Στην Κύπρο γνωρίζουμε πολύ καλά την Τουρκία. Βιώνουμε την πολιτική της στο πετσί μας. Βιώνουμε τη συνεχιζόμενη κατοχή και πριν σχεδόν πενήντα ένα χρόνια ζήσαμε την αγριότητα του πολέμου, της τουρκικής εισβολής. Όλα αυτά τα χρόνια δεν ζούμε μόνο τη συνεχιζόμενη κατοχή, αλλά και την επεκτατική πολιτική της Άγκυρας. Την εδραίωση των κατοχικών δεδομένων και την προσπάθεια ελέγχου και των ελευθέρων περιοχών, των περιοχών που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία.
Όλα αυτά τα χρόνια σε σχέση με το Κυπριακό και την αντιμετώπιση της τουρκικής πολιτικής, έχουν δημιουργηθεί δυο σχολές σκέψης.
Η σχολή της προσαρμογής στις τουρκικές αξιώσεις, της υποχωρητικής, δηλαδή, γραμμής. Αυτή η γραμμή, που επικαλείται τον «ρεαλισμό», όποτε διαχειρίστηκε το Κυπριακό, άφηνε για «αποτύπωμα» και νέες υποχωρήσεις. Μέσα από αυτή την τακτική, την προσέγγιση, διαμόρφωσε ένα πλαίσιο, που παραπέμπει σε ρυθμίσεις στο Κυπριακό, που οδηγούν σε ένα κράτος προτεκτοράτο της Τουρκίας. Αυτό εκφράζει η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία. Αυτό εξέφραζε και το αλήστου μνήμης σχέδιο Ανάν.
Η άλλη σχολή σκέψης είναι η διεκδικητική, η οποία ζητά την επανατοποθέτηση του Κυπριακού στη σωστή του βάση ως ζητήματος εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής. Αυτή η σχολή σκέψης εκφράζει και το πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Αποτέλεσε και τον βασικό φορέα που διαμόρφωσε την ισχυρή πλειοψηφία που απέρριψε το σχέδιο Ανάν στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004.
Η αθηναϊκή προσέγγιση
Παράλληλα, στην Ελλάδα, η καθεστηκυία τάξη, οι ελίτ, πολιτικές και οικονομικές, παρουσιάζονται, με βάση τη συμπεριφορά τους, να δίνουν την εντύπωση ότι είτε δεν γνωρίζουν την τουρκική πολιτική έναντι του Ελληνισμού είτε δεν θέλουν –σκοπίμως– να την κατανοήσουν. Μερικές φορές οι εν Ελλάδι διαχειριστές της εξωτερικής πολιτικής και των εθνικών θεμάτων, παρουσιάζονται να αγνοούν την τουρκική επεκτατική πολιτική σε βάρος Ελλάδος και Κύπρου. Για παράδειγμα, ενίοτε θεωρούν πως το Κυπριακό εμποδίζει την πλήρη ομαλοποίηση των σχέσεων Ελλάδος και Τουρκίας. Ότι, δήθεν, είναι εμπόδιο και όχι το πρόβλημα που χωρίζει τις δυο χώρες. Θεωρούν δε πως παρακάμπτοντας το Κυπριακό, μπορεί η Αθήνα να τα βρει με την Άγκυρα. Ψευδαισθήσεις και αφέλειες. Αυτή η προσέγγιση είναι η επικρατούσα στις ελίτ και είναι αυτή που ασκεί πολιτική έναντι της Τουρκίας.
Ολοκληρωμένη πολιτική
Η Τουρκία έχει μια ολοκληρωμένη πολιτική, επεκτατική, έναντι του συνόλου του ελληνισμού. Από τη Θράκη μέχρι και την Κύπρο. Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται τούτο μάλλον θα βρεθούν «αιχμάλωτοι» της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής. Και φαίνεται πως σε κάποιες φάσεις των ελληνοτουρκικών σχέσεων, οι διάφορες κινήσεις «αναθέρμανσης», οι προσπάθειες ομαλοποίησης, έχουν ημερομηνία λήξης.
Είναι πλέον σαφές πως κάθε φορά που ξεκινά μια νέα προσπάθεια να τα βρουν Αθήνα και Άγκυρα, αυτή συνδέεται με την εξυπηρέτηση των τουρκικών σχεδιασμών σε τακτικό επίπεδο. Και όποτε ο κύκλος αυτός ολοκληρώνεται, αρχίζει η τακτική των εντάσεων. Πάντα, όμως, ισχύει το τουρκικό αυτονόητο. Ότι η πολιτική και οι επιδιώξεις της Άγκυρας δεν αλλάζουν. Είναι οι διαχρονικές επεκτατικές επιδιώξεις.
Αυτό γίνεται και τώρα. Οι συχνές συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών, Γεραπετρίτη και Χακάν, τα πλατιά χαμόγελα, οι δηλώσεις περί συνεργασίας γίνονται μέχρι να φορέσει, ξανά, το γνωστό προσωπείο της η Άγκυρα. Θέλει η Τουρκία επαναπροσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, χρειάζεται την Αθήνα και μερικές φορές και τη Λευκωσία. Θέλει συμμετοχή στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας, πάλι στρέφεται προς την ελληνική πλευρά.
Στην Αθήνα δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να «κοιτάξουν» το τουρκικό παιχνίδι. Εκτός κι εάν τα φοβικά σύνδρομα που χαρακτηρίζουν τους διαχειριστές διαμορφώνουν ένα σκηνικό, που εξυπηρετεί όλους. Η Τουρκία να προωθεί τους σχεδιασμούς της και η Αθήνα, επικαλούμενη το «καλό κλίμα» και τις «προοπτικές ομαλοποίησης», να αποδέχεται τα τουρκικά παιχνίδια.
Τι γίνεται την τελευταία περίοδο; Η Αθήνα επιχειρεί να προωθήσει το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης- Κύπρου. Η Τουρκία αντιδρά. Ξεκίνησαν οι απειλές και οι εκφοβισμοί. «Τίποτε δεν θα γίνει χωρίς την άδεια της Τουρκίας», διαμηνύεται από την κατοχική πλευρά. Αυτές τις προσεγγίσεις δεν τις έχει αποκρύψει η Άγκυρα ποτέ, πλην όμως κάποιοι κάνουν ότι δεν το αντιλαμβάνονται.
Είναι σαφές πως όσο ακολουθείται αυτή η προσέγγιση από τις ελληνικές ελίτ, η Τουρκία αποθρασύνεται και ενισχύει βαθμηδόν τις ακραίες, παράνομες και παράλογες αξιώσεις. Μετά δε από τόσα χρόνια, εκείνο που γίνεται αντιληπτό είναι ότι για την ελλαδική πλευρά αυτή είναι η επιλογή ό,τι και να σημαίνει τούτο.
Το μοντέλο φιλανδοποίησης είναι ψηλά στην ατζέντα
Είναι πρόδηλο τι επιδιώκει διαχρονικά η Άγκυρα και δεν αποφεύγει να το αναδεικνύει. Αυτό που στοχεύει μέσα από την υλοποίηση σχεδιασμών της είναι η φιλανδοποίηση της Ελλάδος και της Κύπρου. Να αποκτήσει, δηλαδή, συγκεκαλυμμένο έλεγχο των κρατών αυτών διά των εξαρτήσεων που θα δημιουργήσει. Ενόψει τούτου η κατοχική δύναμη διά της ισχύος επιχειρεί να δημιουργήσει φόβο και ανασφάλεια στα δυο κράτη. Κι αυτό πράττει συνεχώς, συστηματικά και μεθοδευμένα, η Άγκυρα. Η κατοχική πλευρά πιέζει και απειλεί. Εάν, για παράδειγμα, δεν προχωρήσει η ηλεκτρική διασύνδεση, τι θα σημαίνει; Προσαρμογή στις τουρκικές επιδιώξεις και σχεδιασμούς. Εάν υλοποιηθεί, τότε θα είναι απάντηση στην Άγκυρα και στις προσπάθειες φιλανδοποίησης. Θεωρεί πως, τουλάχιστον η Κύπρος, είναι ο αδύνατος κρίκος. Πρωτίστως, όμως, είναι πεποίθηση του πως υποτάσσοντας τις δυο χώρες, θα ανοίξει ο δρόμος του για να υλοποιήσει τους μεγαλεπήβολους σχεδιασμούς του, της «Γαλάζιας Πατρίδας». Η κατοχική Τουρκία διαχρονικά θεωρεί πως ελέγχοντας Ελλάδα και Κύπρο θα ανοίξει ο δρόμος για αναβάθμιση και ενίσχυσή της σε όλους τους τομείς και επίπεδα.
Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, ο έλεγχος μπορεί να υπάρξει είτε με λύση (τύπου Ανάν και Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας) είτε χωρίς. Και τούτο έχει γίνει σε κάποιες περιπτώσεις. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να εξηγηθεί, για παράδειγμα, το γεγονός ότι το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα S-300 δεν παραλήφθηκε ποτέ; Ή το γεγονός ότι τόσα χρόνια δεν αξιοποιήθηκε το φυσικό αέριο που εντοπίσθηκε στην κυπριακή ΑΟΖ, επειδή αντιδρά η κατοχική πλευρά; Εσχάτως, ωστόσο, φαίνεται να δρομολογούνται στα ενεργειακά εξελίξεις, που θα βάλουν το αέριο στο… αυλάκι! Αυτό θα ανατρέψει όχι μόνο τις τουρκικές επιδιώξεις, αλλά και διαχρονικές πολιτικές, που ακολουθούνταν από τη Λευκωσία. Η Κυπριακή Δημοκρατία παρουσιάζεται πιο αποφασισμένη να προχωρήσει σε αυτή τη φάση, αξιοποιώντας πολλά και διαφορετικά συμφέροντα. Αυτό, ωστόσο, θα φανεί στη συνέχεια, εάν και εφόσον, προχωρήσουν οι σχεδιασμοί.
Πρέπει, πάντως, να σημειωθεί πως η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την πρωτομαγιά του 2004, επιτεύχθηκε παρά τις τουρκικές απειλές. Η Άγκυρα προειδοποιούσε για «αντίδραση χωρίς όρια». Τελικά, η ένταξη έγινε και η Τουρκία δεν αντέδρασε. Αποδέχθηκε το τετελεσμένο. Αυτή η περίπτωση δείχνει ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί ο τουρκικός ετσιθελισμός, φτάνει να υπάρχει πολιτική βούληση και σχέδιο.