Με αφορμή το βιβλίο «Λογοτεχνία και Επανάσταση» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου ) όπου διαλέγονται δυο σημαντικοί συγγραφείς αλλά και δρώντα πολιτικά πρόσωπα είχαμε μια μεγάλη συζήτηση μαζί τους απ’ όπου σας μεταφέρω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

Τι σημαίνουν για εσάς το «εμείς» και το «εγώ»;
Ζοζέφ Αντράς: Όταν σκέφτομαι το «εμείς», ενστικτωδώς σκέφτομαι το είδος. Τα πρωτεύοντα, τον Homo sapiens. Είναι μια λέξη αυτή που μου έρχεται αμέσως όταν γράφω, «είδος». Δεν το έχω ψάξει ποτέ, αλλά πρέπει να υπάρχει στα περισσότερα βιβλία μου. Όμως αυτό το «εμείς» είναι ετερόκλητο, προφανώς. Υπάρχει το «εμείς» των υπέρμαχων του σοσιαλισμού, ή το γαλλικό «εμείς». Υπάρχουν κι άλλα – το «εσείς» στο οποίο τοποθετούμαστε μερικές φορές και στο οποίο ξέρω, πολύ νηφάλια, ότι ανήκω κι εγώ: το «εσείς» των ανθρώπων, των λευκών, κ.ο.κ. Όλα αναμιγνύονται χωρίς δυσκολία. Είναι δουλειά του «εγώ» να εμφιλοχωρήσει εκεί μέσα.
Καουτάρ Αρσί: Εγώ, πάλι, έχω έναν λαό. Το νιώθω ενστικτωδώς. Όμως είναι δυστυχία να έχεις έναν λαό. Σημαίνει ότι ο λαός αυτός ζει ή έχει ζήσει τη δυστυχία. Ότι η ιστορία ενέσκηψε σ’ αυτόν τον λαό και ότι, για να σταθούν στα πόδια τους, τα άτομα πρέπει να καταφέρουν να φανταστούν ότι δεν είναι μόνα τους, ότι υπάρχει κόσμος, ένας κόσμος, ένας λαός γύρω τους.

Ζοζέφ Αντράς: Εννοείς τον αραβικό λαό;
Καουτάρ Αρσί: Ναι, τους Άραβες εννοώ. Είναι κάτι απίστευτο να είσαι Άραβας: πραγματικά, το συνιστώ ενθέρμως! Πιο σοβαρά: γι’ αυτό λέγοντας «εγώ» θεωρώ ότι λέω πάντα «εμείς», στην πραγματικότητα. Δεν είναι πλάσμα της φαντασίας, ένας λαός. Είναι προϊόν φαντασίας. Αυτό ακριβώς πρέπει να προσπαθήσω να φανταστώ, ότι δεν είμαι μόνη μου.

Ζοζέφ, ακόμα μια φορά: Γιατί διηγείσαι τις ζωές πραγματικών προσώπων –του Χο Τσι Μινχ, της Νουντέμ Ντουράκ, του Αλφόνς Ντιανού– αλλά ποτέ μυθοπλαστικών χαρακτήρων;
Ζοζέφ Αντράς: Στη λογοτεχνία, δεν έχω πολύ στενές σχέσεις με τη μυθοπλασία. Απ’ όσα μπορεί η λογοτεχνία, μ’ ενδιαφέρουν προπαντός όσα μπορεί πραγματικά. Ο κόσμος είναι κορεσμένος από επινοήσεις, από σκηνοθεσίες, από ανακρίβειες: Δική μου επιθυμία, όταν γράφω, είναι να ψάχνω την αλήθεια. Αυτό είναι όλο. Να γράφω για πρόσωπα και όχι για χαρακτήρες – αυτός είναι ο τρόπος που βρίσκω καμιά φορά για να γράφω σχετικά με τον κόσμο. Γιατί κάθε άτομο είναι ένας θεσμός. Σ’ ένα πρόσωπο αποτυπώνεται ο κόσμος, η κοινωνική τάξη. Η αντίθεση άτομο/συλλογικότητα δεν έχει κανένα νόημα από αυτή την άποψη.

Καουτάρ, εσύ εγκατέλειψες το μυθιστόρημα για χάρη της αυτοβιογραφίας. Διαφωνείς με τη δυσπιστία που έχει ενδεχομένως ο Ζοζέφ απέναντι στο «εγώ»;

Καουτάρ Αρσί: Διάβαζα τελευταία Ματιέ Ριμπουλέ. Ανακαλύπτω σιγά σιγά τη δουλειά του. Σ’ ένα αφήγημα με τίτλο «Entre les deux il n’y a rien» [Ανάμεσα στα δύο, δεν υπάρχει τίποτα], γράφει: «Οι συγγραφείς δεν παύουν να επαληθεύουν ότι η μυθοπλασία πάντα ξεπερνά την πραγματικότητα». Με αυτή την αφετηρία, θεωρώ, οι συγγραφείς θα έπρεπε να είναι κήρυκες της αντιμυθοπλασίας. Όμως όχι, υπάρχουν πάντα αυτοί που θα κάνουν μυθοπλασία. Γι’ αυτό κι εγώ πλέον βάζω τη γραφή «του εγώ» στην κορυφή όλων των μορφών γραφής. Όχι για να τις ιεραρχήσω, αλλά απλώς επειδή μου επιτρέπει αυτό να θέσω το βλέμμα μου και την πρακτική μου πάνω από τον μαρασμό της πράξης της γραφής. Η οποία είναι πάντα μια πράξη που μπορεί να σε κάνει να χαθείς, να σε ξεστρατίσει τόσο πολύ ώστε να χάσεις τον δρόμο σου – και να μη βρίσκεις απάντηση αρκετά σταθερή για να κρατηθείς… Μιλήσατε όμως για μια πιθανή «διαφωνία» με τον Ζοζέφ. Όχι. Καταλαβαίνω τη δυσπιστία του. Θέλω να πω ότι καταλαβαίνω πως η προσωπική του ιστορία τού δίνει δυνατότητες, αλλά ίσως του βάζει και όρια, πράγματα κλειστά, που τα συλλογίζεται αυτή τη στιγμή. Ίσως για να τα ανοίξει και ν’ ανακαλύψει τι κρύβουν.

Ακολουθείτε διαφορετικούς δρόμους σε ό,τι έχει να κάνει με την προώθηση και τα ΜΜΕ. Ζοζέφ, τι σε απωθεί στην προοπτική να γίνεις δημόσιο πρόσωπο; Καουτάρ, σε ποιο βαθμό τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξυπηρετούν τους σκοπούς σου;
Καουτάρ Αρσί: «Εξυπηρετούν τους σκοπούς μου»: μεγάλη κουβέντα! Ας πούμε καλύτερα ότι η κατάκτηση του δημόσιου χώρου έχει σημασία για μένα. Είναι μια πολιτική αρένα θεμελιώδης, ιδίως για το αντιρατσιστικό και φεμινιστικό κίνημα. Επομένως είναι σημαντικό να μπορείς να συνεισφέρεις, όσο είναι δυνατόν, στον μετασχηματισμό αυτής της αρένας.
Ζοζέφ Αντράς: Για μένα, είναι πολύ απλά τα πράγματα: γράφω βιβλία, άρα θέλω τα βιβλία αυτά να ζουν ως βιβλία. Να μην έχουν ανάγκη να τα πάρω απ’ το χέρι για να τα περάσω απέναντι. Όμως καταλαβαίνω απόλυτα να το βλέπει κανείς αλλιώς. Είναι προσωπική μου ιδιοτροπία αυτό: δεν έχω καμία επιθυμία μιντιακής έκθεσης, φήμης ή αναγνώρισης. Τίποτα δεν μ’ αρέσει περισσότερο από τη σιωπή στο γραφείο μου όταν δουλεύω και τα χωράφια τριγύρω.

Μιλάτε στο βιβλίο σας για τη δύσκολη κατάσταση των συγγραφέων στη Γαλλία. Στην Ελλάδα, τα πράγματα ίσως να είναι ακόμα χειρότερα! Θα μπορούσε άραγε να γίνει μια κοινή προσπάθεια σε αυτό το πεδίο;
Καουτάρ Αρσί: Οι συγγραφείς πρέπει να αμυνθούν γιατί η κατάστασή τους απειλείται σοβαρά από τις φιλελεύθερες και εμπορευματικές προσεγγίσεις του κόσμου των τεχνών. Ένας από τους δρόμους που πρέπει να εξετάσουμε είναι προπαντός η συνδικαλιστική οργάνωση των συγγραφέων. Στον χώρο μας ωστόσο επικρατεί η αντίληψη ότι «συνδικαλιστής» και «συγγραφέας» δεν πάνε μαζί. Οι συγγραφείς λοιπόν πρέπει κι αυτοί να μάθουν να νοιάζονται λιγότερο για το τι τους κάνει «συγγραφείς» και περισσότερο για το τι τους εμποδίζει να ζήσουν – άρα και να γράψουν.
Ζοζέφ Αντράς: Πρέπει να σκεφτούμε τους συγγραφείς, τους καλλιτέχνες γενικά, σαν εργαζόμενους. Και να αναγνωρίσουμε ότι το σύστημα των –συνήθως ισχνών– προκαταβολών έναντι πνευματικών δικαιωμάτων και των ποσοστών που έρχονται μετά –αν το βιβλίο πουλήσει– είναι άδικο. Ένας συγγραφέας δεν μπορεί να πληρώνεται ανάλογα με τα αντίτυπα που θα πουληθούν! Για μια νοσηλεύτρια, δηλαδή, θα δεχόμασταν ν’ αμείβεται ανάλογα με τους ασθενείς που φροντίζει; Κάθε συγγραφέας πρέπει να μπορεί να ζει όσο εργάζεται: αν του παίρνει δύο χρόνια για να γράψει ένα βιβλίο, τότε, με βάση τον γαλλικό κατώτατο μισθό, θα πρέπει να παίρνει 34.000 ευρώ. Μερικές φορές όμως παίρνει δέκα φορές λιγότερα. Δεν ξέρω τι γίνεται στη χώρα σας. Πάντως συμβαίνει παντού αυτό το τρελό, πολύ συχνά οι συγγραφείς ν’ αναγκάζονται κάνουν δυο δουλειές. Καουτάρ, εσύ πρέπει να κάνεις και την καθηγήτρια για να πληρώνεις τους λογαριασμούς σου.
Καουτάρ Αρσί: Στο βιβλίο μιλάμε για την πρόταση –που είναι, νομίζω, μόνο γαλλική προς το παρόν– ενός ισόβιου εγγυημένου μισθού, μιας γενικής οικονομικής εξασφάλισης. Για όλους, επομένως και για τους συγγραφείς.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!