Τελικά, η ένταξη στην ευρωπαϊκή ένωση αντί να οδηγήσει τη χώρα προς τα πάνω, κατέληξε στη χρεοκοπία και την υποτέλεια. Η ντόπια νομενκλατούρα ανίκανη να συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας αστικής τάξης που θα συνδέει τα συμφέροντά της με την πορεία του τόπου συνολικά, συνταυτίστηκε με τα κρατικοδίαιτα και ληστρικά κυκλώματα και τα ενίσχυσε αναδεικνύοντας νέους επιχειρηματίες εξίσου αν όχι περισσότερο διεφθαρμένους και αντιπαραγωγικούς με τους προϋπάρχοντες.
Χωρίς εθνικό σχέδιο, εφαρμόζοντας εισαγόμενες πολιτικές σε φάση ανόδου της κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου, προσάρμοσε την ύπαρξή της στη νέα μορφή εξάρτησης. Καθώς συρρικνωνόταν η αγροτική παραγωγή με δέλεαρ τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και η αποβιομηχάνιση αναπληρωνόταν με το δανεισμό, οι βασικές παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, αγρότες, βιομήχανοι και εργάτες, εξασθενούσαν, και τις θέσεις τους καταλάμβαναν παρασιτικοί παράγοντες που πλούτιζαν με μίζες και μεσιτίες και με τη λεηλασία του αποταμιευμένου πλούτου (χρηματιστήριο, αποθεματικά ασφαλιστικών ταμείων κ.λπ.), των επιδοτήσεων και των κρατικών δανείων.
Έτσι, με προνομιακές διευκολύνσεις, νόμους και παρανομίες, αναπτύχθηκε μία παρασιτική αντιπαραγωγική οικονομική κάστα από την οποία σταδιακά εξαρτήθηκε το κράτος και το πολιτικό προσωπικό των δύο μεγάλων κομμάτων. Και τώρα, έχοντας ρίξει τη χώρα στη βαθιά παγίδα των διεθνών τοκογλύφων, που ευστόχως αποκαλούνται «ευρωπαϊκή οικογένεια» (κάτι πιο μεγάλο από την Κόζα Νόστρα), η παρασιτική οικονομική κάστα και η πολιτική της έκφραση μέσα από τα κόμματα εξουσίας και τις παραφυάδες τους, ακολουθούν πειθήνια τις έξωθεν εντολές, αυξάνουν το χρέος, διαλύουν τα κοινωνικά δίκτυα προστασίας, εκποιούν άρον – άρον τον εθνικό πλούτο, υποβαθμίζουν το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης του πολίτη και περιάγουν τη χώρα σε νέο καθεστώς υποτέλειας.
Η επικρατούσα πολιτική τάξη εκπροσωπεί το κυρίαρχο ληστρικό οικονομικό μόρφωμα, που αποτελείται κυρίως από κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, τυχοδιώκτες, λαθρεμπόρους και λαμόγια, και δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτό που είναι υπαρκτό σε άλλες χώρες ως εθνική αστική τάξη. Για τη διάσωση του μορφώματος αυτού και της ίδιας της ύπαρξής της, η πολιτική κάστα καταλύει ακόμα και τη σχετική ανεξαρτησία της χώρας που αποκτήθηκε με πολύ μεγάλους αγώνες, θυσίες, πολέμους, επαναστάσεις, προσφυγιές, μεταναστεύσεις και εργασία και μόχθο 180 χρόνων.
Βεβαίως, η εξάρτηση και η υποτέλεια δεν είναι άγνωστα χαρακτηριστικά της νεοελληνικής άρχουσας τάξης. Ενυπάρχουν στις ηγεμονικές ομάδες από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Απλά, ανάλογα με την ιστορική φάση, άλλοτε κυριαρχούν, άλλοτε υποχωρούν και άλλοτε ελλοχεύουν.
Η καταλήστευση και υπερχρέωση του τόπου συμβαδίζει με τον πλήρη εκφυλισμό των ηγετικών ομάδων και την ανάδειξη μιας πολιτικής υποκουλτούρας, της οποίας οι φορείς, βουλευτές και παρατρεχάμενοι γραφειοκράτες, πανεπιστημιακοί, οικονομολόγοι, δημοσιογράφοι κ.λπ., αγκιστρώνονται στους τοκογλύφους των μητροπόλεων για να διατηρήσουν τα κεκτημένα, πρόθυμα εκποιώντας τη χώρα και εξαθλιώνοντας το λαό της χωρίς ίχνος εθνικής συνείδησης και αξιοπρέπειας.
Αυτής της ποιότητας οι πολιτικοί υποκλίνονται στον Γιούνκερ που δηλώνει απερίφραστα ότι η Ελλάδα χάνει μέρος της εθνικής κυριαρχίας της, και συνεχίζουν απτόητοι την παράδοση της χώρας στους ξένους και τους ντόπιους υπαλλήλους τους.
Μπορεί οι τοκογλύφοι να έρχονται απ’ έξω, αλλά η Ελλάδα προδόθηκε και παραδίδεται από μέσα.
Λύματα και μπάζα
Ο πλούτος του τόπου και τα περιουσιακά στοιχεία που σωρεύτηκαν με κόπους και θυσίες γενεών, τα στοιχειώδη δικαιώματα και οι βασικές αμοιβές που κατακτήθηκαν με αγώνες, σπουδές και εργασία, ήταν ο στόχος. Η λεηλασία του έθνους και του λαού ήταν προσχεδιασμένη. Τα εκτελεστικά της όργανα έπρεπε να κατασκευαστούν. Και να μην κινδυνεύουν, όπως φανερώνει και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών.
Μέσα στα χρόνια, τα κόμματα εξουσίας φιλτράρανε όλους τους βουλευτές τους. Για να είναι, στην κρίσιμη στιγμή, τέτοιας ποιότητας που ενώ ο λαός θα αιμορραγεί, οι βουλευτές –όρθιοι- θα χειροκροτούν ενθουσιωδώς το μνημόνιο, δηλαδή τη συνθήκη υποτέλειας και ξεπουλήματος της χώρας.
Όλες αυτές τις μέρες, ακούγαμε διάφορους βουλευτές, κάτι ανθρωπάκια, να απαντούν σε ερωτήσεις δημοσιογράφων. Τι θλιβερό θέαμα-ακρόαμα! Κατά βάσιν αγράμματοι, και το χειρότερο, ιδιοτελείς και πειθαρχημένοι. Επιλεγμένοι προσεκτικά, περασμένοι από δέκα φίλτρα, με βασικό κριτήριο να είναι πειθήνιοι, να μην έχουν άποψη, υπήκοοι όχι της πατρίδας, του τόπου, του λαού, αλλά της ηγετικής ομάδας που μοιράζει τα χαρτιά και αξιολογεί συμπεριφορές και χαρακτήρες. Κι αν κάποιοι ξεφεύγουν από τον κανόνα, κατάλοιπα άλλων εποχών, αποβάλλονται αμέσως. Ποτέ δεν είναι αργά. Κάτι γάτες, τύπου Λιάνη και Φλωρίδη, για την υστεροφημία τους, αυτοαποβάλλονται, βλέποντας το πλοίο να μπατάρει αύτανδρο. Ένα ελεγχόμενο εσωτερικό ξεκαθάρισμα. Εξάλλου, το σύστημα που οι ίδιοι κατασκεύασαν, το προβλέπει αυτό. Δίνει 50 βουλευτές πριμ στο κόμμα που θα βγει πρώτο στις εκλογές. Τζάμπα 50 βουλευτές, για να έχει περιθώρια ο μηχανισμός να αποβάλλει τους απείθαρχους με ασφάλεια.
Έτσι γίνονται βουλευτές κάτι απίθανοι τύποι, βγαλμένοι μέσα από τα ρετάλια των κομματικών μηχανισμών, που εκτός από ρουσφέτια, αποτελούν το μαγειρείο απ’ όπου το κέντρο φιλτράρει υποψηφίους για τα ψηφοδέλτια. Επιλέγονται από τους μηχανισμούς και εκλέγονται με τη συμβολή του πιο σκληρού πυρήνα ψηφοφόρων του κόμματος. Κάθε ικμάδα έχει χαθεί από τα κόμματα. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ προέρχεται από τα λύματα του λαϊκού κινήματος του ’80. Και η Νέα Δημοκρατία κρατάει τα μπάζα της παραδοσιακής ελληνικής Δεξιάς. Εκφυλίστηκαν ταυτόχρονα, η ελληνική Δεξιά και η ελληνικού τύπου σοσιαλδημοκρατία. Και στους πυρήνες τους παραμένουν οι ψηφοφόροι που έχουν ευνοηθεί από το κόμμα ή είναι αρκετά βολεμένοι και δεν θέλουν να διαταραχτεί το στάτους κβο, ή είναι εντελώς… γκαγκά και ψηφίζουν από φόβο ή κεκτημένη ταχύτητα. Ψηφοφόροι σαν αυτούς που μόλις εκδιώχτηκε για διαφθορά, ο πρώην υπουργός Αιγαίου, ο ανεκδιήγητος Παυλίδης, κατέβηκαν σύσσωμοι στο λιμάνι της Ρόδου για να τον υποδεχτούν σαν ήρωα. Αυτοί κυβερνούν, από πάνω κι από κάτω. Ψηφοφόροι για γέλια και βουλευτές για κλάματα. Και πάνω σ’ αυτή τη σαθρή βάση, έστησαν μέσα στα χρόνια και οι εναπομείναντες πρωτοκλασάτοι τα φέουδα και τις εργολαβίες τους.
Γι’ αυτό, καλό είναι να μην ενθουσιαζόμαστε παραπάνω απ’ ό,τι μας επιτρέπουν οι πραγματικές συνθήκες. Ένα σημαντικό μέρος του λαού δεν έχει πάρει ακόμα χαμπάρι και μπορεί να την κάνει, να τους ξαναψηφίσει. Και, επαναλαμβάνω, δεν θα είναι λίγοι αυτοί, οι αμετανόητοι, οι συμφεροντολόγοι, οι τρομοκρατημένοι και οι άσχετοι. Γιατί εδώ δεν είναι ούτε Βενεζουέλα, ούτε Τουρκία, που κάποια στιγμή οι πολίτες στείλανε σπίτι τους όλη την παλιά ηγετική ομάδα, κόμματα, πρωθυπουργούς, υπουργούς και βουλευτές, αφήνοντας έξω από τη Βουλή όλους τους πρωτοκλασάτους, όπως την Τσιλέρ και τον Τζεμ.
Ας προσπαθήσουμε περισσότερο, λοιπόν, να ευαισθητοποιήσουμε όσο το δυνατόν πιο πολλούς, με την ελπίδα ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν θα μας κρεμάσει και θα βροντοφωνάζει μαζί μας: άει σιχτίρ!