H Σουηδία ήταν υπόδειγμα κοινωνικού κράτους και ανεκτικής κοινωνίας. Αυτό το παραμύθι έλαβε τέλος. Όχι τώρα (που όλοι έπεσαν από τα σύννεφα επειδή οι ακροδεξιοί «Σουηδοί Δημοκράτες» αναδείχθηκαν δεύτερο κόμμα), αλλά εδώ και δεκαετίες. Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουν οι Σουηδοί, με αργούς αλλά σταθερούς ρυθμούς, αποδομήθηκε ό,τι θετικό τους κληροδότησε η «χρυσή εποχή» του Ούλοφ Πάλμε. Στα 36,5 χρόνια που μεσολάβησαν από τη δολοφονία του ιστορικού σοσιαλδημοκράτη ηγέτη (1986) μέχρι σήμερα, η Κεντροαριστερά κυβέρνησε συνολικά 25,5 χρόνια, και η Κεντροδεξιά 11. Από κοινού λοιπόν «κατάφεραν» να κάνουν τη Σουηδία αγνώριστη:
– οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν συντρίψει τη ραχοκοκαλιά του δημόσιου συστήματος υγείας και της δημόσιας εκπαίδευσης, και έχουν εξαφανίσει τον κάποτε σφριγηλό δημόσιο τομέα,
– οι ανισότητες επανήλθαν σε προπολεμικά επίπεδα, καθώς οι μόνιμες θέσεις εργασίας έγιναν σπανιότερες ή μετατράπηκαν σε «ευέλικτες» και πολύ πιο κακοπληρωμένες,
– η παραδοσιακή ουδετερότητα έδωσε τη θέση της σε όλο και στενότερη σύνδεση με το ευρωατλαντικό μπλοκ, κι αυτό πολύ πριν την αίτηση πλήρους ένταξης στο ΝΑΤΟ,
– οι μαφιόζικες συμμορίες κατέστησαν ανεξέλεγκτες, διογκώθηκαν κι έφτασαν να αλληλοσκοτώνονται μέρα μεσημέρι στο κέντρο των μεγάλων πόλεων,
– και ο αυξανόμενος αριθμός μεταναστών από τρίτες χώρες έπαψε να υποστηρίζεται από δημόσιες δομές και άρα να ενσωματώνεται στη σουηδική κοινωνία.
Σε αυτό το κλίμα άνθισαν οι «Σουηδοί Δημοκράτες», που από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα υιοθετούσαν όλο και πιο «μετριοπαθείς» θέσεις. Το 2010 μπήκαν για πρώτη φορά στη σουηδική βουλή (5,7%). Το 2014 αναδείχθηκαν τρίτη δύναμη (12,9%). Το 2018 σημείωσαν νέα αύξηση (17,5%). Τώρα έφτασαν το 20,5% και εξέλεξαν 73 βουλευτές σε σύνολο 349, παίρνοντας τη δεύτερη θέση από τους παραδοσιακούς κεντροδεξιούς του Μετριοπαθούς Κόμματος. Ιδού τα αποτελέσματα των εκλογών:
Με άλλα λόγια, το κεντροαριστερό μπλοκ (σοσιαλδημοκράτες, αριστεροί, κεντρώοι και πράσινοι) έβγαλε συνολικά 173 βουλευτές, χάνοντας την οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διέθετε (175 έδρες στις 349). Η απερχόμενη σοσιαλδημοκράτισσα πρωθυπουργός Μαγκνταλένα Άντερσον παραιτήθηκε, και η Σουηδία αναμένει την κατάληξη των παζαριών για σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Φυσικά στα παζάρια συμμετέχουν και οι κάποτε αποσυνάγωγοι ακροδεξιοί: ισχνές, λοιπόν, οι πιθανότητες «μεγάλου συνασπισμού» που θα τους αφήνει εκτός νυμφώνος.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς σε μια χώρα σαν τη Σουηδία δεν είναι τελικά και τόσο ανεξήγητη – ιδίως όταν η Κεντροαριστερά προκαλεί με πολιτικώς ορθές αερολογίες ενώ συνεχίζει να σκάβει τον λάκκο της κοινωνίας, και η Αριστερά «παρίσταται και χαιρετίζει»…
Ακροδεξιοί χωρίς (πολλά) κουσούρια
Ουδείς λόγος ανησυχίας υφίσταται, όμως, ότι τυχόν κυβέρνηση με ακροδεξιά στήριξη θα υποσκάψει τα κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα των Σουηδών: αυτά έχουν ήδη μετατραπεί σε κενό γράμμα. Επιπλέον, ολόκληρο το επίσημο πολιτικό φάσμα, συμπεριλαμβανομένων των κεντροαριστερών, έχει εδώ και καιρό κλίνει επί δεξιά – ελπίζοντας (μάταια) ότι έτσι θα ανακόψει την άνοδο των ακροδεξιών. Οι οποίοι υπερθεματίζουν στην αντιρωσική υστερία, υποστηρίζουν το Ισραήλ, ψηφίζουν υπέρ της ένταξης στο ΝΑΤΟ, έως και τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών υποστηρίζουν πλέον για να αποδείξουν ότι διορθώθηκαν. Οπότε, στα μάτια των ελίτ, το μοναδικό κουσούρι τους είναι η επιμονή τους σε «ευρωσκεπτικιστικές» θέσεις…
Εν ολίγοις, η ανεξήγητη άνοδος της Ακροδεξιάς σε μια χώρα σαν τη Σουηδία δεν είναι τελικά και τόσο ανεξήγητη – ιδίως όταν η Κεντροαριστερά προκαλεί με πολιτικώς ορθές αερολογίες ενώ συνεχίζει να σκάβει τον λάκκο της κοινωνίας, και η Αριστερά «παρίσταται και χαιρετίζει». Κάπως έτσι οι «Σουηδοί Δημοκράτες» έφτασαν να διεκδικούν την πρωτιά στα εγκαταλειμμένα πάλαι ποτέ «κόκκινα» προπύργια της επίσης πάλαι ποτέ εργατικής τάξης. Κατά τα άλλα, τώρα αρχίζουν τα δύσκολα γι’ αυτούς: εάν συγκυβερνήσουν και βγάλουν τη βρομοδουλειά της «πολεμικής οικονομίας», είναι πιθανό να επιστρέψουν στο σημείο εκκίνησης.
Αντί συμπεράσματος, μια απορία
Βέβαια παραμένει ένα ερώτημα για την ποιότητα αρκετών Σκανδιναβών γενικώς (αφού και στις όμορες χώρες η Ακροδεξιά τα πάει πολύ καλά), οι οποίοι υποτίθεται ότι ως κοινωνίες βρίσκονται ψηλά στην κλίμακα του ευρωπαϊκού πολιτισμού και, όσο και να έχουν «μεταρρυθμιστεί» από κεντροαριστερούς και κεντροδεξιούς, ζουν ακόμη πολύ καλύτερα π.χ. από τους Έλληνες. Το ερώτημα είναι: γιατί εκεί η Ακροδεξιά πιάνει 20%, αλλά δεν φτούρησε ποτέ πραγματικά εδώ, στην Ελλάδα της μνημονιακής καταστροφής, στην Ελλάδα-hotspot, στην Ελλάδα των εξωνημένων ελίτ και του εθελόδουλου πολιτικού συστήματος, στην Ελλάδα που απειλείται από εχθρούς και «φίλους»; Γιατί χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του ο πολιτισμένος Σκανδιναβός, κι όχι ο «καθυστερημένος Ελληνάρας με περικεφαλαία»; Εδώ η επιστήμη αυτών που έχουν περάσει Διαφωτισμό σηκώνει τα χέρια ψηλά, οπότε θα μείνουμε με την απορία.
Ε.Φ.