Σημαντικές οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εναπόθεσης βιομηχανικών υποπροϊόντων. Του Γιώργου Αμοιρίδη

Δεν σας κρύβω ότι η αρχική δημοσίευση της είδησης στην ιστοσελίδα Ο τόπος μου και των συνεπακόλουθων σχολίων για το θέμα της εναπόθεσης των βιομηχανικών υποπροϊόντων στα λατομεία του Λιτοχώρου, με προβλημάτισαν. Η εξ αρχής άρνηση δεν μου αρέσει και η -σε πολλές φορές- υστερία γύρω από ζητήματα που αφορούν το περιβάλλον με εξοργίζει. Σκέφθηκα ότι οι λέξεις βιομηχανικό υποπροϊόν, κατάλοιπο, εν δυνάμει κίνδυνος κ.λπ. τρομοκράτησαν τον κόσμο, αποστερώντας από κάποιους τη δυνατότητα να σκεφθούν νηφάλια και να αποφασίσουν ψύχραιμα αν η πρόταση είναι σε θετική ή αρνητική κατεύθυνση. Επικοινώνησα αμέσως με τον κ. Τσολακίδη και οφείλω να ομολογήσω ότι πάλι δεν πείσθηκα από την απάντησή του, όμως οι θέσεις του γύρω από τα διαδικαστικά της λήψης της απόφασης με προβλημάτισαν ως προς την ορθότητα και τη διαύγειά τους.
Να δηλώσω εξ αρχής ότι δεν είμαι πολέμιος της ιδέας της αξιοποίησης του βουνού, αρκεί οι ενέργειες στην κατεύθυνση αυτή να σέβονται και να διαφυλάσσουν την ακεραιότητα του περιβάλλοντος. Λέω, δηλαδή, ότι ανάπτυξη και διατήρηση οικοσυστημάτων δεν είναι ασύμβατες έννοιες.

Τρεις σοβαροί κίνδυνοι
Για μένα το έγκλημα συνετελέσθη προ δεκαετιών, όταν επετράπη λειτουργία του λατομείου, στην περιοχή του Ολύμπου. Τα λατομείο/α αυτά άφησαν και αφήνουν χαίνουσες πληγές στον κορμό του βουνού, η αποκατάσταση των οποίων πρέπει να αποτελέσει πρωταρχικό μέλημα. Τα υλικά εξόρυξης μεταλλείων-λατομείων θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια λύση στο πρόβλημα αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εμπλουτισθεί με επικίνδυνες ουσίες -συνήθως οξείδια μετάλλων- για τη δέσμευση των προς απομόνωση μετάλλων. Ένα τέτοιο υλικό παρουσιάσθηκε αρχικά ότι είναι και το υποπροϊόν της Tosoh. Διάβασα προσεκτικά τα πορίσματα των δυο εργαστηρίων που εκδόθηκαν κατόπιν εντολής του δημάρχου Χαλκηδόνας. Συμφωνώ μαζί σας, μπράβο του για την ενέργειά του, την οποία ασφαλώς θα έπρεπε να είχαν προλάβει και σε κάθε περίπτωση να είχαν λάβει υπ’ όψιν τους οι δικοί μας αιρετοί άρχοντες. Τα πορίσματα, κατά τη δική μου ερμηνεία, δεν είναι σε γενικές γραμμές απόλυτα κατατοπιστικά, και δεν με διαφώτισαν για το αν το υλικό είναι κατάλληλο και ασφαλές από άποψη χημικής σύστασης για τη χρήση που προορίζεται. Όμως, μου έδωσαν μια πληροφορία που είναι συγκλονιστική. Το εργαστήριο των Αθηνών λέει ότι το υλικό είναι ιδιαίτερα λεπτόκοκκο (πρόκειται προφανώς για σκόνη) άρα εμπεριέχει δύο σοβαρότατους κινδύνους:
Με δεδομένη την ασβεστολιθική σύσταση και επομένως με μεγάλη διαπερατότητα του υπεδάφους (κροκάλες, χαλίκια και άμμος εξορύσσονται από τα υπάρχοντα λατομεία) πιθανότατα το υλικό θα περάσει στον υδροφόρο ορίζοντα και θα επιβαρύνει τα νερά- πόσιμα ή μη. Το κόστος κάλυψης του δαπέδου του λατομείου για την εν συνεχεία εναπόθεση υποθέτω ότι θα είναι τόσο υψηλό που καμιά εταιρία δεν θα αποδεχόταν να το επιβαρυνθεί για να ξεφορτωθεί απλώς τα σκουπίδια της.
Το υλικό σίγουρα θα παρασυρθεί από τον άνεμο και είναι πιθανό να δημιουργήσει κάποια μορφή νέφους (αερόλυμα) στην περιοχή ή και να συμπαρασυρθεί από τον άνεμο και να επικαθήσει σε καλλιέργειες (σενάριο πολύ πιθανό αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι κάθε χρόνο μας επισκέπτεται σκόνη από τη Σαχάρα). Ποιος μπορεί να μας βεβαιώσει για το πόσο μπορεί να διαρκέσει ένα τέτοιο φαινόμενο, το ποσό διαφυγής στην ατμόσφαιρα και τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει στην υγεία των πολιτών, στην ποιότητα των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων ή ακόμα-ακόμα στην τουριστική βιομηχανία της περιοχής;
Ο τρίτος κίνδυνος, κατά τη γνώμη μου, από την αποδοχή μιας τέτοιας απόφασης -ο οποίος προφανώς δεν προκύπτει από τις εκθέσεις των δυο πανεπιστημιακών εργαστηρίων- είναι το τετελεσμένο γεγονός και το «δεδικασμένο». Αν εγκριθεί η απόφαση, ο χώρος θα χαρακτηρισθεί ή ατύπως θα λάβει τον χαρακτηρισμό, ως χώρος απόθεσης βιομηχανικών υποπροϊόντων. Αυτό φοβάμαι ότι θα αποτελέσει τη θρυαλλίδα για μια ανεξέλεγκτη «πυρκαγιά» στα πόδια του βουνού. Ο κάθε βιομήχανος (βέβαια λίγοι έχουν μείνει και προσωπικά εύχομαι να πολλαπλασιασθούν πολύ σύντομα) θα έχει ένα νόμιμο (πιθανά προηγούμενο) για να επιλέξει το συγκεκριμένο χώρο για ανάλογη χρήση. Ας μην ξεχνάμε ότι το σημείο είναι δίπλα στη εθνική οδό, και κοντά σχετικά σε δυο βιομηχανικές ζώνες (Θεσσαλονίκη-Λάρισα). Θα πρέπει δηλαδή εφεξής να καιροφυλακτούμε για το πότε θα γίνει η επόμενη κίνηση. Ίσως το σενάριο αυτό ακούγεται υπερβολικό, αλλά δεν είναι πάντα κακό να είναι κάποιος καχύποπτος, ειδικά όταν τα γεγονότα το επιβεβαιώνουν

Να προστατευτεί το βουνό
Όμως, τελικά, θα πρέπει να απαντηθεί το βασικό ερώτημα που δεν είναι άλλο για το τι θα (πρέπει να) γίνει με το λατομείο, με τα οικολογικά και αισθητικά αποτελέσματα του επέφερε στο περιβάλλον. Αν συνεχίσουν να λειτουργούν, το τραύμα θα διευρύνεται. Προσωπική μου άποψη είναι ότι επιβάλλεται να σταματήσει διά παντός η λειτουργία τους
Για την αποκατάσταση των λατομείων πιστεύω ότι το «γέμισμά» τους είναι μια ανέφικτη προσέγγιση, γιατί πρώτον ο χώρος είναι τεράστιος και δεύτερον το υλικό που θα χρησιμοποιηθεί θα πρέπει να είναι ασφαλές και φιλικό για το περιβάλλον. Επιπλέον, μια τέτοια απόφαση, όπως και στην παρούσα περίπτωση, θα ανακινεί πάντοτε συζητήσεις και αντεγκλήσεις που σίγουρα δεν θα προσθέσουν κάτι θετικό στο κοινό ζητούμενο που είναι η προστασία του βουνού. Ενδεχομένως, πολλά θα μπορούσαν να γίνουν π.χ. ανάπλαση των χώρων και δημιουργία πάρκων, βοτανικών κήπων, με φυτά από τη φυσική χλωρίδα του Ολύμπου, πολλά από τα οποία είναι μοναδικά. Μην ισχυριστεί κανείς ότι αυτό είναι ανέφικτο, επειδή δεν ενδείκνυνται τα εδάφη, γιατί θα του αντιτείνω ότι οι Ισραηλίτες καλλιεργούν καλαμπόκι και ντομάτες στην έρημο. Αυτό για να γίνει, όμως, επιβάλλεται οι τοπικές Αρχές να λειτουργήσουν με φαντασία, σχέδιο και πρόγραμμα «εκμεταλλευόμενοι» έξυπνα και προς πάσα κατεύθυνση τη βαρύτητα του ονόματος του συγκεκριμένου βουνού.

*Ο Γιώργος Αμοιρίδης είναι αναπληρωτής
καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!