Μίλησέ μας για την «Ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν πιστό».
Είναι ένα έργο που η καρδιά του χτυπάει δυνατά για τα αρχαία δάση του πλανήτη και για τις φυλές που ζούσαν σε αυτά τα δάση σε αρμονία με τη φύση σε μια σχέση αγαπητικότητας και ευγνωμοσύνης για όλα όσα μας δίνει η Μάνα Γη. Το έργο αποτελεί θεατρική διασκευή της ομώνυμης νουβέλας του αγωνιστή συγγραφέα Λούις Σεπούλβεδα και μας μιλάει για τους Mapuche, τους Ανθρώπους της Γης, τους ιθαγενείς της Νότιας Χιλής που εκδιώχθηκαν βίαια από τις εστίες τους από τις μεγάλες εταιρείες υλοτομίας που λυμαίνονται τα δάση, καταστρέφουν τους πνεύμονες του πλανήτη, μολύνουν τα νερά και σβήνουν βίαια τη μνήμη και την αρχαία γνώση των φυλών του κόσμου. Δουλεύω δυο χρόνια πάνω στη διασκευή του έργου και δυστυχώς τώρα με τις φωτιές στον Αμαζόνιο ξαφνικά έγινε τραγικά επίκαιρο. Ενώ όμως υπάρχει μέσα στην παράσταση το στοιχείο της βίας, του διωγμού, του άδικου ξεριζωμού, του σπαραγμού προσπαθήσαμε να μην επιμείνουμε μόνο στα στοιχεία αυτά, μόνο στην τοξικότητα της απανθρωπιάς και τη μανία του κέρδους.
Πιστεύεις ότι υπάρχει μια λαγνεία για τη βία στο σύγχρονο θέατρο;
Δυστυχώς ναι. Έχει επικρατήσει ένα θέατρο στο οποίο φωτίζονται κάθε είδους παθογένειες, ψυχασθένειες, άνθρωποι που σκοτώνουν, βιάζουν, ασελγούν… Η βία πουλάει. Αυτό που παρατηρώ είναι ότι λιγοστεύουν οι παραστάσεις με «ηλιακό» πρόσημο. Αυτό που βγαίνει ως συμπέρασμα από την πλειοψηφία των παραστάσεων είναι ότι ο άνθρωπος είναι ένα άγριο ζώο, ένα δολοφόνος, ένας μανιώδης καταπατητής που αποζητά λουτρά αίματος, λαγνείες και σκιερές απολαύσεις.
Δεν ισχύουν όλα αυτά;
Ισχύουν αλλά αυτά αποτελούν μέρη μόνο της ανθρώπινης φύσης, όχι σύνολο. Υπάρχουν ακόμα πολύ φωτεινές πλευρές του ανθρώπου τις οποίες το θέατρο οφείλει να αναζητήσει και να αναδείξει. Επαναλαμβάνοντας τα μοτίβα της βίας, της ασχήμιας και του αδιεξόδου πάνω στη σκηνή το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι να αντανακλούμε και να πολλαπλασιάζουμε τη βία, την ασχήμια και το αδιέξοδο. Αυτό λοιπόν που προσπαθήσαμε σε αυτή την παράσταση, ακολουθώντας το μαγικό κείμενο του Σεπούλβεδα ήταν να αναδείξουμε τις ποιότητες εκείνες των ανθρώπων των φυλών της Χιλής που μας κάνουν ακόμα να χαμογελάμε: ευγνωμοσύνη, γενναιοδωρία, αγάπη για τη γη, αλληλεγγύη, αγώνας για μια οργανική σχέση με τη μνήμη και την αρχαία κληρονομιά. Κι όλα αυτά μέσα από τα μάτια ενός σκύλου.
Αλήθεια πώς είναι να υποδύεσαι έναν σκύλο;
Είναι πολύ ιδιαίτερο γιατί πρέπει να βάλεις το σώμα σου και την ψυχή σου σε τελείως διαφορετική λειτουργία. Αλλά πάνω από όλα ο σκύλος αυτός ενσωματώνει ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Κι εκεί ακριβώς έγκειται η μαγική ιδιαιτερότητα του ρόλου και του έργου: η παράσταση είναι η τρυφερή αφήγηση ενός σκύλου που ανήκε αρχικά σε μια φυλή ινδιάνων και μετά τον κατατρεγμό τον έκλεψαν οι λευκοί για να φυλάει τα υλοτομικά εργοτάξια. Ο σκύλος αυτός στον παρόντα χρόνο βρίσκεται στην υπηρεσία των λευκών και κυνηγάει έναν νεαρό Ινδιάνο που πηγαίνει από χωριό σε χωριό προσπαθώντας να ξεσηκώσει τους κατοίκους να πάρουν πίσω τη γη τους. Αλλά αυτός ο Ινδιάνος ανήκε στην ίδια φυλή με το σκύλο και η μυρωδιά του φέρνει στο σκύλο όλες τις εικόνες του κόσμου που χάθηκε, του κόσμου των Ανθρώπων της γης. Η τρυφερότητα και αθωότητα που εμπεριέχεται στο βλέμμα ενός ζώου είναι αυτή που καθιστά το έργο του Σεπούλβεδα βαθύτατα ανθρώπινο και συγκινητικό. Αν μπορούσα να δώσω έναν άλλο τίτλο στο έργο αυτός θα ήταν: Η ιστορία ενός σκύλου που έμαθε τους ανθρώπους ανθρωπιά! Αυτή λοιπόν είναι η διαρκής έγνοια της ομάδας μου, της ομάδας Άναμ(μ)α: να πάμε κόντρα στην τοξικότητα και την εξύμνηση του αδιεξόδου. Να κινηθούμε μέσα στην τέχνη ηλιακά, τρυφερά, ανθρώπινα.