Του Βαγγέλη Μπουγιώτη
Ο ΣΥΡΙΖΑ αν επιθυμεί να διαδραματίσει έναν ριζοσπαστικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή και να αφήσει με το έργο του μια χρήσιμη παρακαταθήκη στο λαό και την ιστορία του τόπου αλλά και της Ευρώπης γενικότερα πρέπει, πέραν όλων των άλλων, να στραφεί σε δύο βασικά προβλήματα που μαστίζουν και κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή του σήμερα.
Ασφαλώς η κουβέντα δεν έχει να κάνει μόνο με έναν κυβερνητικό προγραμματισμό αλλά με έναν προγραμματισμό γενικότερο ακόμη και από τη θέση της αντιπολίτευσης, καθώς ως γνωστόν η Αριστερά οφείλει να κυβερνά (με τις ιδέες της) ακόμη και όταν δεν κυβερνά.
Ζήτημα πρώτον. Το λεγόμενο «σύνδρομο της ανάθεσης». Η κοινή αντίληψη της πλειοψηφίας του κόσμου πως ψηφίζοντας μια φορά τα τέσσερα χρόνια κάνουνε το δημοκρατικό τους καθήκον και από εκεί και πέρα περιμένουνε ματαίως τους καρπούς των επιλογών τους. Καμιά περισσότερη δράση, καμιά πρωτοβουλία, κινητοποίηση και κυρίως κανένας περαιτέρω έλεγχος του έργου των αιρετών που εκλέγουνε με την ψήφο τους. Αντιθέτως κυριαρχεί η γκρίνια, το παράπονο, οι αφορισμοί για τις επιλογές των αιρετών αλλά χωρίς πρακτικές λύσεις. Επανέρχεται επομένως ο πολίτης μετά από 4 χρόνια με μια διαφορετική επιλογή κυριαρχούμενος όμως ακόμη από το σύνδρομο της ανάθεσης που οδηγεί βεβαίως σε νέα λάθη και που οδηγεί την εκάστοτε εξουσία, ακόμη και όταν έχει αγνές προθέσεις, να ολισθαίνει εύκολα σε λάθος κατευθύνσεις αφού δεν υπάρχει πρακτικός και ουσιαστικός έλεγχος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αντιμετωπίσει αυτό το σύνδρομο. Οφείλει να ενεργοποιήσει πολιτικά και κοινωνικά τους πολίτες. Ξεκινώντας από το εσωτερικό του κόμματος, οφείλει να δώσει ουσιαστική φωνή στα μέλη του, να γίνει αυτό που λέμε ένα κόμμα μελών που κάθε μέλος θα συνδιαμορφώνει θέσεις, απόψεις, τάσεις και κατευθύνσεις. Ακόμη οφείλει να ανοιχτεί στην κοινωνία, να πραγματοποιεί συνεχώς ανοιχτές τοπικές συνελεύσεις όπου θα ακούει τις απόψεις και τις θέσεις των πολιτών, ανεξαρτήτως ένταξής τους ή μη στον ΣΥΡΙΖΑ, και να τις εντάσσει στον πολιτικό σχεδιασμό του. Έχοντας το καλό παράδειγμα λοιπόν της εσωτερικής του οργάνωσης ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προχωρήσει και να προτείνει και λύσεις «περισσότερης δημοκρατίας και κοινωνικού ελέγχου» πέρα από τα στενά πλαίσια της δύναμής του και του χώρου του. Να προτείνει για παράδειγμα τη θέσπιση τοπικών συμβουλίων στους Δήμους της χώρας, ανοιχτών προς κάθε πολίτη, όπου οι αποφάσεις αυτών των συμβουλίων θα προσμετρούνται στις αποφάσεις των δημοτικών και τοπικών αρχόντων. Να μπει επομένως ο πολίτης ενεργά στην ευθύνη των αποφάσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Οφείλει επίσης να δημιουργήσει νέους θεσμούς ελέγχου του κοινοβουλευτικού έργου από τους πολίτες. Ένα καλό παράδειγμα θα ήταν η αξιολόγηση των βουλευτών κάθε νομού σε τακτά χρονικά διαστήματα (1-2 χρόνια) από τους πολίτες της περιοχής του.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μόνο παραδείγματα. Υπάρχουν δεκάδες πράγματα που τα ενεργά και ικανά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να φανταστούν, να σκεφτούν, να τα κάνουν ιδέες, σχέδια και πράξη αρκεί να τους δοθεί η δυνατότητα.
Τέλος και εν συντομία γιατί το ζήτημα χρήζει μεγάλης ανάλυσης, πρέπει να αναμορφώσει και να ριζοσπαστικοποιήσει το χώρο της συνδικαλιστικής δράσης. Φαινόμενα γραφειοκρατίας, κρατικοδίαιτων συνδικαλιστών, τυφλής κομματικοποίησης των συνδικαλιστικών παρατάξεων έχουν οδηγήσει στην απαξίωση του θεσμού. Ο κόσμος δεν λογαριάζει τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Δεν αγωνίζεται όσο θα έπρεπε με τα γνωστά αποτελέσματα της συμπίεσης της εργατικής τάξης. Ο συνδικαλισμός δεν πρέπει να καταργηθεί αλλά δεν πρέπει να παραμείνει και ως έχει. Αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνικής και εργατικής αντιπροσώπευσης. Η κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελεί τα βασικό συστατικό της γιγάντωσης του «συνδρόμου της ανάθεσης».
Ζήτημα δεύτερο. Η παρακμή του πολιτικού λόγου. Λέγοντας παρακμή του πολιτικού λόγου ο νους οδηγείται κατευθείαν στις ακροδεξιές φωνές που έχουν κατακλύσει την καθημερινότητά μας. Αυτές οι φωνές είναι όμως μόνο η κορυφή του παγόβουνου και το αποτέλεσμα μιας σταδιακής πορείας απαξίωσης του πολιτικού λόγου. Έχει προηγηθεί η εποχή των μπαλκονιών, των οχλαγωγικών κομματικών συγκεντρώσεων, η εποχή των συνθημάτων και της μαύρης διαφήμισης, η εποχή των τηλεδιαξιφισμών, της κομματικής διαφημιστικής καμπάνιας, των επικοινωνιακών τεχνασμάτων, των άσκοπων φωνών και της συνθηματολογίας. Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μαζί με τη συνθήκη όλων των ψεύτικων κυβερνητικών υποσχέσεων και της διαφθοράς της εξουσίας, μια απαξίωση της πολιτικής και του πολιτικού κόσμου που ως συνέπεια έχει μια βαθιά κρίση του διαλόγου τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και μέσα στην ίδια την κοινωνία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κίνημα ριζοσπαστικό, αριστερό και προοδευτικό πρέπει να δώσει ένα τέλος σε αυτή την πορεία. Πρέπει να χαμηλώνει τους τόνους της αντιπαράθεσης, να σταματήσει να δημιουργεί ή να αυξάνει πολωτικές συνθήκες που επιδιώκουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι και να μιλήσει μόνο με πολιτικά επιχειρήματα και ανοιχτά σε όλη την κοινωνία. Πρέπει να επιδιώκει και να προκαλεί τον διάλογο όχι μόνο με ομάδες, άτομα ή κόμματα που τυχαίνει να συγκλίνουν στις απόψεις του αλλά κυρίως να προκαλεί τον διάλογο εκεί που έχει και τις μεγαλύτερες διαφωνίες του. Οφείλει να αρνηθεί εύκολα συνθήματα, επικοινωνιακά κόλπα και παλαιοκομματικές τακτικές που προσφέρει η εποχή και να αντιπαραθέσει καθαρά και ήρεμα τις ιδέες, τις απόψεις και τις λύσεις του.
Μέσα σε ένα κλίμα πόλωσης οι πιθανότητες μιας νίκης μοιράζονται ισόποσα. Ακόμη και να τα καταφέρεις όμως είναι σίγουρο πως θα έχεις απέναντι σου μια κοινωνία πολωμένη και διχασμένη, ανίκανη για οποιαδήποτε συνεννόηση.
Μέσα σε κλίμα ανάπτυξης επιχειρήματος και πρακτικών ιδεών και λύσεων δεν θα είσαι μόνο εσύ ο νικητής, αλλά ολόκληρη η κοινωνία.
* Ο Βαγγέλης Μπουγιώτης είναι μέλος της Τ.Ο. Ναυπλίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ