Για το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

 

Του Χρήστου Κανδύλα

 

Το 1999 ένας αιώνας έβγαινε, κουβαλώντας γεγονότα τα οποία άλλαζαν με ταχύτητα τη μοίρα του πλανήτη, αλλά και της ομήλικης τέχνης του, του κινηματογράφου. Ζευγάρι για όλη την εκατονταετία η Ιστορία έτρεχε και ο Κινηματογράφος την ακολουθούσε κατά πόδας, καταγράφοντας τις κινήσεις της. Τέκνο τούτης της συνεύρεσης το ντοκιμαντέρ, βρήκε την καλύτερη στιγμή να αποκτήσει μόνιμη στέγη στη Θεσσαλονίκη, με ένα φεστιβάλ που θα πρόβαλε τα αποκτήματα του αιώνα ο οποίος στεκόταν στην πόρτα της εξόδου, την ίδια ώρα που θα υποδεχόταν τις υποσχέσεις του διαδόχου του.

Η πρώτη επαφή της Θεσσαλονίκης, αλλά και των ανά την Ελλάδα κινηματογραφόφιλων, με τα διαμάντια τα οποία είχε μαζέψει επί έτη το ντοκιμαντέρ, δεν θα ήταν υπερβολή αν χαρακτηριζόταν σοκαριστική. Παρά τα δειλά αρχικά βήματα του βρεφικού φεστιβάλ, η ενθάρρυνση ήταν τέτοια που το νεογέννητο άρχισε να τρέχει. Μόλις τη δεύτερη χρονιά μάς σύστησε τον Καναδό Πίτερ Γουϊντόνικ, μάλλον άγνωστο και εξαίρετο σκηνοθέτη του είδους, έκανε βόλτα στους καταυλισμούς των τσιγγάνων, άρχισε να σχετίζει τις εικόνες με τις μουσικές σκηνές του κόσμου, σχέση η οποία αντέχει ώς το φετινό φεστιβάλ.

Γρήγορα η θεματολογία και οι ανθρώπινες παρουσίες πύκνωναν ολοένα και περισσότερο. Ταινίες για τις ταλαιπωρημένες περιοχές της πρώην Γιουγκοσλαβίας και του Ιράν, ανοιχτά στόματα από τις εξαφανισμένες γυναίκες στα σύνορα Μεξικού και ΗΠΑ, αποκαλυπτική ξενάγηση στη μήτρα του καπιταλισμού με την ταινία Η εταιρία. Δίπλα σε όλα αυτά πολλαπλασιασμός ενοτήτων που είχαν να κάνουν με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τους πρόσφυγες, τη μετανάστευση. Άνοιξαν πραγματικά μάτια και μυαλά με τα έργα των σχετικών θεματικών ομογενοποιήσεων. Η βία, η τρομοκρατία, ο καλυμμένος φασισμός αποτελούσαν μια ορατή απειλή, επειδή μπορούσαμε να τη δούμε στις εικόνες του ντοκιμαντέρ.

Ξεκίνησε και η γνωριμία με τους δημιουργούς: Από το «δικό μας» Θόδωρο Αγγελόπουλο, ως ντοκιμαντερίστα, τον Αμπάς Κιαροστάμι, στην ίδια δημιουργική περιοχή, αλλά και τους κλασικούς του είδους. Ο Γιόρις Ιβενς, ο Ρόμπερτ Φλάερτι, ο ανθεκτικός ως τις μέρες μας Πατρίτσιο Γκουζμάν, ο Σεργκέι Λόζνιτσα. Διδασκαλία με εικόνες, κυρίως προς τους Έλληνες «συναδέλφους» τους, οι οποίοι είχαν αρχίσει να γίνονται ολοένα και πιο πολυάριθμοι. Εκεί κάπου εμφανίστηκαν και οι πρώτες γκρίνιες. Οι εγχώριες υπογραφές έμπαιναν κάτω από τηλεοπτικές παραγωγές, κυρίως, κάτι που δυσαρεστούσε τους πατροπαράδοτους φίλους της κινηματογραφικής εικόνας, αυτούς που θα ήθελαν ένα φεστιβαλ- βήμα παρουσίασης των ποιητικών εικόνων, αυτών που νοιάζονται για το κινηματογραφικό ειδικό βάρος της εικόνας.

Σήμερα, 17 έτη μετά τη γέννησή του ο έφηβος μεγάλωσε, περιμένει να αντρωθεί. Ζητάει πολύ περισσότερα από την απλή επιβίωσή του. Η οργάνωση και η παράθεση ταινιών έχει σταθεροποιηθεί. Ωστόσο, στο γύρο κόσμο τα ερεθίσματα έχουν πολλαπλασιαστεί, ο πλανήτης μας ξαφνιάζει με την «εφευρετικότητά» του. Οι εικόνες ζητούν να ξαναζευγαρώσουν μαζί του και οι ανά τον κόσμο ντοκιμαντερίστες το παλεύουν με νέα μέσα και φρέσκα βλέμματα. Ένα νέο «δόγμα σοκ» είναι απαραίτητο και για την εγχώρια εκδοχή του, τόσο στο χώρο της παραγωγής όσο και της φεστιβαλικής προβολής του.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!