Η Κλαίρη Θεοδώρου με το μυθιστόρημά της «Ο βασιλιάς πεθαίνει πάντα τελευταίος» (εκδόσεις Ψυχογιός) δείχνει πως το αστυνομικό μυθιστόρημα όχι μόνο βρίσκεται σε ακμή στη χώρα μας, αλλά συχνά ξεπερνά και τα πρότυπα που μας έρχονται από άλλες χώρες.
Αν και οι περισσότεροι αναγνώστες προτιμούν τα –ελάχιστα πρωτότυπα– «σκανδιναβικά» νουάρ, όπου πια δεν αναγνωρίζεις ποιος γράφει τι, οι Έλληνες συγγραφείς μας παρουσιάζουν πολύ διαφορετικά μεταξύ τους μυθιστορήματα, που πραγματικά ανοίγουν δρόμους.
Δεν είναι τυχαίο πως ο πιο γνωστός στον κόσμο Έλληνας συγγραφέας σήμερα είναι ο Πέτρος Μάρκαρης, ενώ υπάρχει και μια ακόμη σειρά συγγραφέων που διαμένοντας στο εξωτερικό και έχοντας ξεπεράσει το πρόβλημα της γλώσσας διαπρέπουν. Όπως ο Κύπριος Alex Michaelides ή ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης. Σημαντική και η παρουσία του Μίνου Ευσταθιάδη που έχει κι αυτός μεταφραστεί στο εξωτερικό.
Υπάρχει και πληθώρα άλλων σημαντικών συγγραφέων του αστυνομικού μυθιστορήματος που έχουμε ήδη απουσιάσει ή θα παρουσιάσουμε προσεχώς.
Η Κλαίρη Θεοδώρου τοποθετεί τη δράση στη Γερμανία και μας χαρίζει μια πραγματική συναρπαστική ιστορία, παίζοντας με την αλήθεια και το ψέμα μέχρι την τελευταία σελίδα.
Γνώση του τόπου, εξαιρετικά πορτρέτα των πρωταγωνιστών και μια φοβερή ίντριγκα από την ηρωίδα του βιβλίου-συγγραφέα, την ελληνικής καταγωγής Λούνα Μάρκος.
Η πλοκή του βιβλίου, οι διαφορετικές οπτικές, οι σχέσεις αγάπης-μίσους μεταξύ δυο αδελφών, τα τραύματα που αφήνει η κακοποίηση, ο πνιγηρός κόσμος που βίωσαν οι μετανάστες, δείχνουν για πόσα μπορεί κανείς αν μιλήσει κάτω από τον μανδύα της αστυνομικής πλοκής…
Η αστυνομική λογοτεχνία ξεχωρίζει για τη δυνατότητά της να καθηλώνει τους αναγνώστες με συναρπαστικές ιστορίες, να προσφέρει πολυσύνθετους χαρακτήρες και να αγγίζει βαθύτερα κοινωνικά και ηθικά ζητήματα
Πώς έγινε η στροφή σου στο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Διαβάζω αστυνομική λογοτεχνία με πάθος και όταν αγαπάς κάτι τόσο καταλήγεις να γίνεις πολύ αυστηρός, κυρίως με τον εαυτό σου. Ενδόμυχοι φόβοι λοιπόν, μήπως δηλαδή αυτό που θα γράψω δεν είναι αρκετά καλό, μήπως υποπέσω στα κλισέ και στις υπερβολές του είδους, μήπως δεν έχω κάτι καινούργιο να πω, ήταν και οι λόγοι που με καθυστέρησαν τόσο. Όταν όμως ξεκίνησε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η πλοκή από το «Ο βασιλιάς πεθαίνει πάντα τελευταίος» κατάλαβα ότι είχε έρθει η ώρα να αφεθώ και να ακολουθήσω αυτό που πραγματικά αγαπώ.
Τι είναι αυτό που θεωρείς πως κάνει το είδος ξεχωριστό;
Η αστυνομική λογοτεχνία ξεχωρίζει για τη δυνατότητά της να καθηλώνει τους αναγνώστες με συναρπαστικές ιστορίες, να προσφέρει πολυσύνθετους χαρακτήρες και να αγγίζει βαθύτερα κοινωνικά και ηθικά ζητήματα. Είναι γεμάτη μυστήριο, αγωνία και απρόβλεπτες εξελίξεις και όσοι αγαπούν τους ευφυείς γρίφους, απολαμβάνουν την πρόκληση του να λύσουν το μυστήριο και να προσπαθήσουν να ανακαλύψουν τον ένοχο πριν αποκαλυφθεί στο βιβλίο.
Μια συγγραφέας γίνεται η ηρωίδα στο «Ο βασιλιάς πεθαίνει πάντα τελευταίος» και η δράση είναι στο Μόναχο. Τι σε οδήγησε σε αυτές τις επιλογές;
Έχω μεγαλώσει στη Γερμανία και επισκέπτομαι πολύ συχνά το Μόναχο. Η ιστορία αυτή γεννήθηκε λοιπόν εκεί, υπήρξα μάλιστα αυτόπτης μάρτυρας της σκηνής που περιγράφεται στον πρόλογο του βιβλίου (με διαφορετικό φυσικά τέλος!). Ο τόπος επομένως ήταν για μένα δεδομένος από την πρώτη στιγμή, παραμένει άλλωστε σταθερός –η χώρα, όχι η πόλη– και στα υπόλοιπα αστυνομικά μου μυθιστορήματα ως σήμερα. Όσον αφορά τώρα την κεντρική μου ηρωίδα, τη Λούνα Μάρκος, όπως είναι το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο, θέλω να τονίσω πως σίγουρα δεν αποτελεί ένα είδος alter ego μου, όπως ενδεχομένως πιστεύουν αρχικά ορισμένοι. Παρόλα αυτά, ο χαρακτήρας της, μου επέτρεψε να παίξω με αυτοαναφορικά στοιχεία, να εμβαθύνω στη διαδικασία της συγγραφής και να σχολιάσω εμμέσως τα «ενδότερα» του λογοτεχνικού κόσμου. Παράλληλα δημιουργείται έτσι μια πολυεπίπεδη πλοκή όπου η φαντασία και η πραγματικότητα αλληλοεπιδρούν με απρόβλεπτους τρόπους, καθώς, ας μην ξεχνάμε, οι συγγραφείς έχουν συνήθως ανεπτυγμένες δεξιότητες παρατήρησης και ανάλυσης που τους επιτρέπουν να βλέπουν λεπτομέρειες που άλλοι μπορεί να παραβλέπουν.
Ποιες είναι οι ομοιότητες / διαφορές με το τελευταίο σου αστυνομικό μυθιστόρημα;
Το «Εκείνος και εκείνη», το τελευταίο μου δηλαδή αστυνομικό μυθιστόρημα είναι τελείως διαφορετικό από το «Ο βασιλιάς πεθαίνει πάντα τελευταίος» και αυτό ισχύει και για τις «Τρεις ερωτήσεις» που είναι ένα βιβλίο με πλούσιο ιστορικό υπόβαθρο, καθώς η ιστορία εξελίσσεται στο Βερολίνο και σχετίζεται με το Τείχος, την Ανατολική Γερμανία και τη Στάζι. Στο «Εκείνος και εκείνη» συναντάμε έναν επιθεωρητή χωρίς μνήμη –βραχεία μνήμη τουλάχιστον–, μια Κινέζα συνεργάτιδα παθιασμένη με ένα ακραίο άθλημα και έναν καθηγητή Μεσαιωνικής και Αναγεννησιακής Ιστορίας που αναζητούν έναν πολύ διαφορετικό δολοφόνο. Έναν δολοφόνο που συνθέτει με τις πράξεις του τέχνη. Τη δική του τέχνη που εμπνέεται όμως από το έργο του Ιερώνυμου Μπος, καταλήγοντας έτσι στη δημιουργία μιας εντελώς ιδιότυπης «κόλασης».
Συμμετείχες σε ένα debate στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αστυνομικής Λογοτεχνίας Agatha. Ποια θεωρείς τα υπέρ και τα κατά αστυνομικών μυθιστορημάτων με ήρωα αστυνομικό επιθεωρητή / ντετέκτιβ;
Η επιλογή ενός αστυνομικού επιθεωρητή ως κεντρικού ήρωα σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα, όπως η εμπειρία και οι εξειδικευμένες γνώσεις στην επίλυση εγκλημάτων, η πρόσβαση σε αστυνομικά αρχεία και τεχνολογικά εργαλεία, η αναγνωρισιμότητα και η ταύτιση με τους αναγνώστες, καθώς και η δυνατότητα για ανάπτυξη σειρών βιβλίων με συνεχές ενδιαφέρον. Ωστόσο, υπάρχουν και μειονεκτήματα, όπως η πιθανότητα να φαίνεται κλισέ και προβλέψιμος, οι περιορισμοί στην πλοκή λόγω αστυνομικών πρωτοκόλλων, ο κίνδυνος μη ρεαλιστικής απεικόνισης της αστυνομικής δουλειάς, οι συγκρίσεις με διάσημους λογοτεχνικούς ντετέκτιβ, και η επαναληψιμότητα των ιστοριών, αν δεν υπάρχει διαφοροποίηση στις υποθέσεις και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ήρωας.