Η «αντίσταση» Βενιζέλου έγινε Βατερλό, το δάνειο είναι υπό αίρεση, η Ευρωζώνη φλερτάρει με την ιδέα του εξοστρακισμού και οι τραπεζίτες συνιστούν αναδιάρθρωση χρέους μια ώρα αρχύτερα. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου.
Θα πάρει ή δεν θα πάρει η ελληνική κυβέρνηση την 6η δόση του δανείου των 8 δισ.; Θα έρθει η τρόικα την ερχόμενη εβδομάδα ή όχι; Και με τι διαθέσεις; Θα εγκρίνει το ΔΝΤ τη συμμετοχή του στην 6η δόση ή όχι; Θα χρεοκοπήσει ή όχι η Ελλάδα μέχρι το τέλος του χρόνου; Θα εξωθηθεί για έξοδο από την Ευρωζώνη ή θα κρατηθεί στη φυλακή του ευρώ μέχρι τελικής πτώσεως; Όλα τα υπαρξιακά ερωτήματα της κυβέρνησης και των εταίρων της επανήλθαν με οξύτητα από την προηγούμενη Παρασκευή, όταν ο υπουργός Οικονομικών, Ευάγγελος Βενιζέλος, αποφάσισε να κάνει «αντίσταση» στην τρόικα και στις πιέσεις της για νέα μέτρα. Και πριν αλέκτορα φωνήσαι, τρις απηρνήσατο την «αντίστασή» του. Η εξαγγελία των μέτρων-σοκ για δημοσίους υπαλλήλους και μισθωτούς την Τρίτη, μετά το υπουργικό συμβούλιο, αποτελεί μια συμβολική δήλωση πειθήνιας υποταγής στα κελεύσματα των πιστωτών.
Σκοτσέζικο λουτρό
Τα επεισόδια αυτής της εβδομάδας στο σίριαλ του βασανισμού της ελληνικής κοινωνίας ακολούθησαν τη μέθοδο του σκοτσέζικου λουτρού και περιλάμβαναν τα εξής:
– Έναν καταιγισμό απειλών από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, τη Γερμανίδα καγκελάριο και αξιωματούχους της Κομισιόν ότι δόση δεν εκταμιεύεται αν δεν υπάρξει απόλυτη συμμόρφωση της κυβέρνησης στις υποδείξεις της τρόικας.
– Την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας, που εγκρίνει μεν τη συνεισφορά της στον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης, αλλά με αυστηρές πολιτικές προϋποθέσεις για ανάλογες ενισχύσεις στο μέλλον.
– Έναν ακόμη καταιγισμό απειλών και σεναρίων για εξώθηση της Ελλάδας στην έξοδο από το ευρώ, με πρωτοστατούντες πάλι Γερμανούς αξιωματούχους, αλλά και τον Ολλανδό πρωθυπουργό.
– Τις κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις Ευρωπαίων επιτρόπων ότι αποβολή από το ευρώ είναι αδύνατη και ανεπιθύμητη για το σύνολο της Ευρωζώνης. Οι ίδιοι πάντως άφησαν σε απόλυτη αβεβαιότητα την καταβολή της 6ης δόσης.
– Τη δημόσια αντιπαράθεση Ευρωπαίων ηγετών για το θέμα των εγγυήσεων που απαιτεί η Φινλανδία προκειμένου να δώσει τη συνεισφορά της.
– Την έγκριση από το γαλλικό κοινοβούλιο της συμμετοχής της Γαλλίας στο νέο πρόγραμμα δανεισμού της Ελλάδας, που είναι και η πρώτη από τις 16 ανάλογες επικυρώσεις που απαιτούνται για να ενεργοποιηθεί.
Στροφή στον εκβιασμό
Η εναλλαγή κρύου-ζεστού στα επεισόδια αυτά καταδεικνύει τη διαρκή εικόνα σύγχυσης που επικρατεί στην ηγεσία της Ευρωζώνης ως προς την τύχη του «μαύρου πρόβατου». Αλλά το ισοζύγιο είναι πιο αρνητικό από ποτέ για την Ελλάδα. Πενήντα μέρες μετά την απόφαση της ευρωπαϊκής συνόδου για νέο δανεισμό, καταγράφεται ολική επαναφορά στο κλίμα πιέσεων και εκβιασμών που επικρατούσε πριν από την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου, με άξονα τότε την περιβόητη συναίνεση.
Και αυτή η επιδείνωση του πολιτικού κλίματος αποτυπώνεται θεαματικά και στα spreads των 10ετών ομολόγων που βρίσκονται στην περιοχή των 1.800 μονάδων.
Τι άλλαξε και το κλίμα επιδεινώθηκε τόσο δραματικά; Είναι μάλλον αφελές να πιστέψει κανείς ότι η τρόικα τα πήρε στο κρανίο με την «ασυνέπεια» της ελληνικής κυβέρνησης και την ανεπαρκή δημοσιονομική απόδοση των μέτρων που έχουν μέχρι στιγμής εφαρμοστεί. Η επιμονή σε άμεση εφαρμογή νέων μέτρων-σοκ, όπως το κλείσιμο ή η πώληση ΔΕΚΟ όσο-όσο, οι απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και η ισοπεδωτική απορρύθμιση της αγοράς εργασίας έχουν ασήμαντο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Και είναι αφελές να πιστέψει κανείς ότι η τρόικα δεν αντιλαμβάνεται ότι με το μέγεθος της ύφεσης και της ανεργίας που προκαλούν τα μέτρα αυτά εξουδετερώνεται και η παραμικρή προοπτική μείωσης ελλείμματος και χρέους. Άρα; Πέρα από τον ισχυρό ταξικό και ιδεολογικό συμβολισμό που έχει η επιβολή των μέτρων και όλων των αντίστοιχων πακέτων λιτότητας που εγκρίνουν τα εθνικά κοινοβούλια (με τελευταίο το ιταλικό), η πολιτική πίεση προς την Ελλάδα υποκρύπτει κι έναν πραγματικό προβληματισμό για το μέλλον της Ευρωζώνης.
«Καθαρή» Ευρωζώνη
Στη γερμανική πολιτική και επιχειρηματική ελίτ επανέρχεται δριμύτερη η ιδέα μιας πιο κλειστής, συνεκτικής και ασφαλούς Ευρωζώνης, απαλλαγμένης από τα προβληματικά βαρίδια. Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας –σταθερού συμμάχου της Γερμανίας- τάχθηκαν ανοικτά υπέρ της «εξόδου από το παιχνίδι» όποιας χώρας αδυνατεί να τηρήσει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Μάλιστα, εισηγήθηκαν να ανατεθεί η εξουσία της «αποβολής» σε ένα «τσάρο» της Ευρωζώνης, που θα έχει υπό τον έλεγχό του τους προϋπολογισμούς των χωρών-μελών.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να εργάζεται εντατικά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Βαν Ρομπάι, που επεξεργάζεται το σχέδιο για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωζώνη με κυρώσεις, στερήσεις κονδυλίων και εξουσιών αλλά και πόρτα εξόδου από το ευρώ, έστω και «οικειοθελή».
Η πορεία προς μια Ευρωζώνη-πειθαρχείο, φυσικά, δεν είναι εύκολη. Θα απαιτούσε μια ακόμη αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Συνθήκης («αλλά μια τέτοια αναθεώρηση δεν πρέπει να είναι ταμπού», επεσήμανε η Μέρκελ). Και η θέσπιση νέων άκαμπτων δημοσιονομικών κανόνων είναι χωρίς νόημα για χώρες όπως η Ελλάδα, που, με το υπέρογκο χρέος τους, αδυνατούν να τους τηρήσουν. Ίσως, λοιπόν, το ζητούμενο είναι να απαλλαγεί μια ώρα αρχύτερα το ιερατείο του ευρώ από το βραχνά Ελλάδα. Μια εξώθηση προς μια ριζική αναδιάρθρωση του χρέους της θα δρομολογούσε σχεδόν αυτόματα και τα ανακλαστικά εξόδου από το ευρώ.
Τοκογλυφικές ιδιοτέλειες
Απομένει ν’ αποδειχθεί, τις προσεχείς μέρες κι εβδομάδες, αν η απόφαση του Ιουλίου για «αλληλεγγύη με κάθε τίμημα» στην Ελλάδα έχει δώσει τη θέση της σε σενάριο εγκατάλειψής της στο πέλαγος του χρέους. Σ’ αυτό πάντως συνηγορούν, με μια ιδιότυπη επιχειρηματολογία που επικαλείται ακόμη και τον Μαρξ (βλέπε άρθρο του επικεφαλής οικονομολόγου της UBS, Τζορτζ Μάγκνους), οι προφητείες τραπεζικών κολοσσών, που προεξοφλούν ελληνική χρεοκοπία μέχρι το τέλος του χρόνου και συστήνουν εδώ και τώρα κούρεμα. Οι παραινέσεις αυτές εμπεριέχουν, φυσικά, και μια τοκογλυφική ιδιοτέλεια. Οι τράπεζες διαβλέπουν τον κίνδυνο μιας μακράς ύφεσης ή στασιμότητας, αν οι κυβερνήσεις του ευρώ εγκλωβιστούν μόνιμα σε μια πολιτική δημοσιονομικής εγκράτειας. Αυτό θα σημάνει μια διαρκή αποχή από δαπάνες ενίσχυσης των επενδύσεων και της ζήτησης, άρα και μια επιβράδυνση του δανεισμού ακόμη και για ισχυρές οικονομίες, όπως η Γερμανία. Και ο δανεισμός του κράτους στις οικονομίες αυτές αποτελεί πηγή ζωής και κερδών για τις τράπεζες, που συστήνουν με ζήλο στις κυβερνήσεις, αντί της λιτότητας, να τολμήσουν περισσότερες δαπάνες για την πραγματική οικονομία και να ανεχτούν ένα «μέτριο πληθωρισμό».
Ιδού, λοιπόν, το απόλυτο παράδοξο. Ζητούν να ξεμπερδεύουν με την Ελλάδα και το χρέος της, για να χρηματοδοτήσουν γενναιόδωρα το χρέος των άλλων. Πρωτ’ απ’ όλους, των κραταιών Γερμανών.