Το φιάσκο της υδροξυχλωροκίνης: Ατύχημα ή σύμπτωμα;
του Αλέξανδρου Ρέκκα*
Σκοπός του συγκεκριμένου άρθρου δεν είναι να υποστηρίξει ή να απορρίψει τη χρησιμότητα ή την ασφάλεια της υδροξυχλωροκίνης (ΥΧΚ). Στόχος μας είναι να καταδείξουμε, μέσα από την παρουσίαση ενός φιάσκου που ξεδιπλώθηκε στις αρχές του Ιουνίου, ότι εθνικοί και υπερεθνικοί φορείς στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης του ιού δεν ενδιαφέρονται να απαντήσουν πραγματικά στα παραπάνω ζητήματα. Συγκεκριμένα, η αντίδραση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) γεννά βαθύτερα ερωτήματα τόσο για τον τρόπο που λαμβάνονται κεντρικές αποφάσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας, όσο και για τις προτεραιότητες που τίθενται.
Η δημοσίευση
Στις 22 Μαΐου, δημοσιεύεται στο κορυφαίο ιατρικό περιοδικό Lancet, μία έρευνα σε σύνολο 96.000 ασθενών κορωνοϊού από όλον τον κόσμο. Τα αποτελέσματα δείχνουν διπλάσια θνητότητα σε αυτούς που παίρνουν ΥΧΚ (16-24%) σε αντίθεση με ασθενείς στους οποίους χορηγείται κοινή θεραπεία (9%). Λίγα φάρμακα μπορούν να περηφανευτούν ότι είναι τόσο αποτελεσματικά στο να σκοτώνουν τους ασθενείς τους! Πόσω μάλλον, ένα φάρμακο που κυκλοφορεί τα τελευταία 70 χρόνια και χορηγείται συχνά σε ασθενείς με ελονοσία, ρευματοειδή αρθρίτιδα και άλλες πιο σπάνιες ασθένειες.
Αν και η εργασία υποστηρίζει ότι χρησιμοποίησε τα ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία από 671 νοσοκομεία παγκοσμίως, στη λίστα των συγγραφέων υπάρχουν μόνο 4 ονόματα. Ο πρώτος (και βασικός) συγγραφέας είναι ο Mandeep Mehra, καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Δεύτερος είναι o Sapan Desai, ιδρυτής μιας μικρής εταιρίας από το Ιλινόι, της Surgisphere, η οποία ισχυρίζεται ότι έχει στήσει μία τεράστια βάση δεδομένων με πρόσβαση σε 240 εκατομμύρια ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία ασθενών από εκατοντάδες νοσοκομεία παγκοσμίως. H εργασία αυτής της ολιγομελούς ομάδας χρειάστηκε μόλις 38 ημέρες για να περάσει από τη σύλληψη στις σελίδες του Lancet.
Οι συνέπειες
Ο Desai, σε συνέντευξή του στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων TRT World, βέβαιος για την φονικότητα της ΥΧΚ, διερωτάται: «με δεδομένα σαν αυτά, χρειαζόμαστε στα αλήθεια κλινικές δοκιμές;» Πράγματι, στις 25 Μαΐου, ο ΠΟΥ ανακοινώνει ότι αναστέλλει τη χορήγηση ΥΧΚ στη διεθνή κλινική δοκιμή που διευθύνει (SOLIDARITY), μέχρι να διαπιστώσει την ασφάλειά της. Να σημειωθεί ότι ο ΠΟΥ εκείνη τη στιγμή είχε στοιχεία για 3.500 ασθενείς από την εν λόγω έρευνα. Ρυθμιστικοί φορείς σε Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο άμεσα αρχίζουν να πιέζουν για αναστολή όλων των ερευνών για την ΥΧΚ. Η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ιταλία απαγορεύουν τη χορήγηση του φαρμάκου σε ασθενείς με κορωνοϊό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που αυτή η ομάδα συγγραφέων χρησιμοποιώντας τα συγκεκριμένα δεδομένα επιδρά τόσο άμεσα στις ασκούμενες πολιτικές. Στις αρχές Απριλίου, ως επακόλουθο προδημοσιευμένης εργασίας τους για ένα αντιπαρασιτικό φάρμακο, την ιβερμεκτίνη, η κυβέρνηση του Περού συμπεριέλαβε το φάρμακο αυτό στην εθνική πολιτική καταπολέμησης του κορωνοϊού. Στη Βολιβία, πάνω από 350.000 άνθρωποι έλαβαν το συγκεκριμένο αντιπαρασιτικό για θεραπεία ή για προστασία κατά του ιού ενώ η Παραγουάη άρχισε να ελέγχει την αγορά ιβερμεκτίνης.
Διεθνής δυσπιστία
Στις 28 Μαΐου δημοσιεύτηκε ανοιχτή επιστολή προς τους συγγραφείς και τον εκδότη του Lancet με παραπάνω από 200 υπογραφές ακαδημαϊκών από όλον τον κόσμο. Η επιστολή εστίαζε στις προφανείς ασυμφωνίες της έρευνας με δημόσια στοιχεία. Το 1/4 των κρουσμάτων και το 40% των θανάτων ολόκληρης της Αφρικής παρατηρούνταν στα νοσοκομεία της Surgisphere. Παρόλο που τα 2/3 των ασθενών της έρευνας προέρχονταν από τη Β. Αμερική, η μέση δοσολογία ξεπερνούσε κατά 100 mg τη συνιστώμενη στις χώρες αυτές. Στην Αυστραλία αναφέρονταν παραπάνω θάνατοι (73) από τα επίσημα κρατικά στοιχεία της περιόδου (67). Σε άρθρο του Guardian την ίδια ημέρα αναφέρεται ότι μεγάλα νοσοκομεία της Αυστραλίας με συνολικά 40 καταγεγραμμένους θανάτους αρνήθηκαν οποιαδήποτε σχέση με τη Surgisphere.
Η αυξανόμενη πίεση οδήγησε το Lancet στις 3 Ιουνίου να κοινοποιήσει προειδοποίηση προς τους αναγνώστες του για την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της εργασίας που δημοσίευε. Τόνιζε πως εκκρεμούσε έρευνα από ανεξάρτητη επιτροπή για την εξακρίβωση της εγκυρότητας των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν. Την ίδια μέρα, ο ΠΟΥ ανακοίνωσε ότι ξεπάγωνε την δική του κλινική δοκιμή, καθώς, τελικά, δεν προέκυψαν λόγοι ανησυχίας.
Στις 5 Ιουνίου, οι συγγραφείς απέσυραν το άρθρο τους από το Lancet αφού η Surgisphere εμπόδισε το έργο της ανεξάρτητης επιτροπής, επικαλούμενη συμφωνίες εμπιστευτικότητας με τους παρόχους των δεδομένων. Η εργασία για την ιβερμεκτίνη δεν μπορεί πλέον να βρεθεί στο σάιτ όπου προδημοσιευόταν.
Κάποιες σκέψεις
Η επίμαχη δημοσίευση είχε ζωή 2 εβδομάδων. Μέσα σε αυτό το διάστημα προκλήθηκε ανεπανόρθωτη ζημιά στη διερεύνηση της χρησιμότητας και της ασφάλειας ενός ελπιδοφόρου φαρμάκου για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Μέσα σε αυτό το διάστημα πέθαναν 57.000 άνθρωποι. Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να τεθούν ερωτήματα για τον τρόπο που διεξάγεται ο πόλεμος κατά του κορωνοϊού καθώς και να αποδοθούν ευθύνες:
Πρώτον, στον Sapan Desai και την εταιρία του των 11 εργαζομένων (που μετά έγιναν 6 και μετά 4) που ουδεμία σχέση έχουν με την υγεία και την έρευνα. Υπήρξε ποτέ αυτή η περίφημη βάση δεδομένων με τα 240 εκατομμύρια ιατρικά αρχεία; Αν ναι, και ύστερα από την αποδεδειγμένη παντελή άγνοια των μεγαλύτερων νοσοκομείων παγκοσμίως για την ύπαρξή της, αυτό έγινε νόμιμα; Πώς γίνεται μια τέτοια τυχάρπαστη εταιρία να έχει πρόσβαση σε τόσο ευαίσθητα στοιχεία τόσων πολλών ανθρώπων;
Δεύτερον, στον Mandeep Mehra. Τι άλλο προσέφερε αυτός ο γιατρός πέρα από το βαρύγδουπο όνομα του Χάρβαρντ που προεξοφλεί το «κύρος» της εργασίας και ανοίγει όλες τις πόρτες;
Τρίτον, στο παγκόσμιας εμβέλειας ιατρικό περιοδικό Lancet, που δημοσίευσε με διαδικασίες εξπρές έρευνα-σκουπίδι του χειρίστου είδους. Από την αρχή επιχειρήθηκε να αποδοθεί πολιτικός χαρακτήρας στο ζήτημα της ΥΧΚ. Τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης έκαναν την ΥΧΚ συνώνυμο του Τραμπ, ταυτίζοντας την αποτελεσματικότητά της με τις κυβερνητικές του ικανότητες. Σε αυτήν την συζήτηση επέλεξε να αναλωθεί και το Lancet, σπαταλώντας από το επιστημονικό του κύρος για να ασκήσει πολιτική επιρροή. Δεν ασχολήθηκε ποτέ με το ζήτημα που πραγματικά πονάει ολόκληρη την ανθρωπότητα: «μπορεί να με βοηθήσει να σωθώ αυτό το φάρμακο από τον ιό χωρίς να με σκοτώσει κάπως αλλιώς;»
Τέταρτον, στον ΠΟΥ, τον βασικό υπαίτιο του φιάσκου. Είναι εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία σταμάτησε την έρευνά του, γνωρίζοντας τις συνέπειες που θα είχε η απόφασή του για τις εν εξελίξει έρευνες παγκοσμίως καθώς και για τις ασκούμενες πολιτικές υγείας. Γιατί δεν εμπιστεύτηκε τα δικά του στοιχεία και πίστεψε τα, τουλάχιστον, αμφισβητήσιμα παρατηρησιακά δεδομένα τεσσάρων ανθρώπων που απλά ανέμιζαν τα λάβαρα του Χάρβαρντ και του Lancet; Γιατί δε ζήτησε από τη Surgisphere πρόσβαση στα υποτιθέμενα δεδομένα της; Οι ερευνητές της αγγλικής κλινικής δοκιμής RECOVERY, απέρριψαν το αίτημα της αρμόδιας αρχής για πάγωμα της έρευνάς τους, καθώς μπόρεσαν άμεσα να αποδείξουν ότι από τα στοιχεία τους δεν προέκυπταν λόγοι ανησυχίας. Γιατί πήρε στον ΠΟΥ 11 ημέρες να κάνει το ίδιο;
Τέλος, ενδιαφέρον έχει το editorial του περιοδικού Science που κυκλοφορεί αυτήν την εβδομάδα και υπογράφεται από έναν δικηγόρο πνευματικής ιδιοκτησίας, ένα στέλεχος της φαρμακευτικής εταιρίας Sanofi και έναν καθηγητή από το πανεπιστήμιο Johns Hopkins. Αυτοί, λοιπόν, εντοπίζουν την αποτυχία της αγοράς να αντιμετωπίσει την πανδημία στην έλλειψη κινήτρων για την ιδιωτική πρωτοβουλία. Στο επίκεντρο οποιασδήποτε καινοτομίας, μας λένε, βρίσκεται η πατέντα. Οι φαρμακευτικές ασχολούνται με θεραπείες που θα τους δώσουν τη μέγιστη δυνατή επιστροφή στο χρόνο ζωής της πατέντας. Ίσως να είναι απλή σύμπτωση ότι όλη η ιστορία αφορούσε ένα φάρμακο του οποίου η πατέντα έχει λήξει εδώ και πολλά χρόνια. Ίσως, όμως, εδώ να βρίσκεται και όλη η ουσία. Ίσως, το αν δουλεύει ή όχι η υδροξυχλωροκίνη, αν είναι επικίνδυνη ή όχι, να μην ήταν ποτέ στ’ αλήθεια το ερώτημα.
* Ο Αλέξανδρος Ρέκκας είναι υποψήφιος διδάκτορας στην επιστήμη δεδομένων υγείας, [email protected]