Αρχική στήλες με όχημα την ποίηση Με όχημα την ποίηση: Ζήσης Οικονόμου (1911-2005)

Με όχημα την ποίηση: Ζήσης Οικονόμου (1911-2005)

Θαλασσινή συνάντηση

Αύρα της μεσογείου τον μήνα Αύγουστο·
ωρίμασαν τα σύκα κι’ αστράφτ’ η αμμουδιά.

Ρηχά νερά χαρούμενα στο ερημικό τοπίο.

Τον βρήκα χωρίς τρίαινα που εξώκειλε
στην απέραντη ρήχια.
-πού βρέθηκε εδώ; ο τελευταίος μου σύντροφος
μεσ’ στ’ ακρογιάλια αυτά. Πώς βρέθηκε εδώ;
«Είδα τον Άλλον προς τ’ απόβραδο
στο ίδιο αυτό σημείο, σ’ όμιλο ψαράδων, σούπα τρώγανε
κι’ άπλωσα το χέρι ζητιανεύοντας
τίποτα δεν έχω πια στον κόσμο.
Κι’ ο Άλλος είπε: μακάριοι εμείς
που τα χάσαμ’ όλα, το πνεύμα της γης διαφυλάξαμε.
Μα εσύ φίλε ποιος είσαι;
στο άχρωμο αυτό το περιθώριο
του βυθού που ρήχεψε, του δάσους που κάηκε
του κόσμου πούγινε ατσάλι και μπενζίνα».

Μίλησεν έτσι, και τον σέρνω στην ακτή
σχεδόν ετοιμοθάνατο κι’ απίθανο πολτό.

Έκλαψα: στιγμή μιας ύστατης διάλυσης στιγμών·
απολογήθηκα  στο φίλο μου που εξώκειλεν η ρήχια:
Ανάμεσ’ από ερείπια, παλιοσίδερα
κι’ έμβολα εξαρθρωμένα του παρόντος
ήρθα, με της αιγός το γάλα, καθαρός
σ’ αυτή την ακτή και σ’ ενατένισα.
Συχώρα με που θέλω να σαπίσω, εδώ
μεσ’ στη μεγάλη καθαρότητα
στην όμορφη φωτολουσιά του Αυγούστου
μ’ έναν πολτό μπροστά μου που πλανιότανε
χιλιάδες χρόνια.

Πάρε με συ, ω Ποσειδώνα, πνεύμα της θάλασσας
που κάποτε συνάντησες στα πλάτη του νερού
επάνω στη σχεδία έναν ταλαίπωρο
μετά τη θαλπωρή του γυναικείου κόρφου.
Συ πούσκιζες τα κύματα
και σεβαστά σ’ ακολουθούσαν οι ξιφίες
δέξου με στην ερημίαν αυτή.

Για μια στιγμή σταμάτησα τον ψίθυρο
μια απάντηση προσμένω.

Ωρίμασαν τα σύκα, η καθαρότητα
εναλλασσόταν με το κύμα και τον ήλιο προς το πράσινο.

Όλα θαμπά, σχεδόν λησμονημένα, μόνον η αύρα φύσηξε
του δροσερού Αυγούστου και παρέλαβε
τ’ αδούλωτο, τ’ απλό και τ’ ακατάδεχτο
λεύτερο πνεύμα του Νερού, το ειρηνεμένο.

Σχόλια

Exit mobile version