του Νίκου Σταθόπουλου*
Η συστημική παράδοση για τα Χριστούγεννα τα φιλοτεχνεί ως «γιορτή της ειρήνης σε μια κοινότητα αλληλεγγύης και αγάπης». Οικογενειακή θαλπωρή, στοργή για όλους τους ανθρώπους, διάχυση του εγώ σε μια καθολική «φιλανθρωπία», ήμερα αισθήματα, καλοσύνη, «επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Αιώνες τώρα, με μια ρουτίνα πάντως αρκούντως ωφέλιμη και αποτοξινωτική σε σχέση με την εδραιωμένη μιζέρια της καθημερινότητας, τα Χριστούγεννα αναδεικνύουν τη φάτνη σε ύψιστο «απλοϊκό» σύμβολο μιας ηγεμονικής ταπεινότητας που ξαναδίνει στο ανθρώπινο μέτρο το μεγαλείο μιας κοσμικής τάξης και το κύρος μιας προσδοκώμενης δικαιοσύνης. Σε έναν βάρβαρο κόσμο εξουθενωτικής εκμετάλλευσης , γενικευμένης βίας και βαθιάς προσβολής του ανθρώπινου νοήματος : τα Χριστούγεννα στοιχειοθετούν ένα λειτουργικό φαντασιακό εφικτής ουτοπίας και αποκλίνουσας «παρηγορίας». Μπορείς να είσαι «καλός» και «ανθρώπινος», μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου και «αφανιστεί το καπιταλιστικό θηρίο»!
ΣΗΜΕΡΑ ΟΛΑ πλέον εκρήγνυνται σε μια φοβική φωταψία όπου το άγχος του θανάτου και η κατάθλιψη από τον όλο και πιο «επιστημονικό» και οργουελικό κοινωνικό έλεγχο, γίνονται οι ρυθμιστικοί συντελεστές μιας «εορταστικότητας» με δηλωτικό της στίγμα ένα καταλυτικό αίσθημα ματαίωσης. Η σύναξη στη φάτνη διαλύεται βιαίως λόγω «επικίνδυνου συνωστισμού», κι αυτό το «αστειάκι» της covidνεοφαντασίας δίνει τους όρους μιας νέας συμβολικής τάξης με την εσωτερικευμένη απαγόρευση να αποτελεί το αναθεματιζόμενο «στοίχημα» της πολυπληττόμενης κοινωνίας. Στην πραγματικότητα, «μετακοινωνίας» αφού όλες οι «αντικειμενικές» και υποκειμενικές διεργασίες κατατείνουν σε ένα εκτεταμένο πολυγκέτο κατακερματισμένο σε μικροενότητες από ατομικά κελύφη, που τη λειτουργική του ενότητα θα τη «διασφαλίζει» η αυθεντία του σύγχρονου Λεβιάθαν: Οι νέες ιδεολογίες, κωδικοποιώντας σε καινούργιες «αιώνιες αλήθειες» τα επίκαιρα προτάγματα της μετακαπιταλιστικής οντικής αναδιάρθρωσης, θα αποθεώσουν την «υγεία» και την «αποστείρωση», που εκ φύσεως λειτουργούν σε περίκλειστη ατομική βάση. Η Φάτνη απαγορεύεται και γιατί είναι «συγκέντρωση πλέον των τριών ατόμων» αλλά και γιατί είναι «εστία μετάδοσης των ιών». Φέτος τα «δέντρα» θα στολιστούν με σύριγγες, μάσκες και πιστοποιητικά!
Κατ’ αυτό τον τρόπο ι δ ι ω τ ι κ ο π ο ι ο ύ ν τ α ι τ α Χ ρ ι σ τ ο ύ γ ε ν ν α: η συνείδηση της μετοχής σε μια έκφραση της ανάγκης για αγάπη και καλή καρδιά εκφυλίζεται σε ένα μεταμοντέρνο «φόβο Θεού» όπου το παθητικό σταυροκόπημα και η επιστημονική αρωγή γίνονται οι όροι «συνάντησης» των τρομαγμένων (μετ)ανθρώπων. Καθένας μόνος του μπροστά σε ένα απολυμασμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο: Όχι κυριολεκτικά αλλά συμβολικά, στα έγκατα μιας υποκειμενικότητας που ακριβώς λόγω της πρόταξης του θανάτου ολοκληρώνεται σαν τέτοια και βασιλεύει. Η «χριστουγεννιάτικη αγάπη» καταπίπτει σε τρομοκρατημένη φιλαυτία και η «φατνική αλληλεγγύη» αποσυντίθεται σε μια ακαθόριστη «ουσία» αποστασιοποιημένου νεορθολογικού συναισθηματισμού.
Σε ένα τερατώδες γίγνεσθαι με δυναμική εγκλεισμού, είναι ανίκητη αντίσταση η «φυγή» της εσωτερικότητας σε ένα δίκτυο από «φάτνες» όπου η μικροκοινότητα θα «επικοινωνεί» την πρωτοβουλία της με «πολεμικό» πνεύμα επανακαθορισμού του δημόσιου χώρου
ΕΚΘΕΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ των αυτοκτονιών και ιλιγγιώδης εκτίναξη της χρήσης αντικαταθλιπτικών: Σε μια καθημερινότητα κυβερνώμενη ψυχολογικά από τη νευρικότητα, την αβεβαιότητα, την ταχύτητα για έναν απροσδιόριστο προορισμό, το περιτειχισμένο άτομο βιώνει ψυχοπαθητικά το αναπάντεχο ετερόνομο «πεπρωμένο του» και «δίνει μάχη με τον θάνατο» σκορπώντας την κοσμογονική του ενεργητικότητα σε επιβιωτίστικους διεκπεραιωτισμούς πλέον χωρίς καν μια στοιχειώδη φιλοσοφική ορολογία(άρα και τάξη). Οι καταφωτισμένες πόλεις, με τα εντελώς τηλεοπτικά τους ντεκόρ να μην αποκρύβουν δραστικά τα διαλυμένα νοσοκομεία και τους κατ’ ουσίαν ομαδικούς τάφους, μετατρέπονται εν όλω σε «χριστουγεννιάτικα δέντρα», δηλαδή δεν είναι πια υποκείμενα που ζουν τη Γιορτή, αλλά ε ί ν α ι η γ ι ο ρ τ ή: όλα γίνονται μια αυτοπροστατευόμενη εσωτερικότητα, μια εσωτερικευμένη ματαιότητα, καθένας και μια εντελής φάτνη πλέον χωρίς νόημα και αίτημα ουρανού αλλά απλώς σαν μια φωταγωγημένη απελπισία με τα πάντα μετουσιωμένα σε οθόνες. Πλέον το Θέαμα δεν σκηνοθετείται ως «μια παράσταση» αλλά πραγματώνεται σαν νόημα που αναβλύζει από το σάπισμα της κοινωνίας και της ζωής. Γι’ αυτό και είναι πειστικό!
Στους δίσεχτους καιρούς μας, το περιβόητο «κοινωνικό ζήτημα» τίθεται πλέον με όρους ανθρωπολογικούς και πολιτισμικούς, Αυτό που προάγεται δεν είναι μια «ταξική συνθήκη» αλλά μια «κουλτούρα σχετικά με τον άνθρωπο»: Το μεταμοντέρνο εκμεταλλευτικό σύστημα επιδιώκει έναν «νέο άνθρωπο», όπως ακριβώς διακήρυττε ο «υπαρκτός σοσιαλισμός». Κοινό στοιχείο, η ολοκληρωτική φύση των ασκούμενων διαχειρίσεων, ακριβώς γιατί η πολιτική επέμβαση στο οντολογικό μόνο με ολοκληρωτικές μεθόδους μπορεί να συντελεστεί. Οι λόγοι «υπέρβασης του ισχύοντος ανθρώπινου» είναι προς συζήτηση, αλλά το κρίσιμο ενδιαφέρον εντοπίζεται στο σχετικό εργαστηριακό γίγνεσθαι.
Ένας δυστυχισμένος μετάνθρωπος κλειδώνεται στη «φάτνη» του υπό την έννοια μιας απόλυτης ιδιωτικοποίησης της ζωής. Το «συλλογικό» ακυρώνεται πρώτα-πρώτα στη συνείδηση των ανθρώπων, αφού οι πολιτικές μορφές του έχουν αποτύχει αιματηρά, οι φατριαστικοί εκφραστές του έχουν ρεζιλευτεί ανεπανόρθωτα, οι φιλοσοφίες υποστήριξής του ταυτίστηκαν μίζερα με την αλλοτρίωση, την ιδιοτέλεια, τον έλεγχο, την αστυνόμευση. Από τη φεουδαρχία του πιο πολτοποιητικού κοινοτισμού και τον ιδρυτικό αστισμό του ατομοκεντρισμού : απογειωνόμαστε σε μια ι δ ι ω τ ι κ η φ α ν τ α σ μ α γ ο ρ ί α α θ ρ ο ι ζ ό μ ε ν ω ν π ι θ α ν ώ ν ν ο σ ο ύ ν τ ω ν με το κράτος να ελέγχει τις ροές της κατάπτωσης ως βασική πολιτική ανασυγκρότησης των συντελεστών κυριαρχίας των ελίτ. Η αταξικότητα της φάτνης, που τόσο «εξόργισε» την πιο παλιομοδίτικη αριστερά, είναι σήμερα ο κεντρικός άξονας μιας κοινωνικής μοντελοποίησης με όρους καθαρής Κυριαρχίας, όπου το Κέρδος απλώς μετέχει στη δέσμη παραγόντων που συνθέτουν την αιτιοκρατία της παρούσας δομής ανισότητας και εκμετάλλευσης.
ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ τη ρεμβαστική θαλπωρή του Παπαδιαμάντη και την πρωταρχική συγκίνηση του Ντίκενς, υποχρεωνόμαστε πια να υπερασπίσουμε στοιχειακούς συμβολισμούς και θεμελιώδεις εικονογραφίες της «κοινοτικής αρχής» που αντιτάσσουν στην «υγιή κοινωνία» του Μπιλ Γκέητς και του Άδωνι Γεωργιάδη το αναγεννητικό φορτίο της Παράδοσης και το νοηματοδοτικό κύρος της Υπέρβασης. Σε ένα τερατώδες γίγνεσθαι με δυναμική εγκλεισμού, είναι ανίκητη αντίσταση η «φυγή» της εσωτερικότητας σε ένα δίκτυο από «φάτνες» όπου η μικροκοινότητα θα «επικοινωνεί» την πρωτοβουλία της με «πολεμικό» πνεύμα επανακαθορισμού του δημόσιου χώρου. Οι φάτνες χωρίς Χριστό είναι πατέντα του εμπορευματικού «ανθρωπισμού», και γι’ αυτό η διασφάλιση της αυθεντικότητας των σημασιών είναι η ζωτική «αιμοδοσία» των εγχειρημάτων που εκκινούν από το λαό και σχεδιάζουν με βάση τις δ ι κ έ ς τ ο υ αληθινές προϋποθέσεις. Χωρίς το πλατύ ευτυχισμένο χαμόγελο του «μικρού Τιμ» και το γιορτινό τραπέζι «στο Χριστό στο κάστρο», η «γιορτή» είναι άδεια και ο ορίζοντας τεχνητός. Έχουμε κάθε λόγο να ελπίζουμε και να επιμένουμε, όταν αποποιούμαστε εθελοντικά την ύπουλη κληρονομιά του «ορθολογισμού» των μάνατζερ και των ειδικών (αυτών που σήμερα οργανώνουν την μεταμοντέρνα Εξουσία του Τρόμου).
* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος και συγγραφέας