Να είχαμε έναν Σουρή…

Δυστυχία σου, Ελλάς,
με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;

 

Γεννήθηκε 2 Φεβρουαρίου του 1853 στην Ερμούπολη της Σύρου κι έφυγε από τη ζωή στις 26 Αυγούστου του 1919. Δεν ξέρω αν στα χρόνια του υπήρχε κάποια αντίστοιχη «λίστα Πέτσα», αλλά είμαι σίγουρος πως ούτε καν θα τον πλησίαζαν για να τον… ενισχύσουν, αφού είναι πιθανό μετά να τους έπιανε με τους στίχους του και να μην ξέρουν από πού να φύγουν…

Δεν θέλω να φανταστώ τι θα έγραφε σήμερα γι’ αυτόν τον κωμικοτραγικό θίασο που μας κυβερνά.

Όταν πάντως βλέπω τον πρωθυπουργό, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ: «Σουλούπι, μπόι, μικρομεσαίο, / ύφος του γόη, ψευτομοιραίο», αλλά και:

 

Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

Θέλει ακόμα –κι αυτό είναι ωραίο–
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που ’χει
στο ’να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.

Νά ’χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;

 

Ο Σουρής είχε τη δική του εφημερίδα, το περίφημο Ο Ρωμηό που πρωτοκυκλοφόρησε στις 2 Απριλίου του 1883. Το τελευταίο φύλλο, λίγο πριν τον θάνατό του, κυκλοφόρησε στις 17 Νοεμβρίου 1918. 36 ολόκληρα χρόνια, σε 1.444 τεύχη και δύο παραρτήματα συνέχισε να σατιρίζει τους πάντες – ακόμη και τον εαυτό του.

Ο αυτοσαρκασμός που τον χαρακτήριζε λείπει κι αυτός στις μέρες μας, που είμαστε όλο σοβαροφάνεια. Ο Σουρής στη «Ζωγραφιά», την αυτοπροσωπογραφία του, γράφει – ανάμεσα σε άλλα:

 

Δυὸ μάτια μαῦρα / χωρὶς κακία / γεμάτα λαύρα / μὰ καὶ βλακεία.
Μούρη ἀγρία / καὶ ζαρωμένη, / χλωμὴ καὶ κρύα / σὰν πεθαμένη.

 

Και δεν είναι μόνο όσα έγραφε, αλλά και η ίδια η στάση του, ο τρόπος που φερόταν στην καθημερινότητά του. Ίσως είναι πάντως άγνωστο πως παρ’ όλη την αιχμηρότητα της σάτιράς του προτάθηκε πέντε φορές για Νόμπελ Λογοτεχνίας!

Η εξουσία δεν ήταν ανεκτική. Το 1896 διώχθηκε γιατί σατίρισε την επίσκεψη του τότε βασιλιά Γεωργίου του Α’ στο Παρίσι και τη γνωριμία του με τη Σάρα Μπερνάρ. Έναν χρόνο αργότερα, η Εισαγγελία Αθηνών, εξέδωσε ένταλμα σύλληψης και κατάσχεσης της εφημερίδας, με αφορμή τους στίχους:

 

Κυρά Γιώργαινα γυρίστρα, κυρά Γιώργαινα μπεκρού, / θα γενείς πομπή του κόσμου του μεγάλου και μικρού, / κυρά Γιώργαινα να λείψουν τα μεθύσια τα πολλά, / κυρά Γιώργαινα σου λέω δεν στεκόμαστε καλά

 

Θεωρήθηκε πως αναφέρονταν στη σχέση της Βασίλισσας Όλγας με το… οινόπνευμα και έτσι του απαγγέλθηκε κατηγορία «επί εξυβρίσει του ιερού προσώπου της Βασιλίσσης»!

Ο ίδιος ισχυρίσθηκε πως είχε γράψει τους στίχους για τη γυναίκα του, καθώς και ο Σουρής λεγόταν Γιώργος και στο επόμενο φύλλο του Ρωμηού (Νο 577, 1/2/97) έδωσε τη δική του απάντηση:

 

(Η γυναίκα του): Γιώργη ν’ αλλάξεις όνομα, Γιώργη να μη σε λένε / που κάνεις τα ματάκια μου μερόνυχτα να κλαίνε.

(Τα παιδιά του): Μπαμπά για κοίταξε κι εμάς που τρέχουμε σιμά σου / μπαμπά ν’ αλλάξεις όνομα, Δημήτρης ονομάσου.

 

Αλλά και το 1897, με τον ατυχή πόλεμο, παρέλαβε και τον διάδοχο. Πολύ γέλιο στην κοινωνία της εποχής προκάλεσε κυρίως το τετράστιχο με υποτιθέμενο μήνυμα του διαδόχου προς τον βασιλιά από το μέτωπο:

 

Κι έγραψεν από κει πέρα
το παιδί προς τον πατέρα:
«Μονσhερ παπά Moncher papa, je ne sais pas que faire ici =
ζενε σε πα Αγαπητέ μου μπαμπά δεν ξέρω τι να κάνω εδώ
κεφερισί….
τι λες και συ;

 

Όμως οι στίχοι του υπήρξαν και απολύτως επαναστατικοί άλλες φορές:

 

Μακράν του Ρόκκου Χοϊδά κακούργοι εστεμμένοι / αγχόνη και παλούκωμα δεινόν σας περιμένει / Ο κόσμος εις την πτώσιν σας τας χείρας θα κροτήσει / κι οι τόσοι αρχιτρίκλινοι μ’ εμέ θα γίνουν ίσοι / κι οι τόσες οι πριγκήπισσες κι οι άλλες οι φακλάνες / θε να ’ρθουνε στο σπίτι μου να γίνουν παραμάνες!

 

Φανταστείτε να τα έγραφε κάποιος σήμερα… Μας χρειάζεται ένας Σουρής όσο ποτέ άλλοτε!

 

* Πηγή για τις βασιλικές αναφορές το κείμενο του Νίκου Σαραντάκου, παππού του γνωστού ερευνητή, που είχε δημοσιευτεί στην «Αυγή» την εποχή του δημοψηφίσματος για τη βασιλεία https://sarantakos.wordpress.com/2017/03/26/souris-2/

Σχόλια

Exit mobile version