Δημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα μιας πολύ ενδιαφέρουσας συνέντευξης του Κώστα Λαπαβίτσα, καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, η οποία θα δημοσιευτεί αύριο στο γερμανικό περιοδικό Μarx21 (www.marx21.de).

Πρώτα απ’ όλα η κρυστάλλινη σφαίρα: Θα εξακολουθούμε να πληρώνουμε με ευρώ το 2015;
Ορισμένες χώρες θα πληρώνουν ακόμα με ευρώ, το 2015, αλλά είναι εξαιρετικά απίθανο όλα τα σημερινά μέλη της Ευρωζώνης να συνεχίσoυν να το χρησιμοποιούν. Το ευρώ, στην τρέχουσα μορφή του, δεν είναι βιώσιμο και δεν θα επιβιώσει. Οι πιέσεις κατάρρευσης είναι εμφανείς – ακόμα και τώρα που μιλάμε η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων είναι σε αναταραχή, επειδή οι ιδιώτες επενδυτές κινούνται προς τα γερμανικά ομόλογα, πουλώντας άλλα ομόλογα φοβούμενοι την πτώχευση. Κατά συνέπεια, αυξάνουν τα επιτόκια και διαταράσσεται ο κρατικός δανεισμός καθώς και η ομαλή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Εάν αυτή η διαδικασία ενταθεί, το ευρώ θα καταρρεύσει σε λίγες εβδομάδες.

Η Μέρκελ κάνει τη διάκριση ανάμεσα στην τραπεζική κρίση, που προκλήθηκε από ανεύθυνους τραπεζίτες οι οποίοι άφησαν ανεξέλεγκτη την κερδοσκοπία, και την κρίση χρέους που προκλήθηκε από ανεύθυνες (μεσογειακές) κυβερνήσεις που άφησαν ανεξέλεγκτα τα χρέη. Είναι ορθή αυτή η διάκριση;
Όχι. Πρόκειται για μία ενιαία κρίση. Ξεκίνησε το 2007 στις ΗΠΑ ως κρίση στην αγορά ακινήτων που προκλήθηκε από την κερδοσκοπία των τραπεζών και άλλων χρηματιστών. Οι Γερμανοί τραπεζίτες συμμετείχαν, επίσης, σε μεγάλο βαθμό σε αυτή τη διαδικασία, αγοράζοντας χαρτιά ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου των ΗΠΑ. Όταν η φούσκα έσκασε, προέκυψε μια τραπεζική κρίση η οποία οδήγησε σε παγκόσμια ύφεση. Η ύφεση οδήγησε σε άνευ προηγουμένου κρατική παρέμβαση για τη διάσωση των τραπεζών και τη στήριξη της ζήτησης. Το υψηλό δημόσιο χρέος σε πολλές χώρες στην Ευρώπη είναι η άμεση συνέπεια της κρατικής παρέμβασης στα έτη 2008-2009, καθώς οι οικονομίες κινήθηκαν προς την ύφεση. Δεν είναι αποτέλεσμα των σπάταλων διαχειριστικών πρακτικών των κυβερνήσεων. Τώρα είναι οι τράπεζες που βρίσκονται και πάλι σε κίνδυνο, ιδιαίτερα οι ευρωπαϊκές, επειδή κατέχουν μεγάλο όγκο δημόσιου χρέους. Η κρίση του 2007-2008 δεν επιλύθηκε ποτέ πλήρως, ούτε στην Ευρώπη, ούτε αλλού. Δεδομένου ότι τα ευρωπαϊκά κράτη αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα δημοσίων οικονομικών, απειλούνται και πάλι οι τράπεζες. Η κρίση οδεύει προς το να διαγράψει έναν πλήρη κύκλο.

Αυτό λέτε εσείς. Ακούστε, όμως, μια άλλη αφήγηση: Οι Γερμανοί πέρασαν δύσκολους καιρούς ιδιωτικοποιήσεων, λιτότητας και περιορισμού των μισθών και με πολύ κόπο έβαλαν σε τάξη τον οίκο τους. Εν τω μεταξύ, όλοι οι άλλοι ζούσαν ζωή χαρισάμενη, και τώρα φαίνεται σαν να ζητούν να πληρώσουν το λογαριασμό οι Γερμανοί. Είναι κατανοητό ότι οι Γερμανοί δεν θέλουν να πληρώσουν το λογαριασμό.
Είναι απόλυτα κατανοητό να βλέπουν οι Γερμανοί εργαζόμενοι το ευρώ με καχυποψία. Να είναι απρόθυμοι να δεσμεύσουν δημόσιο χρήμα, δηλαδή χρήματα από άμεσους και έμμεσους φόρους, για τη διάσωση του ευρώ, η οποία αυτή τη στιγμή σημαίνει μια ακόμη μεγάλη διάσωση των τραπεζών. Για περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια, οι Γερμανοί εργαζόμενοι πέρασαν μια δύσκολη περίοδο στάσιμου εισοδήματος, απώλειας της δύναμης των συνδικάτων και γενικότερης στενότητας στους όρους διαβίωσης. Το κόστος της επανένωσης και της αναδιάρθρωσης του γερμανικού καπιταλισμού το έχουν επωμισθεί οι Γερμανοί εργάτες. Η Γερμανία ξεκίνησε με υψηλότερα επίπεδα ανταγωνιστικότητας από άλλους, αλλά σημείωσε περαιτέρω κέρδη ανταγωνιστικότητας επειδή έχει παγώσει εδώ και χρόνια το κόστος εργασίας. Το μυστικό της επιτυχίας της Γερμανίας δεν είναι η αύξηση της παραγωγικότητας, η γενική αποτελεσματικότητα και η ιδιαίτερη δημιουργικότητα – όλα τα στερεότυπα που συνήθως συνδέονται με το γερμανικό καπιταλισμό. Πολλές χώρες στην περιφέρεια έχουν καλύτερες επιδόσεις από αυτές τις πλευρές. Η γερμανική υπεροχή έχει επιτευχθεί καθαρά λόγω της πίεσης στους εργαζόμενους και της στασιμότητας των μισθών.
Επομένως, είναι κατανοητή η ενστικτώδης αντίδραση των Γερμανών εργαζομένων, όταν πρόκειται για δέσμευση δημόσιου χρήματος για τη διάσωση του ευρώ και, πολύ περισσότερο, των τραπεζών. Αλλά θα ήθελα να πω ότι αυτό είναι εν μέρει εσφαλμένη αντίδραση. Δεν είναι αλήθεια ότι οι εργαζόμενοι αλλού στην Ευρώπη ζούσαν ζωή χαρισάμενη στη διάρκεια των τελευταίων δεκαπέντε ετών. Η πίεση στους εργαζόμενους σε όλη την Ευρώπη υπήρξε έντονη και ο τομέας της εργασίας απώλεσε μερίδιο του εισοδήματος προς όφελος του κεφαλαίου.
Αν οι Γερμανοί εργαζόμενοι αισθάνονται προβληματισμένοι και θυμωμένοι, θα πρέπει να κατευθύνουν το θυμό τους προς τους δικούς τους εργοδότες και την κυβέρνησή τους. Αυτοί αποτελούν την πηγή πίεσης και όχι οι Έλληνες, οι Ιταλοί και οι Ισπανοί εργαζόμενοι.

Η μακροπρόθεσμη ρύθμιση στην οποία συμφώνησε η ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής είναι μια «κοινή ευρωπαϊκή οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική». Οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες χαιρέτισαν τη διακήρυξη λέγοντας ότι αυτό ήθελαν πάντα. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια «σοσιαλδημοκρατικοποίηση» της Ευρώπης;
Ασφαλώς όχι. Οι Σοσιαλδημοκράτες ακολουθούν την ίδια εσφαλμένη γραμμή ερμηνείας του ευρωπαϊσμού και της υφιστάμενης διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ακούνε «συντονισμός» και «κρατική παρέμβαση» και νομίζουν ότι η Ε.Ε. είναι ένα είδος προοδευτικού, κεϋνσιανού, μηχανισμού κρατικής πρόνοιας. Φαντάζονται ότι, αν η Αριστερά είχε πιο έντονη παρουσία, θα μπορούσε να ωθήσει την Ε.Ε. σε μια όλο και πιο προοδευτική κατεύθυνση – για παράδειγμα, με την Κοινωνική Χάρτα, και άλλες παρόμοιες ιδέες. Όλα αυτά δεν ήταν ποτέ αλήθεια και έχουν αποδειχθεί απολύτως ψευδή τα τελευταία δύο χρόνια. Πάρτε τις προτάσεις της Συνόδου Κορυφής. Εάν μια σταθερή κοινή οικονομική και δημοσιονομική πολιτική στην Ε.Ε. τελικά συμφωνηθεί από τις κυβερνήσεις -που αμφιβάλλω- είναι βέβαιο ότι δεν θα είναι πολιτική αύξησης μισθών, επέκτασης των δικαιωμάτων των εργαζομένων, δημόσιων επενδύσεων για την αύξηση της παραγωγικότητας, βελτίωσης της κοινωνικής πρόνοιας  και τα παρόμοια. Απεναντίας, θα είναι στην κατεύθυνση μόνιμης  λιτότητας, διαρκούς πίεσης επί των μισθών, δημοσιονομικής πειθαρχίας επιβεβλημένης από το εξωτερικό. Δεν υπάρχει κανένας λόγος για πανηγυρισμούς.

Υποστηρίζετε την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Στη Γερμανία αυτή τη θέση την υποστηρίζει η σκληρή εθνικιστική Δεξιά. Πώς θα υπερασπιζόσαστε την άποψή σας;
Δεν χρειάζεται καθόλου να υπερασπιστώ αυτή τη θέση με τον τρόπο που εσείς εννοείτε. Αντίθετα, τα επίσημα αριστερά κόμματα στη Γερμανία και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να δικαιολογήσουν τη γραμμή που έχουν υιοθετήσει για την κρίση της Ευρωζώνης. Τουλάχιστον στη Γερμανία και τη Γαλλία, μεγάλα τμήματα της Αριστεράς έχουν ουσιαστικά συνταχθεί με την κυρίαρχη στρατηγική της γερμανικής και της γαλλικής άρχουσας τάξης, δηλαδή, με την υπεράσπιση του ευρώ. Το βασικό πολιτικό πρόβλημα στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή δεν είναι οι θέσεις της άκρας Δεξιάς, είτε στη Γερμανία είτε στη Γαλλία. Είναι, μάλλον, αυτά που η Μέρκελ και ο Σαρκοζί λένε και κάνουν, δηλαδή η προώθηση του ευρωπαϊσμού, η διάσωση του ευρώ, η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου του ευρώ, σε βάρος των εργαζομένων. Προς έκπληξή μου, μεγάλα κομμάτια της γερμανικής Αριστεράς και γερμανικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και τμήματα της γαλλικής Αριστεράς ακολουθούν στην πράξη τις ίδιες πολιτικές. Δέχονται ότι υπάρχει ένα κοινό ευρωπαϊκό «σπίτι» και επιδιώκουν να αλλάξουν τις πόρτες, να καθαρίσουν το πάτωμα, να βάλουν νέα κουζίνα. Φαίνεται ότι τα κόμματα της Αριστεράς έχουν χάσει την ικανότητα να προωθούν πολιτικές ανεξάρτητες από την άρχουσα τάξη τους.
Το επιχείρημα για την έξοδο των χωρών της περιφέρειας αφορά τη ρήξη με τα ταξικά συμφέροντα και τις εθνικές ιεραρχίες που κυριαρχούν επί του παρόντος στην Ευρώπη. Η ΟΝΕ δεν είναι κάποιου είδους Οργανισμός για την Αλληλεγγύη, την Ειρήνη και τη Διεθνή Κατανόηση. Η νομισματική ένωση είναι ένας μηχανισμός που αποσκοπεί στην προστασία, κατά κύριο λόγο, των συμφερόντων των μεγάλων τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων στην Ευρώπη. Παράλληλα, προωθεί τα συμφέροντα των χωρών του κέντρου, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, εις βάρος των περιφερειακών χωρών, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία. Σε μαρξιστική γλώσσα, η ΟΝΕ είναι ένα ιμπεριαλιστικό εργαλείο. Οι άρχουσες τάξεις της Γερμανίας και της Γαλλίας φυσικά επιθυμούν να διασώσουν το ευρώ – χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι θα επιτύχουν το στόχο τους. Πιστεύω ότι η Αριστερά, ειδικά η ριζοσπαστική, θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι αυτή είναι η κύρια γραμμή μάχης στην Ευρώπη και να πάρει θέση αναλόγως. Δεν θα πρέπει να παίρνει μέρος στο παιχνίδι για την προστασία της νομισματικής ένωσης. Η ευρωπαϊκή εργατική τάξη δεν έχει κανένα όφελος από το ευρώ. Η Αριστερά πρέπει να τοποθετήσει πάνω απ’ όλα τα συμφέροντα των εργαζομένων, και αν αυτό σημαίνει εγκατάλειψη του ευρώ, ας γίνει έτσι.
Είναι αλήθεια ότι κόμματα και οργανώσεις της Δεξιάς υποστηρίζουν, επίσης, την έξοδο. Γι ‘αυτό η Αριστερά πρέπει να ζητήσει την προοδευτική έξοδο. Είναι απαραίτητο να υπάρξει βαθιά κοινωνική αλλαγή προς το συμφέρον της εργατικής τάξης στην Ελλάδα και αλλού στην περιφέρεια. Η έξοδος από το ευρώ μπορεί να δράσει ως καταλύτης της αλλαγής. Αν, όμως, η Αριστερά αρνηθεί να αντιμετωπίσει το θέμα του ευρώ ευθέως και στηριχτεί η ίδια στον απολύτως δικαιολογημένο ευρωσκεπτικισμό της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης, είναι πιθανό να ωφεληθεί ακόμη και η άκρα δεξιά. Καθώς η κατάρρευση του ευρώ πλησιάζει, δεξιές απόψεις θα μπορούσαν να βρουν έδαφος σε όλη την Ευρώπη, εφόσον η Αριστερά δεν προσφέρει μια ριζοσπαστική εναλλακτική λύση.

Με συγχωρείτε, αλλά μετά από αιώνες πολέμων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους, η Αριστερά όφειλε να θεωρήσει την Ε.Ε. ως κάτι προοδευτικό. Ποια άλλη επιλογή προσφέρετε; Πίσω στο παλιό έθνος – κράτος, χωρίς κάποιο είδος κοινού πολιτικού εποικοδομήματος;
Αυτό το επιχείρημα ακούγεται συνεχώς από κυβερνήσεις, αστικά κόμματα, συνδικάτα, ακόμη και από την Αριστερά. Δεν το δέχομαι. Η Ε.Ε. δεν είναι ένα προοδευτικό μόρφωμα του είδους που υπονοείτε. Επιπλέον, το περιεχόμενό της έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό με την πάροδο του χρόνου. Η σημερινή Ε.Ε. δεν είναι η ίδια που ήταν πριν από 50 χρόνια. Καθώς εξελίχθηκε η Ε.Ε., και ιδιαίτερα η νομισματική ένωση, έγινε ένας μηχανισμός που υπερασπίζεται σαφή και ασυμβίβαστα ταξικά συμφέροντα συνδεόμενα με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Πέραν τούτου, στην πορεία της κρίσης η Ε.Ε. έχει αποκαλύψει δύο εξαιρετικά προβληματικές πτυχές της.
Η πρώτη είναι ότι η εθνική κυριαρχία πολλών μικρότερων χωρών έχει παραβιαστεί ανοιχτά και χωρίς περιστροφές.
Σε πολλά μέρη της Ευρώπης γίνονται επισκέψεις από επιτροπές που αποτελούνται από ανθρώπους του κέντρου – με έντονη παρουσία Γερμανών – που λένε σε άλλες χώρες τι να κάνουν. Υπαγορεύουν τους όρους της εθνικής, οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Το δεύτερο, και ακόμα πιο σοβαρό, είναι ότι η δημοκρατία έχει παραβιαστεί, και όχι μόνο στην περιφέρεια. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Ε.Ε. είχε περιγραφεί ως ο εγγυητής της δημοκρατίας, ο μηχανισμός για την εξασφάλιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των ευρωπαϊκών λαών. Αποδεικνύεται τώρα ότι αυτό δεν συμβαίνει.
Βλέπουμε ότι η Ε.Ε., και ιδιαίτερα η ΟΝΕ, είναι ένας μηχανισμός για την επιβολή συγκεκριμένων συμφερόντων – στην προκειμένη περίπτωση των τραπεζών – απευθείας στην πολιτική σφαίρα. Οι τραπεζίτες όχι μόνο καθορίζουν την οικονομική πολιτική, πράγμα που κάνουν από καιρό, αλλά και κατευθύνουν την πολιτική διαδικασία. Διορίζουν πρωθυπουργούς και κυβερνήσεις.
Δεν είναι υπερβολή να πω ότι η κατάσταση στην Ε.Ε. θυμίζει σταδιακά τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης του Μεσοπολέμου. Υπάρχει προϊούσα αντίληψη μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει αποτύχει, ότι είναι διεφθαρμένη, ελέγχεται από ανθρώπους έξω από την εκλογική διαδικασία και καθοδηγείται από συγκεκριμένα συμφέροντα που προτιμούν να κυβερνούν με διατάγματα. Αναδύεται μια επικίνδυνη πολική κατάσταση. Όσοι υπεραμύνονται της Ε.Ε., βασιζόμενοι στις υποσχέσεις και τα λόγια του παρελθόντος, θα πρέπει να σκεφθούν πολύ προσεκτικά το παρόν.
Σε αυτό το πλαίσιο, θέλω να τονίσω ότι το επιχείρημα για την έξοδο δεν αφορά καθόλου τον απομονωτισμό, δεν στρέφεται κατά της ενότητας των ευρωπαϊκών λαών. Αντίθετα είναι ένα επιχείρημα για την ταξική φύση της νομισματικής ένωσης που αναγνωρίζει την πραγματικότητα της Ε.Ε. και αναλαμβάνει δράση για την ευρωπαϊκή ενότητα. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά γνήσια ευρωπαϊκή ενότητα, παρά μόνο στη βάση των εργατικών συμφερόντων και της αλληλεγγύης των εργαζομένων. Επί του παρόντος, η Ευρώπη χρειάζεται ένα μεγάλο σοκ που θα την κάνει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό μπορεί να προέλθει μόνο από τους εργαζόμενους.

(Ολόκληρη η συνέντευξη θα δημοσιευτεί στο www.aristerovima.gr)

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!