Ευκαιρία ουσιαστικής αμφισβήτησης της διακυβέρνησης Merkozy. Της Αλίκης Βεγίρη
Από σύνοδο κορυφής σε σύνοδο κορυφής, κι απ’ τον Δεκέμβρη στον Μάρτη με μια στάση στον Γενάρη, έφτασε χτες Παρασκευή, η μέρα για την υπογραφή του νέου συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας, το οποίο και θα σφίξει κατά πολλές τρύπες το ζωνάρι γύρω απ’ το λαιμό των ήδη μισολιπόθυμων λαών της Ευρώπης, που εδώ και δυο χρόνια υφίστανται, με πρωτοφανή αγριότητα, τα σαδιστικά παίγνια λιτότητας της κ. Μέρκελ.
Δεν είναι μόνο τα συνήθη υποζύγια του Νότου που μπαΐλντισαν, αλλά η πολύ λιτότητα φαίνεται θόλωσε το μάτι και των λεγόμενων προνομιούχων κρατών του Βορρά, οι αρχηγοί των οποίων -δώδεκα τον αριθμό- από Βρετανία, Ιταλία, Ολλανδία, Εσθονία, Λετονία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Τσεχία, Σλοβακία, Πολωνία, Σουηδία και Ισπανία, απέστειλαν εν χορώ και επισήμως στις 20 του Φλεβάρη μακροσκελές μπουγιουρντί προς τον κ. Χέρμαν Βαν Ρομπέι, απαιτώντας την άμεση λήψη μέτρων ανάπτυξης για την αποτροπή της ύφεσης και την ανεργίας, που σημειωτέον ξεπέρασε το 10% στην Ε.Ε., ως συνέπεια των πολιτικών λιτότητας. Αν και οι προτάσεις των δώδεκα κινούνται περισσότερο προς την κατεύθυνση του ανοίγματος των αγορών και καθόλου προς την κατεύθυνση της προστασίας της εργασίας, εν τούτοις, για πρώτη φορά υψώνεται κάποιο τείχος αμφισβήτησης απέναντι στη Μέρκελ και στην εμμονή αυτής ότι για την ανάπτυξη αρκούν η λιτότητα, η πειθαρχία και, για να μην ξεχνιόμαστε, η τιμωρία.
Η τιμωρία, ακρογωνιαίος πλέον λίθος στο οικοδόμημα της νέας Ευρώπης, βρίσκεται στον πυρήνα και του νέου δημοσιονομικού συμφώνου, όπου η παραβίαση κατά 0,5% του ΑΕΠ των συμφωνηθέντων άνω ορίων ελλείμματος και χρέους θα ισοδυναμεί πλέον με κακουργηματική εγκληματική πράξη, με συνέπεια η χώρα που εγκληματεί να εγκαλείται αυτομάτως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να σέρνεται αλυσοδέσμια στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Άλλαι όμως αι βουλαί της Μέρκελ, άλλα δε η Ε.Ε. κελεύει. Κι ας δούμε το γιατί.
«Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν πρόκειται να δουλέψει», δηλώνει με βεβαιότητα ο κ. Jean Asselborne, υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Spiegel στις 24/1. «Πολύς χρόνος και ενέργεια σπαταλήθηκαν και μάλιστα για το τίποτα. Τα περισσότερα θα μπορούσαν ήδη να ρυθμιστούν εντός του υπάρχοντος πλαισίου. Ούτε η ιδέα των δικαστικών κυρώσεων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα μπορούσε να δουλέψει. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει ομόφωνη απόφαση και από τα 27 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαφορετικά, η εν λόγω συνθήκη δεν θα είναι παρά ένα διακρατικό σύμφωνο ανάμεσα στα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι συνθήκη της ίδιας της Ε.Ε.».
Στο ζήτημα της νομιμότητας των αυτόματων κυρώσεων, το Spiegel επανέρχεται τέσσερις μέρες αργότερα, στις 28/1. «Παρά τη θέληση της Μέρκελ», γράφει, «τα χέρια της Κομισιόν είναι δεμένα, διότι μπορεί να δράσει μόνο εκ μέρους των 27. Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η μια χώρα να καταγγέλλει την άλλη, αλλά ώς τα τώρα δεν υπάρχει ούτε μία στην ευρωπαϊκή ιστορία που να το έχει πράξει. Μια τέτοια περίπτωση θα αντιστοιχούσε σε κατάφωρη παραβίαση της διπλωματικής εθιμοτυπίας. Αλλά και οι κυρώσεις, δηλαδή τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται στις άσωτες χώρες, στο ύψος του 0,1% του ΑΕΠ, επίσης δεν προβλέπονται από κάποιον νόμο της Ε.Ε. Άσε δε που έτσι παραβιάζεται και το άρθρο 126 της Συνθήκης της Λισσαβώνας, όπως προειδοποιούν εξέχοντες νομικοί».
Μέχρι αυτή τη στιγμή, μια και το εν λόγω Σύμφωνο, διά χειρός Μέρκελ, δεν θα το υπογράψουν η Βρετανία, όπως ήταν ήδη γνωστό από τη Σύνοδο της 9ης Δεκεμβρίου, καθώς και η Τσεχία, η προϋπόθεση της ομοφωνίας πάει περίπατο. Πάνω δε στην ώρα έρχεται και η Ιρλανδία, για ν’ ανακοινώσει ότι συνταγματικά κωλύματα δεν τής επιτρέπουν να προβεί σε κύρωση του Συμφώνου χωρίς προηγούμενη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, διά δημοψηφίσματος.
Παρά την ιδιαίτερη προσπάθεια που κατέβαλε το Βερολίνο στη διατύπωση, ώστε το Σύμφωνο να κόψει την όρεξη των απανταχού συνταγματολόγων, η απόφαση την περασμένη Τρίτη του Ιρλανδού γενικού εισαγγελέα, αλλά και η πίεση προς την ίδια κατεύθυνση του προέδρου Higgins, (ακούτε κ. Παπούλια;), ήρθαν ως κεραυνός εν αιθρία, προκαλώντας ανησυχία τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην ίδια την ιρλανδική κυβέρνηση, η οποία με κάθε τρόπο πάσχιζε να το αποφύγει, είτε για να μη δυσαρεστήσει το Βερολίνο, είτε απλά για να σώσει το κεφάλι της σε περίπτωση αρνητικής έκβασης.
Αν και το Σύμφωνο μπορεί να τεθεί σε ισχύ ακόμα και με την κύρωση 12 χωρών, εν τούτοις μια αρνητική ψήφος θα ήταν αρκετή να ενδυναμώσει την αμφιβολία και σε άλλες χώρες μέλη, να παρακινήσει κι άλλους λαούς να προβούν σε παρόμοιες ενέργειες και ν’ ανοίξει τρύπες στο top-down μοντέλο διακυβέρνησης της κ. Μέρκελ, όπου οι λαοί παραμένουν απόντες και τα δημοψηφίσματα στον πάγο. Και οι Ιρλανδοί είναι να τους φοβάσαι, καθ’ ότι δυο φορές την περασμένη δεκαετία, στις Συνθήκες της Νίκαιας το 2001 και της Λισσαβώνας το 2008, έδειξαν ότι μπορούν να λένε και «όχι», άσχετα αν μετά σε δεύτερα δημοψηφίσματα τα έπαιρναν πίσω.
Οι πιθανότητες ανάμεσα σε ένα «Ναι» και σ’ ένα «Όχι», αυτή τη στιγμή, φαίνονται μοιρασμένες. Παρά τον εύλογο ευρωσκεπτικισμό των Ιρλανδών, μετά απ’ όσα πέρασαν και περνούν, η πλειοψηφία δεν συμφωνεί υπέρ της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η τελευταία δημοσκόπηση του Ιανουαρίου έδειξε ότι ένα 40% τάσσεται υπέρ του Συμφώνου και ένα 36% κατά, με το υπόλοιπο να παραμένει αναποφάσιστο. Με τη μικρή διαφορά, ο πρωθυπουργός Κένι έχει κάθε λόγο να δηλώνει αισιόδοξος, διότι αφενός έχει και το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου με το μέρος του, αφετέρου μπορεί κάλλιστα να παίξει και το χαρτί της εξόδου απ’ το ευρώ, μια και είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτή θα είναι κατ’ ουσίαν και η διακύβευση του δημοψηφίσματος.
Βέβαια, μια αρνητική ψήφος δεν θα σημάνει και αυτόματη έξοδο, αλλά το σκιάχτρο των αγορών, η μήνις της Μέρκελ και ο μελλοντικός αποκλεισμός από τον ESM, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διατείνεται ότι δεν πρόκειται να χρειαστεί μια δεύτερη διάσωση (όπως άλλωστε και κάθε κυβέρνηση λίγο καιρό πριν τη δεχτεί), είναι αρκετά για να λειτουργήσουν εκφοβιστικά και υπέρ της αποδοχής της νέας συνθήκης.
Το γεγονός, πάντως, ότι τα μάτια όλων είναι στραμμένα προς τους Ιρλανδούς δεν έχει να κάνει τόσο με τις συνέπειες μιας αρνητικής ψήφου σε αυτούς τους ίδιους, όσο με τις επιπτώσεις που αυτή θα έχει σε ολόκληρη την Ε.Ε., άσχετο αν, μένοντας μόνο στους τύπους, η εφαρμογή της Συνθήκης δεν θα επηρεαστεί. Το μήνυμα όμως που θα αποσταλεί θα είναι τόσο ισχυρό, ώστε να μπορέσει να αντιστρέψει το σημερινό μοντέλο top-down της διακυβέρνησης Merkozy με το μοντέλο bottom-up των λαών. Βέβαια, αν αντιγράφαμε τους Ιρλανδούς θα μπορούσαμε να διευκολύνουμε κι εμείς προς αυτή την κατεύθυνση. Τι λέτε; Να το προσπαθήσουμε;
Δεν είναι μόνο τα συνήθη υποζύγια του Νότου που μπαΐλντισαν, αλλά η πολύ λιτότητα φαίνεται θόλωσε το μάτι και των λεγόμενων προνομιούχων κρατών του Βορρά, οι αρχηγοί των οποίων -δώδεκα τον αριθμό- από Βρετανία, Ιταλία, Ολλανδία, Εσθονία, Λετονία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Τσεχία, Σλοβακία, Πολωνία, Σουηδία και Ισπανία, απέστειλαν εν χορώ και επισήμως στις 20 του Φλεβάρη μακροσκελές μπουγιουρντί προς τον κ. Χέρμαν Βαν Ρομπέι, απαιτώντας την άμεση λήψη μέτρων ανάπτυξης για την αποτροπή της ύφεσης και την ανεργίας, που σημειωτέον ξεπέρασε το 10% στην Ε.Ε., ως συνέπεια των πολιτικών λιτότητας. Αν και οι προτάσεις των δώδεκα κινούνται περισσότερο προς την κατεύθυνση του ανοίγματος των αγορών και καθόλου προς την κατεύθυνση της προστασίας της εργασίας, εν τούτοις, για πρώτη φορά υψώνεται κάποιο τείχος αμφισβήτησης απέναντι στη Μέρκελ και στην εμμονή αυτής ότι για την ανάπτυξη αρκούν η λιτότητα, η πειθαρχία και, για να μην ξεχνιόμαστε, η τιμωρία.
Η τιμωρία, ακρογωνιαίος πλέον λίθος στο οικοδόμημα της νέας Ευρώπης, βρίσκεται στον πυρήνα και του νέου δημοσιονομικού συμφώνου, όπου η παραβίαση κατά 0,5% του ΑΕΠ των συμφωνηθέντων άνω ορίων ελλείμματος και χρέους θα ισοδυναμεί πλέον με κακουργηματική εγκληματική πράξη, με συνέπεια η χώρα που εγκληματεί να εγκαλείται αυτομάτως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να σέρνεται αλυσοδέσμια στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Άλλαι όμως αι βουλαί της Μέρκελ, άλλα δε η Ε.Ε. κελεύει. Κι ας δούμε το γιατί.
«Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν πρόκειται να δουλέψει», δηλώνει με βεβαιότητα ο κ. Jean Asselborne, υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Spiegel στις 24/1. «Πολύς χρόνος και ενέργεια σπαταλήθηκαν και μάλιστα για το τίποτα. Τα περισσότερα θα μπορούσαν ήδη να ρυθμιστούν εντός του υπάρχοντος πλαισίου. Ούτε η ιδέα των δικαστικών κυρώσεων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα μπορούσε να δουλέψει. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει ομόφωνη απόφαση και από τα 27 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαφορετικά, η εν λόγω συνθήκη δεν θα είναι παρά ένα διακρατικό σύμφωνο ανάμεσα στα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι συνθήκη της ίδιας της Ε.Ε.».
Στο ζήτημα της νομιμότητας των αυτόματων κυρώσεων, το Spiegel επανέρχεται τέσσερις μέρες αργότερα, στις 28/1. «Παρά τη θέληση της Μέρκελ», γράφει, «τα χέρια της Κομισιόν είναι δεμένα, διότι μπορεί να δράσει μόνο εκ μέρους των 27. Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η μια χώρα να καταγγέλλει την άλλη, αλλά ώς τα τώρα δεν υπάρχει ούτε μία στην ευρωπαϊκή ιστορία που να το έχει πράξει. Μια τέτοια περίπτωση θα αντιστοιχούσε σε κατάφωρη παραβίαση της διπλωματικής εθιμοτυπίας. Αλλά και οι κυρώσεις, δηλαδή τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται στις άσωτες χώρες, στο ύψος του 0,1% του ΑΕΠ, επίσης δεν προβλέπονται από κάποιον νόμο της Ε.Ε. Άσε δε που έτσι παραβιάζεται και το άρθρο 126 της Συνθήκης της Λισσαβώνας, όπως προειδοποιούν εξέχοντες νομικοί».
Μέχρι αυτή τη στιγμή, μια και το εν λόγω Σύμφωνο, διά χειρός Μέρκελ, δεν θα το υπογράψουν η Βρετανία, όπως ήταν ήδη γνωστό από τη Σύνοδο της 9ης Δεκεμβρίου, καθώς και η Τσεχία, η προϋπόθεση της ομοφωνίας πάει περίπατο. Πάνω δε στην ώρα έρχεται και η Ιρλανδία, για ν’ ανακοινώσει ότι συνταγματικά κωλύματα δεν τής επιτρέπουν να προβεί σε κύρωση του Συμφώνου χωρίς προηγούμενη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, διά δημοψηφίσματος.
Παρά την ιδιαίτερη προσπάθεια που κατέβαλε το Βερολίνο στη διατύπωση, ώστε το Σύμφωνο να κόψει την όρεξη των απανταχού συνταγματολόγων, η απόφαση την περασμένη Τρίτη του Ιρλανδού γενικού εισαγγελέα, αλλά και η πίεση προς την ίδια κατεύθυνση του προέδρου Higgins, (ακούτε κ. Παπούλια;), ήρθαν ως κεραυνός εν αιθρία, προκαλώντας ανησυχία τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην ίδια την ιρλανδική κυβέρνηση, η οποία με κάθε τρόπο πάσχιζε να το αποφύγει, είτε για να μη δυσαρεστήσει το Βερολίνο, είτε απλά για να σώσει το κεφάλι της σε περίπτωση αρνητικής έκβασης.
Αν και το Σύμφωνο μπορεί να τεθεί σε ισχύ ακόμα και με την κύρωση 12 χωρών, εν τούτοις μια αρνητική ψήφος θα ήταν αρκετή να ενδυναμώσει την αμφιβολία και σε άλλες χώρες μέλη, να παρακινήσει κι άλλους λαούς να προβούν σε παρόμοιες ενέργειες και ν’ ανοίξει τρύπες στο top-down μοντέλο διακυβέρνησης της κ. Μέρκελ, όπου οι λαοί παραμένουν απόντες και τα δημοψηφίσματα στον πάγο. Και οι Ιρλανδοί είναι να τους φοβάσαι, καθ’ ότι δυο φορές την περασμένη δεκαετία, στις Συνθήκες της Νίκαιας το 2001 και της Λισσαβώνας το 2008, έδειξαν ότι μπορούν να λένε και «όχι», άσχετα αν μετά σε δεύτερα δημοψηφίσματα τα έπαιρναν πίσω.
Οι πιθανότητες ανάμεσα σε ένα «Ναι» και σ’ ένα «Όχι», αυτή τη στιγμή, φαίνονται μοιρασμένες. Παρά τον εύλογο ευρωσκεπτικισμό των Ιρλανδών, μετά απ’ όσα πέρασαν και περνούν, η πλειοψηφία δεν συμφωνεί υπέρ της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η τελευταία δημοσκόπηση του Ιανουαρίου έδειξε ότι ένα 40% τάσσεται υπέρ του Συμφώνου και ένα 36% κατά, με το υπόλοιπο να παραμένει αναποφάσιστο. Με τη μικρή διαφορά, ο πρωθυπουργός Κένι έχει κάθε λόγο να δηλώνει αισιόδοξος, διότι αφενός έχει και το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου με το μέρος του, αφετέρου μπορεί κάλλιστα να παίξει και το χαρτί της εξόδου απ’ το ευρώ, μια και είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτή θα είναι κατ’ ουσίαν και η διακύβευση του δημοψηφίσματος.
Βέβαια, μια αρνητική ψήφος δεν θα σημάνει και αυτόματη έξοδο, αλλά το σκιάχτρο των αγορών, η μήνις της Μέρκελ και ο μελλοντικός αποκλεισμός από τον ESM, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διατείνεται ότι δεν πρόκειται να χρειαστεί μια δεύτερη διάσωση (όπως άλλωστε και κάθε κυβέρνηση λίγο καιρό πριν τη δεχτεί), είναι αρκετά για να λειτουργήσουν εκφοβιστικά και υπέρ της αποδοχής της νέας συνθήκης.
Το γεγονός, πάντως, ότι τα μάτια όλων είναι στραμμένα προς τους Ιρλανδούς δεν έχει να κάνει τόσο με τις συνέπειες μιας αρνητικής ψήφου σε αυτούς τους ίδιους, όσο με τις επιπτώσεις που αυτή θα έχει σε ολόκληρη την Ε.Ε., άσχετο αν, μένοντας μόνο στους τύπους, η εφαρμογή της Συνθήκης δεν θα επηρεαστεί. Το μήνυμα όμως που θα αποσταλεί θα είναι τόσο ισχυρό, ώστε να μπορέσει να αντιστρέψει το σημερινό μοντέλο top-down της διακυβέρνησης Merkozy με το μοντέλο bottom-up των λαών. Βέβαια, αν αντιγράφαμε τους Ιρλανδούς θα μπορούσαμε να διευκολύνουμε κι εμείς προς αυτή την κατεύθυνση. Τι λέτε; Να το προσπαθήσουμε;
Σχόλια