του Δημήτρη Α. Τραυλού-Τζανετάτου*

Εν πρώτοις επιτρέψτε μου να εκφράσω τη λύπη μου που αδυνατώ λόγω απουσίας μου από την Αθήνα να παρευρεθώ στη γιορτή του Δρόμου της Αριστεράς για το κλείσιμο 15 χρόνων από την πρωτοεμφάνισή του στο δημοσιογραφικό στερέωμα της χώρας.
Μιας εκδήλωσης που πραγματοποιείται σε έναν ιδιαιτέρως γνώριμο και οικείο χώρο, την αίθουσα Οικονομίδου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών· μιας αίθουσας στην οποία ως φοιτητής είχα την πρώτη επαφή μου με την επιστήμη του δικαίου, συμμετέχοντας στην εμπνευσμένη παράδοση του αείμνηστου καθηγητή Ανδρέα Γαζή και στην οποία μετά από πολλά χρόνια παρέδωσα τα πρώτα μαθήματα ως επιμελητής του εργατικού δικαίου.
Ο Δρόμος της Αριστεράς εξακολουθεί για μια 15ετία να αποτελεί μια πραγματική όαση κριτικού δημιουργικού διαλόγου για τα καυτά ελληνικά ζητήματα, τις προκλήσεις και τους κινδύνους, που ήταν ήδη ορατοί από το 2010 και ιδίως κατά την καταστρεπτική περίοδο της «μνημονιακής κατοχής», ταυτόχρονα δε προσφέρει ένα φιλόξενο βήμα ευρύτερης συζήτησης για τις πολιτικές αναδιάρθρωσης του ψηφιακού καπιταλισμού και τους κρίσιμους για το μέλλον και την επιβίωση του πλανήτη, γεωπολιτικούς αναδασμούς και ανταγωνισμούς.
Κομβικός σταθμός της διαδρομής του Δρόμου υπήρξε η με μεγάλο μόχθο και μεράκι διοργάνωση ενός εξόχως απαιτητικού συνεδρίου για το υπαρξιακό ζήτημα της χώρας, το οποίο είχε μεγάλη απήχηση και με 38 βαρυσήμαντες εισηγήσεις κάλυψε σχεδόν όλες τις πτυχές της κρίσιμης αυτής προβληματικής. Ενός συνεδρίου αποκαλυπτικού της οριακής δραματικής κατάστασης της χώρας αλλά και της επιτακτικής ανάγκης θεμελίωσης μιας νέας συνείδησης χειραφέτησης και προοπτικής ανάτασης της χώρας.
Η κριτική με βάση το εθνικό συμφέρον αντιμετώπιση του ρωσοουκρανικής σύγκρουσης, η σθεναρή καταδίκη του ευρωπαϊκού «κόμματος του πολέμου» και του ελληνικού κολαούζου του και η σθεναρή υποστήριξη πολιτικών τερματισμού της ανθρωποσφαγής αποτελούν μια σημαντική συμβολή του Δρόμου στην αποδόμηση της δήθεν σωστής πλευράς της Ιστορίας και την υπαρξιακή ανάγκη χάραξης μιας νέας πολυμερούς εξωτερική πολιτικής, η οποία δεν νοείται χωρίς την επίπονη προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων της χώρας με τη Ρωσία.
Πέραν όμως αυτών πρέπει ιδιαιτέρως να εξαρθεί η μεγάλη συνεισφορά του Δρόμου της Αριστεράς στην εξόχως σημαντική και επίκαιρη συζήτηση για τον ιστορικό ρόλο της Αριστεράς στους τρέχοντες, δυστοπικούς για το μέλλον της χώρας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καπιταλιστικοκρατούμενο πλανήτη, καιρούς. Σε μια περίοδο δραματικής συρρίκνωσης της απήχησης της Αριστεράς και ενίσχυσης της alt-right και της ακροδεξιάς η Αριστερά δεν πρέπει να περιορίζεται σε καταδίκες και εξορκισμούς της επικίνδυνης αυτής εξέλιξης. Πολύ περισσότερο οφείλει με σθένος, γενναιότητα και ευθυκρισία να προβεί σε κριτικό αναστοχασμό και επανεξέταση του κρίσιμου ερωτήματος, αν και κατά πόσο οι φιλοσυστημικές πολιτικές της οδήγησαν και οδηγούν μεγάλο μέρος της δυνάμει δεξαμενής των ψηφοφόρων της Αριστεράς στην αγκαλιά της Ακροδεξιάς. Πιο συγκεκριμένα, η υιοθέτηση ή και η σύμπλευση με ιδεολογικοπολιτικά αφηγήματα, όπως η πολιτική ορθότητα, η ακραία και άκριτη πολιτική ταυτοτήτων και η κουλτούρα ακύρωσης, ο αρνούμενος τον άρρηκτο διαλεκτικό δεσμό εθνικού-κοινωνικού κοσμοπολιτισμός και τέλος το διέπον το ευρωπαϊκό «κόμμα του πολέμου» ανιστόρητο, στηριζόμενο σε ψεύδη και κυριαρχούμενο από αστήρικτα αντιρωσικά φοβικά σύνδρομα, αφήγημα, όχι μόνο δεν έχουν σχέση με την ιστορία, τον αξιακό κώδικα, το αντιμιλιταριστικό πνεύμα και την κοινωνική χειραφετητική δυναμική της Αριστεράς. Πολύ περισσότερο, όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην αφύπνιση μιας, παραποιημένης από τη διαρκή χειραγώγηση και πολιτική αποστείρωση, κοινωνικής συνείδησης και τη ριζοσπαστικοποίησή της, αντιθέτως ενισχύοντας ουσιαστικά τις ψευδοκοινωνικές μεταμφιέσεις του καπιταλισμού (woke καπιταλισμός) και τις μετακαπιταλιστικές φαντασιώσεις, συμβάλλουν, ηθελημένα ή αθέλητα, στη σταθεροποιήση και αναπαραγωγή του ισχύοντος οικονομικοπολιτικού συστήματος και του καπιταλιστικού μονοδρόμου.
Ενόψει όλων αυτών θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που, σε κρίσιμες για τη χώρα και την Αριστερά στιγμές, συνάντησα τον Ρούντι Ρινάλντι, ψυχή και εκδότη του Δρόμου της Αριστεράς. Μιας εφημερίδας η οποία επί σειρά ετών σε χαλεπούς καιρούς σύγχυσης, ανατροπών, αγωνίας και τεκτονικών αλλαγών στον καπιταλιστικοκρατούμενο κόσμο, μού παρέσχε ένα άκρως τιμητικό, οικείο και φιλόξενο βήμα ελεύθερης διατύπωσης σκέψεων και προβληματισμού, που επίμονα και βασανιστικά με ακολουθούν ήδη από τα μαθητικά μου χρόνια.
Εύχομαι από καρδιάς στην εφημερίδα, τον Ρούντι και όλους τους εκλεκτούς συνεργάτες τους, στρατευμένους στο μοναχικό πλην κρίσιμο μετερίζι της Αριστεράς του «πατριωτικού διεθνισμού», μακροημέρευση και συνέχιση του εξόχως δύσκολου, όσο και ωραίου, κρίσιμου για το παρόν και το μέλλον της πατρίδας, αγώνα.

* Ο Δημήτρης Α. Τραυλός-Tζανετάτος είναι ομότιμος καθηγητής Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι συγγραφέας μεγάλου αριθμού βιβλίων και μελετών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!