του Βασίλη Ρώτα*

Το ΕΑΜ, με τα πάνω από 3 εκατομμύρια μέλη του, αποτελεί κορυφαία στιγμή της Ελληνικής Ιστορίας. Αντίσταση, σαν συνέχεια του Έπους της Αλβανίας, στην χειρότερη βαρβαρότητα που έχει υπάρξει – και ως εκ τούτου εφάμιλλη με τους Περσικούς Πολέμους ή τη σύγκρουση με τον Αττίλα.

Αξίζει όμως να τιμάται και για όσα μας άφησε ως παρακαταθήκη, μέσα σε μια τιτάνια προσπάθεια εξόδου από την καθυστέρηση: από την, για πρώτη φορά, συνεπή λειτουργία των Ταχυδρομείων, τα αρδευτικά έργα, τα δίκτυα διανομής, τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς, την ψήφο στις γυναίκες και πολλά άλλα, μέχρι την τεράστια Πολιτιστική Άνθηση, που συνέβαλε καθοριστικά στον Αγώνα.

Δεν προξενούν λοιπόν εντύπωση τα τόσα τραγούδια που γράφτηκαν γι’ αυτό, είτε από τη λαϊκή μούσα (πολλές φορές πάνω σε προγενέστερα, συνήθως Δημοτικά), είτε φέροντας την υπογραφή κάποιων λόγιων της εποχής. Ένα συγκριτικό παράδειγμα είναι 2 διαφορετικοί ύμνοι του ΕΑΜ:

«Τρία γράμματα μόνο φωτίζουν, την Ελληνική μας τη Γενιά…»

προσαρμοσμένο στη μουσική της δημοφιλούς τότε « Κατιούσας» (σοβιετικό κανόνι με το όνομα όμορφης Ρωσιδούλας).

Είναι αισθητή η διαφορά του άγνωστου δημιουργού από το λόγιο ύφος ενός ήδη δοκιμασμένου ποιητή:

«Λευτεριά πανώρια κόρη, κατεβαίνει από τα όρη…»

Ο δημιουργός του βέβαια, όχι μόνο δεν αρνήθηκε τις επιδράσεις που ο ίδιος δέχθηκε, αλλά τις αφηγείτο συχνά, σε μια μικρή, χαριτωμένη ιστορία:

Κατηφόριζε από το Παγκράτι για να πάει να συμμετάσχει στην ίδρυση του ΕΑΜ Καλλιτεχνών. Είχε πολύ ευχάριστη διάθεση, όχι μόνο από την ηλιόλουστην ημέρα, αλλά και γι’ αυτό που θα συνέβαινε. Σφύριζε λοιπόν την «Ωδή στη Χαρά», από το μεγαλειώδες φινάλε της ενάτης συμφωνίας του Μπετόβεν στους φλογερούς στίχους του Σίλλερ, τους οποίους κάποια στιγμή είχε μεταφράσει :

«Ω πανώρια σπίθα θεία, κόρη από τα Ηλύσια, να μας με ιερή μανία, στον Ναό σου, Ολύμπια …»

κολυμπώντας ταυτόχρονα στο δροσερό ποτάμι επίδρασης, την αγάπη του στο Δημοτικό τραγούδι:

…«πανώρια κόρη, όρη…»

Το ταλαντούχο, δημιουργικό μυαλό του, δεν άργησε να πλάσει την καινούρια καλλιτεχνική σύνθεση, μέχρι να φτάσει στον προορισμό του. Το έμπειρο αυτί θα μπορέσει να αντιληφθεί το μέτρο και την επίδραση του ξένου δανείου, από τον επαναστάτη Μπετόβεν και όχι τον επαναστάτη ρώσικο λαό:

«Λευτεριά πανώρια κόρη, κατεβαίνει από τα όρη

κι ο λαός την αγκαλιάζει και χορεύει και γιορτάζει»…

Λόγιος είναι και ο στίχος «που θα φύγεις μαύρη βία, σ’ έφτασεν η τιμωρία» που κάποιοι τον αποδίδουν: «θέλουμε Λαοκρατία, του Λαού Δημοκρατία»…

Επίσης χαριτωμένο συμπλήρωμα της μικρής ιστοριούλας:

Μια σκοτεινή νύχτα, τις ίδιες εκείνες ημέρες, δέχθηκε την επίσκεψη του Ναπολέοντα Ζέρβα στο σπίτι του, στην πλατεία Μεσολογγίου στο Παγκράτι, για να τον στρατολογήσει στον ΕΔΕΣ. Γνωρίζονταν με τον Βενιζελικό αξιωματικό από την εποχή των πολέμων του 1912-22. Μπροστά στο λιτό (ή και άδειο) κατοχικό τραπέζι μίλησε ο Ζέρβας:

– Βασίλη Ρώτα, ξεκινάμε αγώνα και θέλουμε μαζί μας τίμιους ανθρώπους!

Ο γερο-Ρώτας ήταν πνευματώδης:

– Τίμιους ανθρώπους με εσένα μέσα;

– Κατάλαβα! Έχεις ήδη προσχωρήσει στο ΕΑΜ…

* Ο Βασίλης Ρώτας είναι ιατρός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!