφανίστηκε μαζικά δυσεντερία και σε ορισμένες περιπτώσεις κρούσματα χολέρας. Ανάλογες περιπτώσεις παρουσιάστηκαν στην Αργεντινή, Βραζιλία, Χιλή, Μεξικό κ.ά. (Vandana Shiva La guerre de l’ eau: Privatisation, pollution et profit, Παρίσι 2003). Στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως και στη σημερινή ελληνική περίπτωση, η αποκρατικοποίηση επιβάλλεται από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ, ως απαραίτητος όρος για την χορήγηση δανείων και πιστώσεων. Έτσι, στην Γκάνα, οι υπαγορεύσεις αυτών των διεθνών οργανισμών για την «εμπορευματοποίηση» των υδάτινων πόρων οδήγησαν την πλειοψηφία του φτωχού πληθυσμού να καταναλώνει το 50% του μισθού του για την εξασφάλιση πόσιμου νερού. Παράλληλα, σ’ αυτές τις πρακτικές ήρθε να εισχωρήσει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου ο οποίος από τότε που ιδρύθηκε (1995) προχώρησε στην απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου των φυσικών πόρων (νερό, περιβάλλον, διατροφή κ.λπ.). Αντίστοιχες είναι και οι νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Οδηγία 2000/60) που πριμοδοτεί την άνευ περιορισμών ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης του νερού ή τις συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα γι’ αυτό το σκοπό.
Το σημερινό παγκόσμιο δίκτυο των γιγαντιαίων «εμπόρων του νερού» επεκτείνει τις δραστηριότητές του σε πάνω από 120 χώρες. Απαρτίζεται, μάλιστα, από δύο κατηγορίες πολυεθνικών επιχειρήσεων: Από τη μια πλευρά τις κλασικές επιχειρήσεις εμπορίας και διαχείρισης του νερού και των λυμάτων, όπως οι γαλλικές Suez και Vivendi, η ισπανική Aquas de Barcelona, οι βρετανικές United Utilities και Biwater. Από την άλλη πλευρά, γερμανικές και αμερικανικές φίρμες, οι οποίες αφού έχουν ισχυροποιηθεί μέσα από την εκμετάλλευση ηλεκτρικών δικτύων, επεξέτειναν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα στο εμπόριο του νερού και της επεξεργασίας των αποβλήτων (η γερμανική RWE και η αμερικανική Bechtel). Προφανώς από αυτή την αγορά δεν θα μπορούσαν να λείψουν και πολυεθνικές εταιρίες όπως της βιοτεχνολογίας (Monsanto), της οποίας οι ιχθυοκαλλιέργειες που πραγματοποιεί στις ινδικές θάλασσες της αποφέρουν ετήσια έσοδα άνω του 1 δισ. δολαρίων ή η Coca Cola της οποίας ο ετήσιος τζίρος στην εμπορία εμφιαλωμένου νερού φτάνει τα 27 δισ. μονάδες, προκαλώντας ταυτόχρονα περιβαλλοντική επιβάρυνση με τα απόβλητα των πλαστικών φιαλών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!