Όταν οι «κυβερνητικές κλίκες», και όχι μόνο, «τιμούν» τον Νίκο Μπελογιάννη…
του Γιώργου Παπαϊωάννου
«…Γενικά, η πολιτική ζωή της χώρας μας μέσα στα 120 χρόνια της ελεύθερης ύπαρξής της επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις και τα συμφέροντα των ξένων κεφαλαιούχων και των χωρών τους. Και τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της. Παρ’ όλα αυτά όμως, οι ελληνικές κυβερνητικές κλίκες, όταν έφταναν στο σταυροδρόμι που οδηγούσε ή στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της πατρίδας τους ή στην υποταγή στις επιθυμίες και τους εκβιασμούς των ξένων, προτίμησαν πάντοτε, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, τον δεύτερο δρόμο…».
(Νίκος Μπελογιάννης, απόσπασμα από το βιβλίο «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα»)
Σίγουρα ο Αλέξης Τσίπρας δεν θα μπορούσε να πείσει κανέναν πως όταν έφτασε – όπως έφτασε – στο σταυροδρόμι που περιγράφει σε αυτές τις γραμμές ο Νίκος Μπελογιάννης, προτίμησε την «υπεράσπιση της ανεξαρτησίας» από «την υποταγή στις επιθυμίες και τους εκβιασμούς των ξένων». Αυτό δεν τον εμπόδισε να «υμνήσει» τον αγωνιστή, με αφορμή τα εγκαίνια του μουσείου στην Αμαλιάδα, σε μια αποκορύφωση τυμβωρυχίας, υποκρισίας και σκύλευσης.
Οι λέξεις δεν είναι σε καμιά περίπτωση πιο βαριές από την πράξη. Δηλαδή από το να αθροίζεις έναν «ύμνο» προς τον Μπελογιάννη στην επικοινωνιακή εκστρατεία της όπως-όπως συγκράτησης ενός αριστερού ακροατηρίου, την ώρα που ετοιμάζεσαι να νομοθετήσεις ξανά «τις επιθυμίες και τους εκβιασμούς των ξένων».
Ο Μπελογιάννης βέβαια, προσαρμόστηκε λίγο για να χωρέσει στις ανάγκες της συγκυρίας. Στον λόγο του Τσίπρα, παρουσιάστηκε σαν ένας άχρωμος θιασώτης της «δημοκρατικής ομαλότητας» που χάριν ενότητας ανήκει σε όλους, χωρίς παλιομοδίτικες διακρίσεις Αριστεράς, Κέντρου και Δεξιάς. Σαν ένας αγωνιστής της «δημοκρατικής παράταξης», της οποίας το έργο μάλλον θα συνεχίσει η υπό εκκόλαψη Κεντροαριστερά του Αλέξη Τσίπρα. Για να απαλλαγούμε από την «ξενοκρατία», αφού πρώτα την υπηρετήσουμε πειθήνια για λίγο… Θα ήταν αστείο, αν δεν ήταν και εξοργιστικό.
Ήταν εκεί κι άλλοι. Από τον πολύ «θεσμικό» και πρόεδρο της Βουλής Ν. Βούτση, μέχρι και τον… κεντρώο (κάτι σαν τον Πλαστήρα, ας πούμε) Βασίλη Λεβέντη. Διά της απουσίας του, έλαμψε ο – συνήθως πρώτος σε «γάμους και χαρές» – Π. Καμμένος. Συντηρώντας το προφίλ του συνεργαζόμενου μεν με τον «μικρό Αλέξη», διατηρούντα δε τις αρχές (και μερικές ψήφους) της δεξιάς παράταξης – όχι και να τιμήσουμε τους «κομμουνιστοσυμμορίτας»…
Θλιβερός σε όλη τη φιέστα, ο ρόλος του ΚΚΕ. Με την επισημότατη παρουσία του Γ.Γ. Δημ. Κουτσούμπα, την περιφρούρηση της εκδήλωσης κατά τα γνωστά, τα γαρύφαλλα και τις αβρότητες με τους υπόλοιπους εκπροσώπους του πολιτικού κόσμου, αλλά και τις φαιδρότητες με το πιστόλι που παρέδωσε, για να «ξε-παραδώσει» στη συνέχεια, θέλοντας μάλλον να δείξει ότι οι κομμουνιστές δεν καταθέτουν τα όπλα (ή έστω τα καταθέτουν για πολύ λίγο φωτογραφιζόμενοι…). Όλα αυτά στα πλαίσια της προσπάθειας να εμφανιστεί σαν αυθεντικός, μοναδικός «απόγονος» και ιδιοκτήτης της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος.
Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, στα πλαίσια του αφιερώματος στην Επανάσταση του 1821, παρουσιάσαμε ένα γραπτό του Κώστα Βάρναλη στο οποίο μυθοπλαστικά εμφανίζει τον Ρήγα Φεραίο να λέει στους τιμητές του τα λόγια που ακολουθούν και που έγιναν ιδιαίτερα επίκαιρα τη βδομάδα που ακολούθησε.
«Σταματήσατε… Καλά μ’ είχατε ριζωμένον εδώ τόσα χρόνια και κανένας σας δεν γύριζε να με δει. Τι θέλατε τώρα να με θυμηθείτε; Καλύτερα αγνοημένος παρά ρεζιλεμένος. Σας ρωτάω τι τα κάνατε τα θούρια μου για τον αγώνα της ελευθερίας; Ύμνους της τυραννίας».