Tου Μανόλη Μούστου*
«Ήταν κάποτε μια χώρα που την έλεγαν Γιουγκοσλαβία». Έτσι τελειώνει η ταινία Underground του Εμίρ Κουστουρίτσα και θα μπορούσε κάλλιστα αυτό το φινάλε να ταιριάζει και στη δική μας χώρα. Υπερβολές; Τα μνημόνια μας αφήνουν προίκα 25% πτώση του ΑΕΠ, 1,5 εκατ. ανέργους και 2,5 εκατομμύρια κάτω από το όριο της φτώχειας. Και τώρα έχουμε τη μετατροπή της χώρας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης χιλιάδων (ή και εκατομμυρίων) ξεριζωμένων ανθρώπων από τους πολέμους που διεξάγουν οι Ισχυροί.
Όλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται στο Χίλτον. Το Κοινοβούλιο και η κυβέρνηση συνιστούν διακοσμητικά αξεσουάρ του προτεκτοράτου. Το Αιγαίο δεν ανήκει ούτε στην Ελλάδα ούτε στα ψάρια του, αλλά στο ΝΑΤΟ. Το ντόπιο πολιτικό σύστημα, ένοχο και μοιραίο, λέει ΝΑΙ σε όλα προκειμένου να διατηρήσει τη διαχείριση της αποικίας. Άλλες εποχές οι «ταγοί του έθνους» θα την είχαν κάνει για Κάιρο.
Χώρα-φυλακή ντόπιων και ξένων, χώρα πεδίο πολλαπλών οικονομικών και γεωπολιτικών πειραματισμών. Ήταν κάποτε μία χώρα, λοιπόν…
Εδώ ας αντιστρέψουμε το ερώτημα του αφιερώματος. Τι δεν έλειψε τα τελευταία χρόνια;
Σίγουρα δεν έλειψαν οι «σωτήρες» (νέοι και παλιοί) που έσωζαν τον τόπο βάζοντας φαρδιά πλατιά τις τζίφρες τους στην διάλυση της χώρας. Δεν έλειψαν τα ψέματα και οι κωλοτούμπες. Ο κυνισμός, τα τελεσίγραφα, τα κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα. Οι αυτοκτονίες, οι καταθλίψεις, οι «αποσύρσεις». Δεν έλειψε η μοναξιά.
Δεν μας έλειψαν οι αρχηγισμοί και τα παιχνίδια των εκάστοτε κομματαρχών. Οι «προσωπικότητες» που έχουν πάντα περισσότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Πολλά «εγώ» μαζεύτηκαν. Πλεόνασμα από κολπάκια και αλισβερίσια παραγόντων. Επίσης, δεν έλειψαν τα επαναστατικά τσιτάτα και τα συνθήματα. Πολλές πορείες-κομματικές παρελάσεις έγιναν, πολλοί κηδεμόνες του κινήματος μαζεύτηκαν και πολλά «καπέλα» φορέθηκαν. «Πολλά γρανάζια δεν γύρισαν χωρίς τους εργάτες» και πολλά συνθήματα για την εργατική τάξη ακούστηκαν χωρίς να είναι η εργατική τάξη παρούσα.
Από την άλλη, δεν μας έλειψαν τα μεγαλειώδη ξεσπάσματα. Πολλές φορές οι πολλοί πήραν τον λόγο, έδειξαν τη δύναμή τους και άλλαξαν τους όρους του παιχνιδιού. Επανειλημμένα, ο λαός μας αψήφησε δημοσκοπήσεις και προγνωστικά, αγνοώντας εκβιασμούς. Εκεί που όλοι οι αναλυτές της αριστεράς έβλεπαν το «αβγό του φιδιού» αδυνατώντας να κατανοήσουν τον ριζοσπαστισμό του λαού, φύτρωσε τελικά η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες. Κι όμως, δεν ήταν αρκετά όλα αυτά. Κάτι φαίνεται να λείπει…
Ας αναρωτηθούμε. Ποιος μας έχει σώσει μέχρι στιγμής; Η ελεημοσύνη του ιερατείου ή οι διαπραγματεύσεις των κυβερνήσεων; Αν υπάρχει ένας λόγος που η χώρα μας δεν έχει γίνει ακόμα χωματερή του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού είναι ο ακηδεμόνευτος αγώνας του λαού, οι αντιστάσεις των ανθρώπων στις γειτονιές και στα κοινωνικά ιατρεία. Η επινοητικότητα και η εργατικότητα όσων επέλεξαν να σηκώσουν τα μανίκια και να εγκαταλείψουν τον «ωχαδερφισμό». Αλλά και η αγάπη της οικογένειας, η φιλοξενία του χωριού, το στήριγμα των φίλων και των ανθρώπων που μας νοιάζονται, η βοήθεια των συναδέλφων.
Με βάση τα όσα ζήσαμε και νιώσαμε, θα πρέπει να είμαστε αυστηροί. Μοναδική, ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για να ξαναμπεί η χώρα στην «πρίζα» είναι να ενεργοποιηθούν οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι. Για να μη γίνει η χώρα μία ανάμνηση χρειάζεται ένα πανελλαδικό πολιτικό κίνημα αξιοσύνης, εντιμότητας, δοτικότητας και προσφοράς. Χωρίς τη συμμετοχή, την κινητοποίηση, τις ιδέες, τις δεξιότητες και το φιλότιμο των απλών ανθρώπων δεν μπορούμε να αποτινάξουμε τα αποικιακά δεσμά και να ξανασταθούμε στα πόδια μας.
Ζούμε σε εποχές κυνισμού και πραγματισμού. Στη χειρότερη κυριαρχεί το «δεν αλλάζει ποτέ τίποτα» και στην καλύτερη η συζήτηση επικεντρώνεται διαρκώς στην οικονομοτεχνική πλευρά. Ξεχνάμε διαρκώς τον υποκειμενικό παράγοντα, τους ανθρώπους και την τεράστια δύναμη που κρύβουν όταν αποφασίζουν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους.
Κυρίως μας λείπουν οι ιδέες. Τώρα που «ο χειμώνας έχει φτάσει» υπάρχει ανάγκη να κρατηθούμε από μεγάλες ιδέες και να προβάλουμε στόχους τέτοιους που να μπορούν να συγκινήσουν, να κινητοποιήσουν, να ξαναβάλουν φωτιά στις καρδιές των ανθρώπων και να γίνουν τραγούδι από τους λαούς.
Ας ξεκινήσουμε εμείς οι ίδιοι από σήμερα και από όσους «συνεννοούμαστε». Όχι άλλους «σωτήρες». Χειραφέτηση, ελευθερία, δημοκρατία, ανεξαρτησία, δικαιοσύνη, αξιοσύνη, ανιδιοτέλεια, προκοπή. Δύσκολη υπόθεση, σίγουρα, αλλά εδώ που φτάσαμε μόνο έτσι μπορούμε να εκφράσουμε το λαϊκό καημό και να αρθούμε στα ύψη που απαιτεί το θαύμα.
*Ο Μανόλης Μούστος είναι γιατρός στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου (Κρήτης)