Παρά τις αριστερές αστοχίες και τις συστημικές μεθοδεύσεις, κορυφώνεται το αίτημα για ένα νέο πολιτικό σύστημα. Του Γιάννη Τσούτσια

Ο θόρυβος από τη χαμένη λίστα Λαγκάρντ μεγαλώνει. Οι προσπάθειες συγκάλυψης των διαδρομών και των παραληπτών της, του περιορισμού του αντίκτυπού της, αποτυγχάνουν. Το σκάνδαλο, παρά τους αντιπερισπασμούς και τις μεθοδεύσεις, παραμένει στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Η ζώνη άμυνας με επικέντρωση στο πρόσωπο του Παπακωνσταντίνου αποδεικνύεται ανεπαρκής και οι εύθραυστες ισορροπίες του πολιτικού συστήματος είναι στον αέρα.
Οι διαμορφωτές των κανόνων του παιχνιδιού, προς στιγμήν, αυταπατήθηκαν. Θεώρησαν ότι, εύκολα ή δύσκολα, θα είναι σε θέση να διαχειριστούν την τρικυμία που ίσως προκύψει. Εκτίμησαν ότι το σκηνικό είναι ελέγξιμο, πόσο μάλλον που ο Σαμαράς κατάφερε να βρεθεί έξω από το κάδρο της συνενοχής. Ωστόσο, τώρα τα πράγματα κλιμακώνονται πολύπτυχα. Ο αστάθμητος παράγοντας είναι οι εισαγγελείς και η τροπή της δικαστικής διαδικασίας, στην οποία εμφιλοχωρούν απρόβλεπτα δεδομένα. Το ανεξέλεγκτο και τα ενδεχόμενά του, αντιμετωπίζονται, όχι μόνον με τις δεδομένες πιέσεις, αλλά και με την ανάκληση στην επικαιρότητα «έγκριτων» δικαστικών παραγόντων, οι οποίοι δημοσιοποιούν απόψεις και δικανικές ερμηνείες, προκαταλαμβάνοντας την κοινή γνώμη και διαμορφώνοντας ένα δίχτυ ασφαλείας και εξαναγκαστικής δυναμικής. Στόχος είναι να διαμορφωθεί η αντίληψη ότι η απονομή δικαιοσύνης δεν μπορεί να επαφίεται στην κρίση κάποιου-τυχόν «ανορθόδοξου» δικαστικού λειτουργού, αλλά συνάγεται από το όλον των κρίσεων, συνολικά του θεσμού, που είναι πάντα εγκυρότερες. Με άλλα λόγια, επιχειρείται να προκαταληφθεί η εξέλιξη και σε δικαστικό επίπεδο, στην περίπτωση που προκύψουν απρόοπτα…
Την ίδια ώρα, ο Γ. Παπακωνσταντίνου περιφέρεται απυρόβλητος στα ΜΜΕ, να διαδίδει την «αλήθεια» του και να σπέρνει συγχύσεις. Ανενόχλητος διατύπωσε ισχυρισμούς ότι η λίστα αντιμετωπίστηκε ως απόρρητη, χωρίς καν να λογοδοτήσει για το διάστημα που αυτή έμεινε καταχωνιασμένη. Αφέθηκε να ομολογεί ότι προέβη σε επιλεκτική έρευνα -οι πρώτοι είκοσι- και ότι σταμάτησε εκεί όπου εμπλέκονταν οι εξαδέλφες του. Και ουδόλως πιέστηκε σε ό,τι αφορά τον ρόλο του Παπανδρέου. Αντί, λοιπόν, να στριμωχτεί ο εγκαλούμενος, του επιτρέπεται να οργανώνει με άνεση την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, με τα αντίγραφα και τα στικάκια, και να αντιπερέρχεται το γεγονός ότι όλα από τον ίδιο ξεκίνησαν, ως μοναδικού κατόχου και παραλήπτη του αρχικού CD. Την ίδια ώρα, στήνεται και πάλι το γνωστό πολιτικό γαϊτανάκι…
Σ’ αυτήν ακριβώς τη συγκυρία, ο ΣΥΡΙΖΑ δίστασε. Αμφιταλαντεύτηκε, (παρ’ όλο που οι εξελίξεις τον πιστώνουν) και είδε την υπόθεση ως μια νέα ευκαιρία για καταγγελίες. Δεν είδε τον κυκλώνα που ενδεχομένως ακολουθεί. Φαντάστηκε ότι μπορεί εύκολα να καρπωθεί και πάλι, αντί ο ίδιος να ανοίξει διαδικασίες. Δεν πίστεψε ότι μπορεί να προχωρήσει την υπόθεση, να της δώσει διαστάσεις, περιεχόμενο, να ακουμπήσει τον Παπανδρέου. Τα στελέχη του εμφανίζονται διχασμένα. Κάποιοι έχουν πειστεί για τη δυνατότητα αποκαλύψεων και περεταίρω εξελίξεων, οι περισσότεροι προτιμούν να αποφευχθεί η επέκταση της «ποινικοποίησης». Αλλά και επ’ αυτού ο ΣΥΡΙΖΑ συνελήφθη ανυποψίαστος. Οχυρώθηκε πίσω από την εκτίμηση ότι κανείς δεν θα τολμήσει να συγκλίνει με τη Χρυσή Αυγή και διαψεύστηκε. Δεν συνυπολόγισε ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί αναδιοργανώνονται ραγδαία, υπερβαίνοντας τη γεωμετρία του παλιού σκηνικού, ότι η μνημονιακή εποχή έχει φέρει νέες πολώσεις, νέες δυναμικές, τις οποίες, όσο η Αριστερά επιμένει να παραγνωρίζει, τόσο πιο εκκωφαντικά αυτές θα εκφραστούν στο άμεσο μέλλον.
Αντίθετα με τον ΣΥΡΙΖΑ, η ελάσσων αντιπολίτευση εμφάνισε καλύτερα αντανακλαστικά: Η Χ.Α. είδε πρώτη την ευκαιρία και έστρεψε τα βέλη της κατευθείαν στον Παπανδρέου, στοχοποιώντας παράλληλα και τον ΣΥΡΙΖΑ για συγκάλυψη. Ο Καμμένος, ταυτοτικά δέσμιος του υπέρτονου καταγγελτικού του λόγου, δεν φοβήθηκε να ευθυγραμμιστεί μαζί της, αφού πρώτα, για μια ακόμη φορά, έτεινε χείρα προς τον ΣΥΡΙΖΑ για να εισπράξει άρνηση. Τέλος, και το ΚΚΕ διέκρινε δυνατότητες χειρισμών, την ευκαιρία να πλήξει και να απομονώσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Διέρρευσε την ευθυγράμμιση με την παραπομπή και του Παπανδρέου, εξαναγκάζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να σκέφτεται να μπει στο δίλημμα, είτε από θέση δειλίας, είτε ως ουραγός.
Πέρα όμως από το πολιτικό παιχνίδι, οι εξελίξεις μπαίνουν σε τούνελ ακόμη μεγαλύτερης απροσδιοριστίας. Η παρέκκλιση προς σκοτεινά αστυνομικά σενάρια και ύποπτες διαδρομές, με διαπλεκόμενους και στικάκια, ενδεχομένως να οδηγήσει την πολιτική ζωή σε εκτεταμένο βάλτωμα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αναλάβει πρωτοβουλίες, κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στο συστημικό βάλτο, όχι βέβαια ως συνένοχος, αλλά ως απραγής και «λίγος». Και μπορεί, προς το παρόν, το σκάνδαλο της λίστας να μη συνταράσσει την κοινή γνώμη (επειδή αποκαλύπτει αυτό που όλοι γνωρίζουν), όμως το ερώτημα είναι προς τα πού θα κινηθεί τελικά η δυναμική της υπόθεσης; Θα σημάνει την απαρχή της τιμωρίας όλων των ενόχων, θα ακολουθηθεί εκτατική τροχιά, ιχνηλατώντας όχι μόνον το ρόλο των προσώπων αλλά και βαθύτερα τις καταστάσεις; Και πέραν του ότι (αυτονοήτως) η υπόθεση θα λειτουργήσει αποδιαρθρωτικά, θα δοθεί και κάποιο σήμα-αφετηρία ανάτασης;
Η καταγγελία του σάπιου και ατελέσφορου πολιτικού συστήματος πλέον δεν επαρκεί. Κατέληξε άσφαιρη ταυτολογία. Απαιτείται και γραμμή διεξόδου, προς ένα εναλλακτικό πολιτικό σύστημα (που πρέπει να περιγραφεί), το οποίο θα αναθέτει ρόλο και ευθύνη στην κοινωνία, με κεντρικό άξονα τη δημοκρατική εκπροσώπηση και τη συμμετοχικότητα. Αυτό είναι σήμερα το υπερώριμο αίτημα των καιρών. Και επ’ αυτού η Αριστερά οφείλει να βρει απαντήσεις, αφήνοντας τις υπεκφυγές και την ψευδή ασφάλεια της ακινησίας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!